Covid-19 -Μέρος Δεύτερον

Covid-19 -Μέρος Δεύτερον


του Όθωνα Κουμαρέλλα

Στο πρώτο μέρος αυτής της ανάλυσης για τη νέα νόσο που ξέσπασε από τις αρχές του χρόνου και κάλυψε όλον τον πλανήτη με τα γνωστά αποτελέσματα, είχαμε ασχοληθεί κυρίως με την κατάσταση του εθνικού συστήματος υγείας και τις πραγματικές του δυνατότητες να ανταπεξέλθει σε μια τέτοια μεγάλη υγειονομική πρόκληση, κάτι που οδηγούσε αναπόδραστα στη λήψη μέτρων ανακοπής του επιδημικού κύματος. Είχαμε τονίσει τις αντιφάσεις που ζούμε μεταξύ του δέοντος και του επιθυμητού. Του μέτρου και της μεγάλης ασυμμετρίας. Της ελευθερίας και της δυστοπίας που υλοποιείται στο όνομά της. Αυτού που θα έπρεπε και αυτού που εξ αντικειμένου μπορεί να γίνεται με βάση τις διαμορφωμένες -από άλλους- συνθήκες…. Συνθήκες που οφείλουμε να αλλάξουμε!

Σήμερα ένα μήνα περίπου μετά, με την επιδημία σε αποδρομή στη χώρα μας, και με τα μέτρα να αποσύρονται σταδιακά έχουμε τη δυνατότητα και με βάση πληθώρα στοιχείων που προστέθηκαν να κάνουμε ακόμη πιο αναλυτικές προσεγγίσεις για το θέμα που μας ταλάνισε και μας ταλανίζει και πολύ φοβάμαι ότι θα μας απασχολεί για πολύν καιρό ακόμα. Στοιχεία και δεδομένα που προστέθηκαν και τα οποία θέτουν σε ευθεία αμφισβήτηση την καθολικότητα και τη σκληρότητα των μέτρων που ελήφθησαν προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πανδημικό κύμα και όχι μόνον στη χώρα μας.

Τι κρίνεται

Δεν αμφισβητείται ούτε η ύπαρξη της πανδημίας, ούτε η επικινδυνότητα της ίωσης, ούτε τα ενδεχόμενα προβλήματα που θα μπορούσαν να δημιουργηθούν λόγω συμφόρησης των νοσοκομείων και των ΜΕΘ, όπως εκείνα που δημιουργήθηκαν στη βόρειο Ιταλία, ή τη Νέα Υόρκη.

Ούτε αμφισβητείται η αναγκαιότητα λήψης μέτρων απέναντι σε μια νέα ίωση που οι επιστήμονες δεν γνώριζαν σχεδόν τίποτε γι’ αυτήν. Κι αυτό ήταν εξ αρχής το πρόβλημα. Η άγνοια, η ανετοιμότητα και η για χρόνια συνειδητή υποβάθμιση των συστημάτων υγείας και ο -εξ αιτίας όλων αυτών- πανικός των αρμοδίων που κλήθηκαν να διαχειριστούν την αιφνίδια κρίση.

Η έκταση, το είδος, η ποιότητα και η αποτελεσματικότητα των όποιων μέτρων κρίνεται λοιπόν. Κρίνεται το εάν θα μπορούσε να υπάρξει το ίδιο ή καλύτερο αποτέλεσμα με μια διαφορετική αντιμετώπιση, πιο έξυπνη, πιο μετρημένη και με λιγότερες παρενέργειες στην κοινωνία και το οικονομικό γίγνεσθαι, πέραν και έξω από ψευτοδιλήμματα τύπου υγεία ή οικονομία και τα παρεμφερή, με τα οποία βομβαρδιζόμαστε. Μεταξύ του ενός άκρου και του άλλου υπάρχει το Μέτρο! Αυτό βρέθηκε στα τάρταρα!

Κανείς δεν ισχυρίζεται, ότι θα έπρεπε να συνεχίζουμε τη ζωή μας αμέριμνοι.

Προφανώς μετράει ακόμα και ένας θάνατος, ακόμη και μια σοβαρή νόσηση που μπορεί να αφήσει κουσούρια. Αλλά όταν μιλάμε για επιδημίες τέτοιου τύπου τα νούμερα παίζουν ρόλο στη λήψη των αποφάσεων και στις συνέπειές τους, που ενδέχεται να είναι χειρότερες από την αιτία τους.

Τα αποτελέσματα, όμως, αναφορικά με τα συμπεράσματα που προκύπτουν μέχρι στιγμής είναι συντριπτικά, είτε αρέσει, είτε όχι.

Το ζήτημα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι να πετύχεις το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα με το μικρότερο δυνατό κόστος (κι όχι μόνον ή και καθόλου το οικονομικό).

Η λογική του πονάει δόντι κόβει κεφάλι, προφανώς είναι άκρως αποτελεσματική στο να σταματήσει τον πονόδοντο. Το κεφάλι όμως δεν πρόκειται να επανέλθει στη θέση του, είτε φοράς μάσκα, είτε όχι!

Συμφόρηση και υπερκορεσμός στα νοσοκομεία υπήρξε, τόσο στη βόρεια Ιταλία, όσο στην Ισπανία, στη Νέα Υόρκη και αλλού.

Το είδαμε όλοι αυτό. Παρ’ όλα αυτά ακόμη και εκεί τα ποσοστά θανάτων είναι -τηρουμένων των αναλογιών- χαμηλά.

Ο κορεσμός μάλιστα των νοσοκομείων και των ΜΕΘ δεν εξαρτάται μόνον από τον αριθμό των κρουσμάτων, αλλά κυρίως από τη διαχείρισή τους. Κι εδώ πιαστήκαν οι περισσότεροι αδιάβαστοι.

Παράδειγμα: Πολύ σωστά οι οδηγίες που δόθηκαν εδώ ήταν να μην προσέρχονται οι ασθενείς στα νοσοκομεία, αλλά να παραμένουν απομονωμένοι σπίτι τους και μόνον εάν υπήρχε σοβαρή επιβάρυνση να πηγαίνουν στο νοσοκομείο. Αυτό στις αρχές παρεξηγήθηκε από πολλούς ότι αφήνονται οι ασθενείς στην τύχη τους. Δεν ήταν έτσι. Ήταν σχέδιο για να αποφευχθούν χειρότερα. Η ελληνική… «πατέντα», έστω και γύρω από αυτονόητα, που αποδεικνύεται ότι εν πολλοίς δεν είναι, κάνει πάντα θαύματα!

Στην Ιταλία δεν έγινε αυτό (κι εδώ στην Καστοριά τους ξέφυγε λιγάκι). Καθένας ακόμη και με ελαφρά συμπτώματα και χωρίς να ξέρει τι έχει πήγαινε στο νοσοκομείο. Εκεί στην αρχή δεν είχαν προετοιμαστεί, δεν είχαν καν αντιληφθεί ότι εξαπλώνονταν η νόσος, τους δέχονταν όλους με χαλαρά μέτρα προστασίας με συνέπεια τα ίδια τα νοσοκομεία να εξελιχθούν σε «υπερμολυντές». Αυτό αποδεικνύεται και από τον μεγάλο αριθμό κρουσμάτων και θανάτων μεταξύ του υγειονομικού προσωπικού.

