Κλειστά τα στόματα

Κλειστά τα στόματα


του Ηλία Καραβόλια

Οι παραμορφωτικοί καθρέφτες του Πραγματικού είναι μια επικίνδυνη συνήθεια για τις κοινωνίες ειδικά σε περιόδους όπως η τωρινή. Η υπερχείλιση πεσιμισμού και αισιοδοξίας είναι το ίδιο στρεβλωτική για την κοινωνική συνοχή. Τι εννοώ: κάποιοι δημοσιογράφοι που έγιναν βουλευτές και εισπράττουν τους παχυλούς μισθούς και μιλούν τώρα εκ του ασφαλούς, κάποια υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη, αρκετοί παραδοσιακοί οικονομικοί αναλυτές (αλλά και πολλοί διανοητές του σαλονιού που η γεμάτη τσέπη τους κινεί εύκολα την γλώσσα τους στο να εκφέρει την συστημική ορθοδοξία) μιλούν για κοσμογονία επενδύσεων που έρχεται μετά την πανδημία. Και μιλούν για την Ελλάδα που «άντεξε» σε ανεργία και ύφεση αναφερόμενοι στο -8,5 % (!) του ΑΕΠ, λες και ο κόσμος δεν βλέπει τα κλειστά μαγαζιά (που τα περισσότερα δεν θα ανοίξουν) και τους μηδενικούς τζίρους παντού. Λες και δεν βλέπουν ότι γέμισαν οι τράπεζες καταθέσεις απλά και μόνο με τις ανέγγιχτες επιστρεπτέες προκαταβολές.

Μιλούν λοιπόν (οι υποτίθεται ορθόδοξοι οικονομολογούντες) εύκολα και επίμονα για τις κολοσσιαίες «επενδύσεις» στην εναλλακτική ενέργεια, για τον ερχομό του 5G και την ανάπτυξη που αυτό θα φέρει «αναγκαστικά», εξυψώνοντας έτσι κάθε εύηχη τεχνολογική καινοτομία σε μηχανικό αυτόματο ευημερίας για τους πολλούς.

Αναλύουν τα προφανή με τρόπο που πραγματικά κρύβουν οι λέξεις από τα νοήματα, όπως: αυτοματοποίηση, ψηφιακός μετασχηματισμός, έξυπνες πόλεις.

Κάποιοι φυσικά εξ αυτών δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν κυνικά το μακροοικονομικό αλφάβητο ως την αναγκαία συνθήκη του μέλλοντος: αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας (μείωση μισθών και απολύσεις) ανακεφαλαιοποίηση (ξανά) τραπεζών, ευελιξία εργασίας (ευτελιστικοί μισθοί μερικής απασχόλησης), εκσυγχρονισμός ασφαλιστικού συστήματος (δηλαδή μείωση συντάξεων).

Προσωπικά αγανακτώ να διαβάζω και να ακούω μια εντελώς βίαιη (κατά την ταπεινή μου γνώμη) ρητορική συστημικού τύπου, μια προπαγανδιστική γλώσσα για την δήθεν «μοναδική» εκδοχή αποτελεσματικής πολιτικής για τους πολλούς.

Διότι αν πχ. προσθέσει κανείς τα φανταστικά δις που «έρχονται» εδώ και δεκαετίες στον τόπο, ίσως και να είμασταν χώρα των Αραβικών Εμιράτων τώρα, με πολύ υψηλά εισοδήματα και μισθούς.

Η αισιοδοξία σαφέστατα και δεν είναι κακή επιλογή ενημέρωσης για τις μάζες. Η ψευδό απεικόνιση όμως της πραγματικότητας είναι. Και όταν διαβάζει κανείς οικονομικές απόψεις και δεν βλέπει πχ. την λέξη «μισθός» πουθενά, τότε πρέπει να αναρωτιέται γιατί μιλάει ο ποιητής.

Διότι σήμερα συμβαίνει στην οικονομία αυτό που κανείς δεν τολμάει να ονομάσει: προετοιμάζονται οι μάζες για τον χαμηλό μισθό. «Προπονείται» η μεσαία τάξη για μειωμένα εισοδήματα. Ζεσταίνονται οι μηχανές της υψηλής (ανά υπαμειβόμενο εργαζόμενο) παραγωγικότητας και της εντατικής απόσπασης απλήρωτης υπεραξίας.

Αυτό που δεν τολμούν να πουν στις τηλεοράσεις και στις στήλες τους πολλοί, με πρόσχημα την πανδημία, είναι το τι θα γίνει όταν φύγει από την μέση ο τωρινός «καθολικός εργοδότης» κράτος. Τι θα κάνει ο ελεύθερος επαγγελματίας και ο ιδιοκτήτης μικρομάγαζου όταν δεν θα έρχονται πολλοί πελάτες επειδή θα εισπράττουν λιγότερα ή θα είναι απολυμένοι. Και όταν τα κόκκινα δάνεια θα τρέχουν με αυξημένα επιτόκια πλέον ενώ οι τράπεζες δεν θα κάνουν διαγραφές (και θα σου λέει ο τραπεζικός ότι «εδώ δεν θα διαγράφει η ΕΚΤ καθόλου τα χρέη των κρατών»).

Εκπαιδεύεται η κοινωνία στο αόρατο αισιόδοξο σενάριο. Αυτό που μοιάζει με τα εμβόλια και την ανοσία του πληθυσμού. Μόνο που ο κορονοϊός της οικονομίας διεθνώς έχει πολλές μεταλλάξεις: στην εργασία, στην αμοιβή, στις αλυσίδες αξίας, στα υπέρογκα χρέη.

Χρειαζόμαστε να βλέπουμε με ελπίδα το μέλλον μιας και δεν βλέπουμε τον θάνατο που κυκλοφορεί με τον ιό που μας θυμίζει ότι η ζωή είναι μικρή και απρόβλεπτη. Ο άνθρωπος όμως χρειάζεται πάνω απ’ όλα να ξέρει πως να προϋπολογίσει την ζωή του, πως θα προγραμματίσει τις σπουδές των παιδιών του, τι σύνταξη να περιμένει, πως θα πληρώσει δάνεια και φόρους που μπήκαν σε αναστολή μαζί με την εργασία του. Και σε αυτά δεν τολμάει κανείς να κάνει προβλέψεις.

Διότι η κάθε κοινωνία χωρίστηκε πλέον στους βολεμένους και στους επιδοτούμενους. Σε αυτούς που μιλούν με γεμάτη τσέπη και μηδενικά στους λογαριασμούς και σε αυτούς που εξαπατούν τους εαυτούς τους με ατέλειωτες ώρες στα social media εισπράττοντας τα 534. Αλλά το ότι είναι κλειστά τα μαγαζιά και δεν ψωνίζει ο κόσμος δεν σημαίνει ότι φθάνουν τα λεφτά αυτά για αξιοπρεπή ζωή.

Βρέθηκε ξαφνικά χρήμα. Το κράτος έγινε αιμοδότης νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Ας αναλογιστούμε πως συνέβη αυτό. Ας σκεφτούμε τι σημαίνει το αιματηρό πλεόνασμα που φτιάχτηκε και τι το νέο χρέος που δημιουργείται. Δεν χρειάζεται να μελαγχολήσουμε. Αλλά δεν χρειάζεται να ακούμε αδιαμαρτύρητα τους διανοητές του σαλονιού. Γιατί σαλόνια έχουν όλοι οι άνθρωποι στα σπίτια τους, είτε ξέρουν είτε όχι από οικονομική πολιτική…

 

 

Αφήστε ένα σχόλιο