Ναι λοιπόν φράκαραν τα νοσοκομεία σε συγκεκριμένες περιοχές. Το γιατί φράκαραν θα ασχοληθεί κανείς για να μην επαναληφθεί; Ή «βολεύονται» όλοι πίσω από την επικινδυνότητα της νόσου και τα εξ απρονοησίας γεγονότα που τη συνόδευσαν για να δικαιολογήσουν τον παραλογισμό που επικράτησε;

Θα μας εξηγήσει κανείς γιατί ένα μεγάλο μέρος των θανάτων αφορούσε τα γηροκομεία, που πέθαιναν οι γέροντες αβοήθητοι ακόμη και από πείνα στις περισσότερες χώρες της… πολιτισμένης Ευρώπης; Ή μήπως φταίει και γι’ αυτό η… κλιματική αλλαγή; Ας μη γελάσει κανείς. Είναι ικανοί για όλα και πολύ εφευρετικοί να πλασάρουν τις επιλογές τους! Μέχρι κι ο κ. Τσιόρδας άρχισε να ψελλίζει κάτι πρόσφατα, ζηλώσας την δόξαν της δεσποινίδος Γκρέτας. Αρκεί ο Π.Ο.Υ. να δώσει τη «γραμμή».

Θα μας εξηγήσει κανείς γιατί δεν υπήρξε έγκαιρη μέριμνα για ενίσχυση των νοσοκομείων και των ΜΕΘ;

Στη Σουηδία αίφνης δεν πήραν σκληρά μέτρα καραντίνας, αλλά τριπλασίασαν τις ΜΕΘ. Χάσανε στη διαχείριση των γηροκομείων και το παραδέχονται. Κάπως αργά βεβαίως!

Εδώ, σε γενικές γραμμές έδειξαν ετοιμότητα. Ο φόβος της κατάρρευσης έδρασε καταλυτικά. Έγκαιρα έδωσαν οδηγίες στα γηροκομεία, ενώ πολλές οικογένειες, που είχαν την ευχέρεια, απέσυραν τους γέροντες και τους προφύλαξαν στο σπίτι τους, αναδεικνύοντας για ακόμη μια φορά την απαράμιλλη αξία της οικογένειας.

Σε κεντρικό επίπεδο πάλι, προσπάθησαν εκ των ενόντων και με μπαλώματα να καλύψουν τα κενά του ερειπίου που αποκαλούν ΕΣΥ, κυρίως με δωρεές από ιδιώτες. Εφαρμόζοντας, επίσης, μια στοχευμένη πολιτική ιχνηλάτησης των κρουσμάτων, η οποία αποδείχθηκε επιτυχής λόγω και του χαμηλού, ως φαίνεται, ιικού φορτίου που εισήλθε στη χώρα, προσπάθησαν εκ των προτέρων τις δικές τους ευθύνες να καλύψουν με το γενικευμένο lock down, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Αρκεί η δική τους ευθύνη να μεταφερθεί στο όνομα της «ατομικής» ευθύνης στις πλάτες όλων μας. Εμείς όλοι δεν είχαμε άλλον δρόμο παρά να αναλάβουμε την ευθύνη για να προστατεύσουμε εαυτούς και αλλήλους.

Η «θνησιμότητα» και η «θνητότητα»

Η «θνησιμότητα» (Mortality Rate -CMR) και η «θνητότητα» (Infection Fatality Rate -IFR) είναι δύο δείκτες εξαιρετικά σημαντικοί για την οποιαδήποτε ασθένεια με επιδημικά χαρακτηριστικά. Είναι όμως διαφορετικοί και μας δίνουν εντελώς διαφορετικές πληροφορίες.

Η θνησιμότητα αφορά στο αποτέλεσμα σε αριθμό θανάτων που προκαλεί μια επιδημική νόσος σε κλίμακα κοινότητας, δηλαδή γενικού πληθυσμού, είτε συνολικά από την έναρξη μέχρι την οριστική αποδρομή της, είτε στη μονάδα χρόνου (ημέρα, εβδομάδα, μήνας, έτος). Εάν την αποδεσμεύσουμε από τη μονάδα χρόνου, τότε λογικά ο δείκτης βαίνει αυξανόμενος μέχρι την πλήρη αποδρομή της επιδημίας.

Η θνητότητα αφορά στις πιθανότητες που έχει κάποιος να επιζήσει, ή να πεθάνει, εφ’ όσον προσβληθεί από την ασθένεια κι έχει να κάνει με τον αριθμό των θανάτων σε συγκεκριμένο εξ αρχής προσδιορισμένο αριθμό κρουσμάτων. Πχ στους 100 ασθενείς πόσοι θα επιβιώσουν και πόσοι θα πεθάνουν, ανεξαρτήτως μονάδας χρόνου. Όμως αυτό είναι δύσκολο να προσεγγισθεί με ακρίβεια αφού τις περισσότερες φορές είναι αδύνατο να έχουμε τον ακριβή αριθμό κρουσμάτων, ειδικά σε νόσους με γενικά ήπια χαρακτηριστικά, όπου πολλοί παραμένουν ασυμπτωματικοί, όπως συμβαίνει πανθομολογουμένως με τον Covid-19 -εάν συμβαίνει και πόσο συμβαίνει.

Γι’ αυτό η θνησιμότητα είναι πιο ασφαλής δείκτης αφού αφορά σε «σκληρά» δεδομένα. Αριθμός θανάτων δια του πληθυσμού.

Φυσικά οι δύο δείκτες σχετίζονται μεταξύ τους, αλλά όχι αναλογικά, ούτε απόλυτα.

Η θνητότητα επηρεάζει τη θνησιμότητα (είναι η γενεσιουργός της αιτία), αλλά όχι το αντίστροφο.

Μπορεί να έχουμε πολύ χαμηλή θνησιμότητα, αλλά υψηλότατη θνητότητα πχ SARS, MERS κτλ., αφού η θνησιμότητα επηρεάζεται και από έναν τρίτο παράγοντα, τη «μεταδοτικότητα», δηλαδή την ταχύτητα και το εύρος μετάδοσης μιας μολυσματικής νόσου που προκαλεί θανάτους.

Μπορεί να έχουμε και τα δύο μεγέθη πολύ υψηλά, ή πολύ χαμηλά. Επίσης, σε εξαιρετικές περιπτώσεις πραγματικού πανδημικού φαινομένου να έχουμε υψηλή θνησιμότητα, λόγω καθολικότητας της μόλυνσης, αλλά εν τέλει χαμηλή σχετικά θνητότητα.

Και οι δύο δείκτες επηρεάζονται από πληθώρα παραγόντων και γι’ αυτό παρατηρούνται έντονες διαφορές από τόπο σε τόπο και από χώρα σε χώρα.

Η θνησιμότητα επηρεάζεται πχ από την πυκνότητα ενός πληθυσμού που πλήττεται, η θνητότητα είναι ανεξάρτητη από αυτήν, αφού αφορά στις πιθανότητες επιβίωσης κάποιου που μολύνεται.

Η θνητότητα μπορεί να επηρεάζεται από διαφορετικούς παράγοντες, κοινωνική και οικονομική θέση, φύλο, ηλικία, γονιδιακές διαφοροποιήσεις, συνοσηρότητες, ιικό φορτίο προσβολής, ποιότητα συστημάτων υγείας, φαρμακευτική διαθεσιμότητα, εμβόλιο κτλ.

Ποιος από τους δύο δείκτες έχει μεγαλύτερη αξία;

Νομίζω και οι δύο.

Σε ποιον όμως μπορούμε να δώσουμε μεγαλύτερη βαρύτητα;

Εδώ υπεισέρχεται ο υποκειμενισμός.

Εάν ανήκω σε ευάλωτη ομάδα πληθυσμού (ηλικία, υποκείμενο νόσημα κτλ) προφανώς με ενδιαφέρει κυρίως η θνητότητα. Τι πιθανότητες έχω να επιζήσω (εγώ ο ίδιος) εάν παρ’ ελπίδα κολλήσω.

Τους επιδημιολόγους και αυτούς που λαμβάνουν τις αποφάσεις, φαίνεται να τους ενδιαφέρει η θνησιμότητα στη μονάδα του χρόνου σε σχέση με την ταχύτητα εξάπλωσης (πχ πόσα κρούσματα θα έχουμε για να αποφύγουμε κορεσμό στις εντατικές και συνεπώς θανάτους με αρνητικά πολιτικά αποτελέσματα).

Αντίθετα τους κλινικούς γιατρούς τους ενδιαφέρει να μπορούν να αντιμετωπίσουν το κάθε ξεχωριστό κρούσμα με επιτυχία. Συνεπώς η θνητότητα, δηλαδή η πιθανότητες που έχει να επιβιώσει ο καθένας από τους ασθενείς τους, είναι πρώτης και κύριας προτεραιότητας που παλεύουν για να την κρατήσουν όσο πιο χαμηλά γίνεται.

Όμως και οι δύο δείκτες, μαζί με την ταχύτητα μετάδοσης είναι χαρακτηριστικοί μιας επιδημίας και κατά τη γνώμη μου ίσης βαρύτητας. Με τη διαφορά ότι η πιθανολογούμενη θνησιμότητα είναι εκείνη που θα επηρεάσει τις αποφάσεις που λαμβάνονται για την αναχαίτιση της επιδημίας κι εδώ υπεισέρχεται το πολιτικό και ιδεολογικό κριτήριο.

Πχ στην περίπτωση μας, «μαντρώνουμε» τον κόσμο μέσα εκφοβίζοντάς τον, αλλά δεν παίρνουμε ουσιαστικά μέτρα αναβάθμισης των συστημάτων υγείας, που θα μείωναν την επικινδυνότητα της νόσου όσον αφορά στη θνητότητα που προκαλεί, την οποία κραδαίνουμε για εκφοβισμό και προκειμένου να μεταφέρουμε την ευθύνη στις πλάτες των πολλών. Ομνύουμε στις ζωές των ανθρώπων, αλλά η σκέψη μας παραμένει προσηλωμένη στα κέρδη του ιδιώτη και πως αυτά θα αυγατίσουν, με το δημόσιο σε κατασταλτικό ρόλο και μόνον κι εξ ανάγκης λειτουργικό με το κόστος επιμεριζόμενο στους πολλούς.

Η πορεία της θνησιμότητας εκ του Covid-19 εξ αρχής μέχρι σήμερα σε παγκόσμιο επίπεδο, περιφερειακό, ή και τοπικό – χώρας, όπως προκύπτει από τα κατωτέρω παρουσιαζόμενα στοιχεία δεν αιτιολογεί επαρκώς τα γενικευμένα οριζόντια μέτρα και το lock down που επιβλήθηκαν, ούτε την κατατρομοκράτηση του κόσμου από τα ΜΜΕ για να πειθαρχήσει σε αυτά.

Τα «σκληρά» στοιχεία

Πέραν των αμφιλεγόμενων ένθεν κακείθεν μελετών και τις θέσεις των επιδημιολόγων, των ΜΜΕ και των κυβερνήσεων, έχουμε κάποια πολύ «σκληρά» στοιχεία στη διάθεσή μας σε σχέση με την εξέλιξη της πανδημίας.

Με βάση αυτά ο καθένας μπορεί να διαμορφώσει την άποψή του κατά πόσο τα μέτρα που πάρθηκαν με το γενικευμένο lock down και ό,τι αυτό προκάλεσε και προκαλεί στην οικονομία και την κοινωνικότητα των ανθρώπων, ήσαν τα κατάλληλα, ή ήσαν υπερβολικά, ή δεν χρειάζονταν καθόλου.

Επειδή, όπως είναι φανερό ακόμη και σήμερα ο ακριβής προσδιορισμός των πραγματικών περιστατικών που προσβλήθηκαν μέχρι στιγμής από τον Covid-19 σε παγκόσμιο επίπεδο δεν είναι δυνατός για να έχουμε σαφή εικόνα της θνητότητας που προκαλεί η νόσος, θα αρκεστούμε στη μέχρι στιγμής θνησιμότητα σε μηνιαία βάση. Μόνον στο τέλος θα προχωρήσουμε σε μια κατ’ αρχήν εκτίμηση της θνητότητας σε περιοχές που ο έλεγχος του πληθυσμού με μοριακά τεστ έφτασε σε υψηλό ποσοστό, έτσι ώστε να εξαχθούν κάποια πρώτα συμπεράσματα σε σχέση με τον δείκτη αυτόν.

Έχουμε λοιπόν:

1. Σε έναν πληθυσμό 885,53 εκατομμυρίων κατοίκων (που αντιστοιχεί στο 11,50% του παγκόσμιου πληθυσμού), που αφορά στο σύνολο των πληθυσμών ΗΠΑ, Ευρωζώνης, Η. Βασιλείου και Ρωσσίας υπάρχουν μέχρι σήμερα (Κυριακή 17 Μαΐου 2020), στο διάστημα των σχεδόν τεσσάρων μηνών της πανδημίας, 242.634 θάνατοι, ή 274 θάνατοι ανά εκατομμύριο πληθυσμού. Αυτό σημαίνει ότι αντιστοιχεί 1 θάνατος ανά 3.650 κατοίκους των περιοχών αυτών (885.530.718/242.634). Ήτοι κάθε μήνα αντιστοιχεί ένας θάνατος ανά 10.949 ανθρώπων. Προσοχή κάθε μήνα από τους τρεις της πανδημίας (από 15 Φεβρουαρίου έως και την 17η Μαΐου 2020), αριθμός σχετικός βέβαια διότι οι θάνατοι δεν συνέβησαν με αναλογικό τρόπο κάθε μήνα, με την περίοδο από 20 Μαρτίου έως 20 Απριλίου να ήταν η πλέον φονική, άρα κι εδώ αναφερόμαστε σε μέσον όρο μηνιαίων θανάτων.

2. Όπως είναι λογικό, αναμενόμενο και προκύπτει από τα δεδομένα, υπάρχουν τεράστιες διαφορές από περιοχή σε περιοχή και από χώρα σε χώρα, αναφορικά με τον αριθμό των θανάτων. Όπως επίσης σημαντικές διαφορές υπάρχουν και μεταξύ των ηλικιακών ομάδων πληθυσμού με το 95% των θανάτων να αφορούν στην ηλικιακή ομάδα άνω των 65 ετών, με σημαντικό ρόλο να διαδραματίζει η ύπαρξη υποκείμενων νοσημάτων.

Πιο αναλυτικά:

– Στη Νέα Υόρκη (πολιτεία) -που φαίνεται να έχει την παγκόσμια πρωτιά σχέσης θανάτων – πληθυσμού- καταγράφονται 28.324 θάνατοι που αντιστοιχούν σε έναν θάνατο ανά 2.060 κατοίκους τον μήνα από covid-19 (με μόλις 1 θάνατο ανά 41.202 για ηλικίες κάτω των 65 ετών).

– Γενικά στις ΗΠΑ η αναλογία αυτή κατεβαίνει δραματικά και φτάνει τον ένα θάνατο ανά 10.949 τον μήνα, ακριβώς δηλαδή στον μέσο όρο.

– Στην Ιταλία καταγράφονται 31.908 θάνατοι στο σύνολο και ένας θάνατος τον μήνα ανά πληθυσμό 5.685 ατόμων.

– Στο Βέλγιο έχουμε 1 θάνατο ανά 3.841 Βέλγους τον μήνα.

– Στη Ρωσία η αναλογία είναι 1 θάνατος προς 166.402 τον μήνα!

– Στην Ελλάδα καταγράφονται με ή από covid 163 θάνατοι, ένας θάνατος ανά 63.984 συνολικά και μόλις 1 θάνατος ανά 191.948 πληθυσμού τον κάθε μήνα της πανδημίας μέχρι και την 17η Μαΐου.

Σημειωτέον ότι σε όλες αυτές τις χώρες ελήφθησαν σκληρά μέτρα καραντίνας, όπως στη χώρα μας.

3. Σε αντιδιαστολή υπάρχουν δύο χώρες στην Ευρώπη που δεν έλαβαν οριζόντια μέτρα, αλλά χαλαρά και περισσότερο στοχευμένα:

3.1. Ισλανδία. Η αναλογία θανάτων προς πληθυσμό αντιστοιχεί σε 1 θάνατο ανά 102.373 κατοίκους τον κάθε μήνα από τους τρεις της πανδημίας.

3.2. Σουηδία (το αντιπαράδειγμα): Μέχρι χθες καταγράφονται συνολικά 3.679 θάνατοι από covid σε μια αναλογία 1/2.745, δηλαδή από την αρχή της πανδημίας στους 2.745 Σουηδούς πέθανε ο ένας και σε μηνιαία βάση πέθανε ο ένας στους 8.235. Πολύ καλύτερα από Βέλγιο, Βόρεια Ιταλία, Νέα Υόρκη κτλ, αν και κάτω (χειρότερα) από τον μέσο όρο των 1/10.949.

Παρατήρηση: Σε όλες τις περιπτώσεις δεν μπορούμε να μιλάμε για ποσοστά θανάτων επί τοις εκατόν, αλλά επί τοις χιλίοις, δεκάκις, ακόμα και εκατοντάκις τοις χιλίοις (Ρωσσία, Ισλανδία, Ελλάδα)! Σημειωτέον, ότι το ίδιο χρονικό διάστημα πέθαναν στις περιοχές που ελέγχουμε ακόμα περίπου 2.000.000 άνθρωποι από κάθε άλλη αιτία, ήτοι 1 στους 443, ή τον μήνα 1/1.328. Προσθέτοντας τους θανάτους εξ αιτίας του Covid-19 τότε η αναλογία αυτή διαμορφώνεται σε 1/1.185. Η διαφορά αυτή που αφορά στο 0,009% του συνολικού πληθυσμού που εξετάζουμε φαντάζει ασήμαντη, προφανώς δεν είναι κολοσσιαία, αποδεικνύει όμως ότι ο Covid-19, ανεξαρτήτως προέλευσης, όντως δεν είναι μια απλή γρίπη (αν και η γρίπη προκαλεί αντίστοιχες μεταβολές πάνω-κάτω, αλλά είναι γνωστή και υπάρχει εμβόλιο), που θα έπρεπε να μας αφήσει αδιάφορους, ούτε ότι τα ληφθέντα μέτρα αποτελούν αποκύημα μιας παγκόσμιας συνωμοσίας! Μέτρα πανικού ίσως! Μέτρα που θα έπρεπε να είναι διαφοροποιημένα σε ένταση και έκταση από τόπο σε τόπο και από χώρα σε χώρα, ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες κι ενός κατά περίπτωση εξειδικευμένου σχεδιασμού, χωρίς να είναι δυνατόν να υπολογιστούν ακόμη σε όλη τους την ένταση και την έκταση οι επιπτώσεις από την καθολική και οριζόντια εφαρμογή τους.

Πανδημία;

Στο σύνολο των περιοχών που εξετάζουμε (ΗΠΑ, Ευρωζώνη, Ρωσσία και Ην. Βασίλειο) των 855,53 εκατομμυρίων πληθυσμού έχουμε επίσης μέχρι στιγμής (Κυριακή 17 Μαΐου) καταγεγραμμένα 3.092.760 κρούσματα. Δηλαδή, μόλις το 0,35% του πληθυσμού! Ενώ φτάσαμε σε αυτό το ποσοστό σε μια πανδημική διάρκεια σχεδόν τεσσάρων (4) μηνών μιας ταχέως -υποτίθεται- διαδιδόμενης ίωσης.

Το τόσο χαμηλό ποσοστό προσβολής μόλις του 0,35% του πληθυσμού και μάλιστα με την ίωση να δείχνει σοβαρά σημάδια υποχώρησης στις περισσότερες περιοχές, σε σημείο που να αίρονται τα έκτακτα μέτρα, μας βάζει σε σκέψεις. Τι ακριβώς συμβαίνει; Δεν υπάρχει πανδημία, και άδικη όλη αυτή η ταλαιπωρία, ή μήπως τα κρούσματα είναι πολύ περισσότερα και δεν καταγράφονται λόγω αδυναμίας των συστημάτων να παρακολουθήσουν στα σοβαρά την εξέλιξη της επιδημίας; Με τους θανάτους τι γίνεται είναι τόσοι όσοι παρουσιάζονται, ή μήπως είναι πολλοί περισσότεροι; Ή μήπως είναι τελικά λιγότεροι;

Κι εάν τα κρούσματα είναι περισσότερα, πόσο περισσότερα είναι;

Οι αρχικές επίσημες εκτιμήσεις έκαναν λόγο ακόμη και για 10 φορές περισσότερα. Άλλες αμφιλεγόμενες μελέτες με αντισώματα έδειξαν ότι μπορεί να φτάνουν ακόμη και τις 80 φορές των επισήμων καταγραφών.

Όλα αυτά δημιούργησαν μια μεγάλη σύγχυση κι έδωσαν τροφή για σοβαρές αντεγκλήσεις ακόμη και μεταξύ των ειδικών επιστημόνων, με τα «χτυπήματα κάτω από τη ζώνη» να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της αντιπαράθεσης προκειμένου να υπονομευθεί η αξιοπιστία του «αντιπάλου» για συμμετοχή σε πολιτικά, ή επιχειρηματικά παιχνίδια, αφού ο αριθμός των κρουσμάτων κυρίως ασυμπτωματικών που δεν ανιχνεύονται, επηρεάζει άμεσα τον δείκτη της θνητότητας, δείχνει δηλαδή κατά πόσο φονική είναι η νόσος. Συνεπώς προσφέρεται για πολιτικού τύπου εκμετάλλευση αναφορικά με την αναγκαιότητα ή μη λήψης μέτρων και συμβάλλει έτσι στη δημιουργία «παρατάξεων» υποστήριξης της μιας, ή της άλλης πλευράς. Παραλογισμός κι όχι μόνον!

Όμως, παρατηρούμε ότι η οποιαδήποτε διαφορετική άποψη που μπορεί να αμφισβητεί έμμεσα, ή άμεσα, το κυρίαρχο «αφήγημα» περί πανδημικής κρίσης και αναγκαιότητας των σκληρών lock down, απομονώνεται ή συκοφαντείται, είτε ότι προέρχεται από συνωμοσιολόγους, (και όντως υπάρχουν πολλοί αφελείς έως επιτήδειοι εκεί έξω για να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι), είτε ότι υποκρύπτει συμφέροντα που τίθενται άλογα υπεράνω της ζωής και της υγείας των ανθρώπων, θυμίζοντας σε όλους αυτούς που προσπαθούν να διατηρήσουν τη ψυχραιμία τους το «φωνάζει ο κλέφτης».

Κανείς όμως δεν αμφισβήτησε τις πρώτες εκτιμήσεις από την Γουχάν της Κίνας από όπου ξεκίνησε η ίωση, ότι υπάρχει μια σχέση 80 – 20 μεταξύ αυτών που παραμένουν ασυμπτωματικοί ή έχουν ελαφρά συμπτώματα κοινού κρυολογήματος και αυτών που νοσούν πιο σοβαρά και επιζητούν ιατρική βοήθεια. Οι τελευταίοι είναι αυτοί φυσικά που εύκολα ελέγχονται και καταγράφονται, με μικρό ποσοστό των ασυμπτωματικών να βρίσκονται μέσω των ιχνηλατήσεων, ή τυχαία. Η αναλογία αυτή είναι απολύτως συμβατή με τον γνωστό από παλιά «φυσικό νόμο» του Vilfredo Pareto, τον οποίο είχε την καλοσύνη να μου υπενθυμίσει ο αγαπητός φίλος Γιάννης Κουκουφίκης.

Εάν είναι έτσι, τότε τα πραγματικά κρούσματα (καταγεγραμμένα και αφανή) ανέρχονται στις περιοχές ελέγχου σε περίπου 15,5 εκατομμύρια ή στο 1,75% του συνολικού πληθυσμού των περιοχών που εξετάζουμε.

Τι είδους πανδημία είναι αυτή που έχοντας ξεπεράσει την κορύφωσή της και βρίσκεται σε φθίνουσα πορεία (ανεξάρτητα εάν ακολουθήσει δεύτερο κύμα ή όχι), έχει προσβάλλει μόλις το 1,75% του πληθυσμού, με μια γενική καθ’ όλη την χρονική περίοδο εξέλιξης της επιδημίας θνησιμότητα στο 0,027% (συμπεριλαμβανομένων των σφοδρά πληγέντων περιοχών, όπως η βόρεια Ιταλία, η Ισπανία, το Βέλγιο, η Νέα Υόρκη);

Θα αναρωτηθεί κάποιος τι περίμενες εσύ τα δεκάδες εκατομμύρια θανάτους για να θεωρήσεις ότι το θέμα είναι σοβαρό; Επαναλαμβάνω ότι το θέμα είναι έτσι κι αλλιώς σοβαρό, αλλά υπενθυμίζω ότι πολλοί έσπευσαν στις αρχές να μιλούν για εκατόμβες και για πολλά εκατομμύρια θανάτους πχ  Neil M Ferguson και Imperial College.

Μεταδοτικότητα

Πόσο υψηλή είναι τελικά η μεταδοτικότητά της Covid-19 που προκαλεί τον τρόμο, όταν μόνον στις ΗΠΑ την περίοδο 2018-19 είχαμε 35 εκατομμύρια περιστατικά γρίπης;

Όταν μάλιστα πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι η επιδημία υπόβοσκε ήδη από τον Νοέμβριο του 2019 και εκδηλώθηκε στην Κίνα στα μέσα Δεκεμβρίου, δηλαδή βάσιμα μπορούμε να υπολογίσουμε ότι ήδη διανύει μια χρονική διαδρομή τουλάχιστον 6 μηνών;

Ένας άλλος τρόπος προσέγγισης του πραγματικού αριθμού των κρουσμάτων, και συνεπώς της μεταδοτικότητας της ίωσης, και αφού από πολλές πλευρές τα τεστ αντισωμάτων δεν θεωρούνται επαρκώς αξιόπιστα, θα ήταν η αναγωγή της σχέσης των επιβεβαιωμένων περιστατικών με τον ελεγμένο με μοριακό τεστ αριθμό ατόμων στον γενικό πληθυσμό. Όμως η μέθοδος αυτή έχει το μειονέκτημα ότι τα τεστ που έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι τώρα είναι πολύ λίγα πέραν των διαφορετικών αριθμών ελέγχων από περιοχή σε περιοχή και από χώρα σε χώρα και φτάνει μόλις το 3,99% σε ολόκληρη την περιοχή ελέγχου. Επίσης όσο αυξάνει ο αριθμός των τεστ, τόσο μειώνεται ο αριθμός των υποτιθέμενων κρουσμάτων αφού δεν αυξάνεται αντίστοιχα ο αριθμός αυτών που επιβεβαιώνονται ο οποίος βαίνει μειούμενος, συνεπώς εφ’ όσον το «δείγμα» είναι μικρό, μη τυχαιοποιημένο και μη αντιπροσωπευτικό, το συμπέρασμα που θα προκύψει θα είναι λανθασμένο.

Στην Ευρώπη, μόνον στην Ισλανδία ελέγχθηκε το 16,67% του συνολικού πληθυσμού της χώρας και το μέγεθος του δείγματος εκεί μπορεί να μας δώσει κάποια πρώτα σχετικά ασφαλή στοιχεία. Με δεδομένο μάλιστα ότι η επιδημία εκεί έχει ελεγχθεί πλήρως και δεν καταγράφονται νέα κρούσματα παρά τους συνεχιζόμενους ελέγχους, μπορούμε βάσιμα να εικάσουμε ότι ο αριθμός των καταγεγραμμένων κρουσμάτων είναι ελάχιστα μικρότερος των πραγματικών, αφού φαίνεται ότι πολύ λίγα διέφυγαν των επισταμένων ελέγχων που έγιναν εκεί. Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε πόσα από τα επιβεβαιωμένα κρούσματα νοσηλεύτηκαν και πόσα παρέμειναν ασυμπτωματικά, ή με ελαφρά συμπτώματα. Έτσι κι αλλιώς όμως η περίπτωση της Ισλανδίας έρχεται να καταρρίψει τη θεωρία των δεκάδες φορές περισσότερων ασυμπτωματικών που δεν καταγράφονται. Είναι η εξαίρεση; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα.

Εκτός περιοχής ελέγχου μόνον στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν γίνει τεστ σε μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού που φτάνει επίσης και ξεπερνά το 16% του συνόλου. Εκεί έχουμε 23.358 επιβεβαιωμένα κρούσματα σε έναν πληθυσμό 9.890.402 κατοίκων με τον αριθμό των τεστ να φτάνει τα 1.600.923. Δηλαδή τα θετικά κρούσματα φτάνουν το 1,46% των ελεγχθέντων και η επιδημία είναι ακόμη ενεργή. Η αναγωγή στον γενικό πληθυσμό μας δείχνει ότι το μάξιμουμ των κρουσμάτων δεν μπορεί να ξεπερνά τις 144.000 δηλαδή 6 φορές τα καταγεγραμμένα, με αυτά να συμπεριλαμβάνονται.

Όμως και στην περίπτωση των ΗΑΕ ο αριθμός των κρουσμάτων που επιβεβαιώνεται είναι πολύ μικρότερος των τεστ που πραγματοποιούνται με συνέπεια να αυξάνει συστηματικά με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα ο παρονομαστής του κλάσματος από τον αριθμητή και να δίνει ολοένα και μικρότερο αριθμό πιθανών κρουσμάτων που διαφεύγουν τον έλεγχο.

Η μέθοδος όμως αυτή της αναγωγής έχει και άλλου τύπου προβλήματα που εμποδίζουν τον έστω κατά προσέγγιση υπολογισμό των πραγματικών κρουσμάτων της νόσου, όπως κάτι που μπορεί να ισχύει στην Ισλανδία, που είναι ένας μικρός και σχετικά απομονωμένος πληθυσμός, είναι πολύ δύσκολο να ισχύει σε μεγάλους πυκνούς και εκτεθειμένους με υψηλή διεθνή διασυνδεσιμότητα πληθυσμούς πχ Νέα Υόρκη, ή βόρειος Ιταλία.

Ο μέσος όρος όμως πρέπει να βρίσκεται κοντά στο 80 προς 20 δηλαδή συνολικά πενταπλάσιος των καταγραφομένων κρουσμάτων (συνολικά επιβεβαιωμένα και μη ανιχνευμένα) και αυτό δείχνει ότι και η μεταδοτικότητα της νόσου δεν είναι τόσο υψηλή, όσο είχε θεωρηθεί στην αρχή.

Εάν είναι έτσι, τότε στις περιοχές του δικού μας ελέγχου (ΗΠΑ, Ευρωζώνη, Ρωσσία και Ην. Βασίλειο) ο συνολικός αριθμός των κρουσμάτων ενδέχεται να προσεγγίζει τα 3.092.760 Χ 5 = 15.463.800, δηλαδή το 1,75% του συνολικού πληθυσμού όπως προϋπολογίσθηκε, φυσικά με έντονες διαφοροποιήσεις από περιοχή σε περιοχή και από χώρα σε χώρα. Αίφνης στη Νέα Υόρκη μπορεί να φτάνει, ή και να ξεπερνά το 10% του συνολικού πληθυσμού της πολιτείας. Αντίθετα στην Ελλάδα να μην ξεπερνά το 0,14% του πληθυσμού της χώρας μας.

Με τόσες αβεβαιότητες και δυσκολίες υπολογισμού δεν είναι δυνατό να έχουμε ασφαλή νούμερα ούτε για τον αριθμό των κρουσμάτων, ούτε για τη μεταδοτικότητα και τη θνητότητα που προκαλεί η ίωση. Πάντως φαίνεται να αδυνατίζουν ολοένα και πιο πολύ τα πανδημικά χαρακτηριστικά που αρχικά αποδόθηκαν στη νόσο, αφού ο πληθυσμός που προσβάλλεται είναι μικρός σε αριθμό και ποσοστιαία σε σχέση με το σύνολο, καθώς επίσης και από την θνησιμότητα, της σχέσης δηλαδή θανάτων με γενικό πληθυσμό, που παραμένει, όχι αμελητέα, αλλά εξαιρετικά χαμηλή.

Φυσικά η διακοπή από ένα σημείο και ύστερα των κάθε είδους συγκοινωνιών μεταξύ των χωρών και τα μέτρα του lock down έδρασαν αποφασιστικά προς αυτήν την κατεύθυνση περιορισμού της επιδημίας με ανακοπή του ρυθμού της μετάδοσής της, με πολύ μικρά τα δείγματα (πχ Σουηδία) που δείχνουν ότι τα μέτρα δεν έπαιξαν σπουδαίο ρόλο. Θα μπορούσαμε, χωρίς να υπάρχουν ισχυρά αντίθετα επιχειρήματα, να θεωρήσουμε ότι και τα μέτρα αλλού έπαιξαν καταλυτικό ρόλο, αλλού επηρέασαν τις εξελίξεις λίγο και αλλού καθόλου. Βεβαίως και ο χρόνος που ελήφθησαν κατά χώρα και περιοχή επηρεάζουν τη γενική εικόνα. Ακούγεται λογικό, ότι έγκαιρη πρόβλεψη και σχεδιασμός απαιτεί λιγότερα και απολύτως στοχευμένα μέτρα, που θα έχουν υψηλό βαθμό αποτελεσματικότητας, εν αντιθέσει με την περίπτωση καθυστέρησης και έλλειψης σχεδιασμού, όπου οδηγεί σε μέτρα οριζόντιας καθολικής εφαρμογής, σκληρά και εν τέλει με χαμηλή αποτελεσματικότητα και πολλές παράπλευρες επιπτώσεις στην κοινωνία και την οικονομία. Το παράδειγμα της Λομβαρδίας στην Ιταλία, όπως και η Νέα Υόρκη αυτό αποδεικνύουν. Στα καθ’ ημάς «ο φόβος φυλάει τα έρημα» με τον… χωροφύλακα του χωριού να αναλαμβάνει τα υπόλοιπα!

Τα πράγματα θα γίνουν πιο καθαρά στην περίπτωση ενός δεύτερου επιδημικού κύματος και εφ’ όσον είναι πολύ δύσκολο πλέον να επαναληφθούν τα lock down και οι γενικευμένες καραντίνες. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα έλθει δεύτερο κύμα κι ας μείνουμε με τις αβεβαιότητές μας.

Η θνητότητα

Εάν στοιχειωδώς είναι κοντά στην αλήθεια ο παραπάνω υπολογισμός των κρουσμάτων δηλαδή το 1,75% του συνολικού πληθυσμού των εξεταζόμενων περιοχών, τότε προκύπτει μια μέση θνητότητα δηλαδή σχέση θανάτων με κρούσματα που φτάνει τα 15.463.800/242.634 = 1,57% με τεράστιες κι εδώ διαφοροποιήσεις από περιοχή σε περιοχή. Το ποσοστό αυτό είναι πολύ υψηλό για να μας αφήνει αδιάφορους.

Όμως κι εδώ η εικόνα παραμένει θολή, αφού οι περισσότεροι θάνατοι που καταγράφηκαν οφείλονται όχι σε αυτόν καθ’ αυτόν τον Covid-19, αλλά περισσότερο στον πανικό που προκλήθηκε εντός των νοσοκομειακών μονάδων που δεν ήσαν κατάλληλα προετοιμασμένες να υποδεχθούν μαζικά τους ασθενείς και βεβαίως στην εγκατάλειψη αβοήθητων των γερόντων στα γηροκομεία, που αποτελεί βαρύ στίγμα για τον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό!

Αντίθετα στις περιοχές ελέγχου, όπου δεν είχαμε ανάλογα φαινόμενα, όπως και στη χώρα μας, η θνητότητα παρέμεινε πολύ χαμηλή κυμαινόμενη πχ στη Ρωσία 0,19%, στην Ισλανδία μέχρι το πολύ 0,55% κ.ο.κ.

Παρ’ όλα αυτά ακόμη και ο δείκτης αυτός να είναι πολύ μικρότερος δείχνει ότι ο ιός είναι σχετικά φονικός, είτε άμεσα ως νόσος Covid-19, είτε έμμεσα λόγω της κατάρρευσης των έτσι κι αλλιώς υποβαθμισμένων συστημάτων υγείας που κατά περίπτωση προκάλεσε, πυροδοτώντας έκρηξη θανάτων από ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, ή από παραμελημένα και μη τυγχάνοντα κατάλληλης θεραπείας νοσήματα, με την ντροπή των γηροκομείων να στιγματίζει ανεξίτηλα πολιτικές ηγεσίες και επιστημονική (ιατρική) κοινότητα στις χώρες (και είναι αρκετές από τις θεωρητικά «πολιτισμένες» που για πολλούς από τους συμπατριώτες μου αποτελούν πρότυπο) που συνέβη.

Όμως κι εδώ είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του αείμνηστου Κρεμαστινού που ουδέποτε διαψεύστηκε η μαρτυρία του Ανδρέα Λοβέρδου, ότι ο άνθρωπος είχε αποθεραπευθεί από τον Covid και κατέληξε από ενδονοσοκομειακή λοίμωξη. Ήταν το μόνο περιστατικό, ή υπήρξαν κι άλλα; Οι αρμόδιοι τηρούν σιγήν ιχθύος!

Πάντως δεν είμαι εγώ, ούτε κανείς άλλος, αλλά ο επικεφαλής της επιτροπής του ΕΟΔΥ κ. Τσιόρδας που πρώτος μίλησε για «υπερκαταγραφή» θανάτων με και από covid! Έστω κι εάν υποχρεώθηκε να το κάνει, προσπαθώντας να απαντήσει σε υποβολιμαία δημοσιεύματα του γερμανικού τύπου, ότι τάχα η Ελλάδα κρύβει θανάτους.

Το κατά πόσο βέβαια, όλες αυτές οι «παράπλευρες» απώλειες της νόσου θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί με διαφορετικές πολιτικές στον τομέα της δημόσιας υγείας και της υποχρηματοδότησής του, κανέναν δεν απασχολεί. Διότι πρέπει με κάθε τρόπο να δικαιολογηθεί το καθολικό lock down και να μεταφερθεί η ευθύνη από εκεί που ανήκει στα κέντρα λήψης των αποφάσεων στην κοινωνία μέσω της «ατομικής» ευθύνης.

Στο εξής εσείς φταίτε! Εσείς δεν τηρείτε τις αποστάσεις, συγχρωτίζεστε στις πλατείες, δεν φοράτε την ανθυγιεινή μάσκα, δεν πλένετε τα χέρια σας! Λαμβάνετε οι πιστοί τη Θεία Μετάληψη.

Ένας νέος κι επικίνδυνος κοινωνικός αυτοματισμός αναδύθηκε. Να τον… χαιρόμαστε! Πάντα οι δικτατορίες είχαν ανάγκη μια λογικοφανή δικαιολογητική βάση και η υγειονομική κρίση ήλθε να ταιριάξει “γάντι” στην “ανάγκη” των καιρών απέναντι σε μια χιλιοταλαιπωρημένη κοινωνία που ψάχνει εναγωνίως να βρει από κάπου να πιαστεί για να επιβιώσει. Βρέθηκε κι ο ένοχος που δεν ήλθε η… ανάπτυξη και εξαερώθηκε προς άλλον πλανήτη και άλλον γαλαξία!

Ο κορωναϊός τελικά σώζει! Να δούμε μέχρι πότε.

Τι θα μπορούσε να είχε γίνει στη χώρα μας για να αποφευχθεί το lock down

Πρώτον κι επειδή ο ιός δεν γεννήθηκε στην Ελλάδα, αλλά εισήχθη. Όταν ο κίνδυνος έγινε εμφανής ήδη από τις αρχές του Φεβρουαρίου. Από τότε και αφού ήδη καταγράφονταν σποραδικά κρούσματα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη δεν χρειάζονταν πολύ μυαλό για να κατανοήσει κάποιος ότι ο κορωναϊός δεν θα αργούσε να μας κτυπήσει την πόρτα. Εάν όχι ενωρίτερα περί τις 20 Φεβρουαρίου θα έπρεπε να «σφραγιστούν» τα σύνορα και να διακοπούν οι αεροπορικές και άλλες διασυνδέσεις τουλάχιστον από τις χώρες που είχαν καταγραφεί τα πρώτα κρούσματα. Πράγμα που τελικά δεν το απέφυγαν στις 15 Μαρτίου και αφού είχαμε και στην Ελλάδα τους πρώτους νεκρούς. Τη στιγμή όμως που απαιτούνταν η λήψη του μέτρου για να έχει αποτέλεσμα, κάτι τέτοιο ήταν αδιανόητο στους αγόμενους και φερόμενους από τις εθνομηδενιστικές λογικές των «ανοικτών» συνόρων, πειθήνιους υποτακτικούς των ευρωενωσιακών κέντρων.

Γιατί καθυστέρησαν λοιδορώντας μάλιστα τον Τραμπ που διέκοψε τις αεροπορικές συγκοινωνίες με την Κίνα από τις 31 Ιανουαρίου και με την Ευρώπη από τις αρχές Μαρτίου (καθυστερημένα και αυτός βεβαίως για τις ΗΠΑ);

Δεύτερον, ουσιαστική ενίσχυση του συστήματος υγείας έτσι ώστε να μπορεί να αντέξει την πίεση που θα δέχονταν. Ήδη το πρόβλημα είχε να αρχίσει να αχνοφαίνεται από τα μέσα Ιανουαρίου, με τους ιθύνοντες να καθησυχάζουν ότι δεν κινδυνεύουμε αφού δεν υπάρχει απ’ ευθείας αεροπορική σύνδεση με την Κίνα. Το ότι θα μπορούσε να μας έλθει από σπόντα οποτεδήποτε κι από οπουδήποτε λίγοι το σκέφτηκαν και η λήψη μέτρων ενίσχυσης του συστήματος υγείας πάντα σε κόντρα με τις νεοφιλελεύθερες λογικές της ιδιωτικοποίησης. Πως και γιατί να παρθούν μέτρα προς όφελος ενός δημοσίου συστήματος υγείας που θεωρείται βάρος και ζημιογόνο εμποδίζοντας την ιδιωτική επιχειρηματικότητα να αναπτυχθεί; Βεβαίως διαφορετικά τα λογάριαζαν και αλλιώς τους ήρθαν. Έτσι στην ανάγκη τους προσέτρεξαν τελικά σε αυτό που αναθεματίζουν. Αλλά προσωρινά, να μην ξεθαρέψουμε κιόλας και ζητήσουμε περισσότερα…

Τι έγινε, λοιπόν, και τι γίνεται μέχρι σήμερα; Μπαλώματα και όση ενίσχυση υπήρξε στο ΕΣΥ προήλθε από τις δωρεές ιδιωτών. Οι προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού με το σταγονόμετρο. Το ίδιο και η προμήθεια κατάλληλου υλικού κι εξοπλισμού. Με την πρωτοβάθμια περίθαλψη κυριολεκτικά ανέκδοτο. Φυσικά παθογένειες κι εγκατάλειψη δεκαετιών δεν αντιμετωπίζονται μέσα σε λίγους μήνες. Ωστόσο οι κυβερνώντες εξακολουθούν να παλινωδούν μεταξύ των νεοφιλελεύθερων φαντασιώσεών τους και της όποιας εξ ανάγκης κοινωνικής πίεσης τους ασκείται, με συνέπεια επί της ουσίας να μη γίνεται το παραμικρό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση.

40 εκατομμύρια ευρώ στους καναλάρχες όμως δόθηκαν, διότι η προπαγάνδα προηγείται. Ή μήπως όχι;

Τρίτον, εξ αρχής και από τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου οργάνωση των εργαστηρίων και των ειδικών συνεργείων για την ιχνηλάτηση κάθε παρουσιαζόμενου κρούσματος και ταυτόχρονα έναρξη από νωρίς επιδημιολογικών στοχευμένων μελετών που θα μας έδειχναν που κινείται η επιδημία στην κοινότητα.

Εδώ φυσικά όλοι οχυρώνονται πίσω από τη δικαιολογία ότι υπήρχε σε παγκόσμιο επίπεδο έλλειψη κατάλληλων αντιδραστηρίων για τα τεστ.

Αντιπαρέρχομαι του ερωτήματος γιατί η Ελλάδα, μια -υποτίθεται- προηγμένη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ικανό επιστημονικό προσωπικό, δεν μπορεί να έχει τη δική της δυνατότητα παραγωγής τέτοιων αντιδραστηρίων, ας μας απαντήσουν όμως που και πως βρήκε τα αντιδραστήρια αίφνης η Σερβία στη γειτονιά μας. Η Εσθονία και τόσες άλλες χώρες, που έγκαιρα κατάφεραν να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα τεστ κιτς. Εξ άλλου ουκ εν τω πολλώ το ευ! Η Νότιος Κορέα, ή η Ιαπωνία δεν έκαναν τεράστιο αριθμό τεστ σε σχέση με τον πληθυσμό τους, αλλά έκαναν απολύτως στοχευμένους ελέγχους και περιόρισαν την εξάπλωση της επιδημίας.

Αποδεικνύεται από τις εξελίξεις και τα νούμερα, ότι οι ασυμπτωματικοί, που τόσο τρομάζουν, είναι ελάχιστοι τελικά -και- στην Ελλάδα και εντός των αρχικών προβλέψεων. Η επιδημία κατά Τσιόρδα «σβήνει».

Βέβαια και μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης υποχρεωτικά θα λαμβάνονταν, με ενδεχόμενο κλείσιμο χώρων συνάθροισης κοινού. Το γενικό κλείσιμο όμως τους απάλλαξε από το να σκεφτούν τι, πως και για πόσο.

Φυσικά και το lock down είχε αποτέλεσμα. Αλοίμονο εάν δεν είχε! Το ζήτημα είναι εάν υπήρχε τρόπος, με πιο ήπια και στοχευμένα μέτρα να έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα, ή και καλύτερο, χωρίς όλη αυτή την τραγωδία που θα ακολουθήσει στον οικονομικό και τον κοινωνικό τομέα (πέραν της διεθνούς επίδρασης), καθώς και σε επίπεδο θανάτων, ουδόλως απασχολεί τους οποιουσδήποτε έχοντες πάρει διαζύγιο από την επιστήμη και την ανθρωπιά «λογικά» σκεπτόμενους. Όπως δεν τους απασχολεί η ραγδαία αύξηση των θανάτων στη χώρα μας από χρόνο σε χρόνο.

Και κανείς δεν μας λέει τι θα συμβεί τώρα που τα μέτρα αναιρούνται, εάν υπάρξει αναζωπύρωση της επιδημίας. Ο στόχος της μετάθεσης της ευθύνης από τους αρμόδιους κυβερνώντες στην κοινωνία δια της επίκλησης της «ατομικής» ευθύνης στο εξής, επετεύχθη!

Επιμύθιο

Δυστυχώς ο τρόπος που καταγράφονται και ανακοινώνονται οι θάνατοι από covid, με covid, ή με αφορμή τον covid δεν μας δίνει καθαρή εικόνα για το τι πραγματικά συμβαίνει και ποια είναι η πραγματική θανατηφόρος επίπτωση αυτής καθ’ αυτής της νόσου, η οποία σε πείσμα των προβλέψεων δεν φαίνεται να είναι τόσο υψηλή, μολονότι καθόλου αμελητέα και ο covid-19 προφανώς δεν είναι μια απλή γρίπη. Το μόνον που μπορούμε να υποθέσουμε εδώ είναι, ότι εάν δεν υπήρχε η επιδημία το πιθανότερο θα ήταν να μη συνέβαιναν αυτοί οι θάνατοι που κατεγράφησαν, ή να συνέβαιναν πολύ λιγότεροι. Αλλά η σχέση τους με τις ανεπάρκειες των συστημάτων υγείας και ο μη έγκαιρος σχεδιασμός και λήψη στοχευμένων μέτρων εκεί που χρειάζονταν πρώτα και που ίσως οδηγούσαν τόσο σε λιγότερους θανάτους, όσο και στην αποφυγή των γενικευμένων lock down, τα οποία μάλιστα σε συγκεκριμένες περιοχές, όπως η Λομβαρδία, ή η Νέα Υόρκη, δεν έφεραν καν τα επιθυμητά αποτελέσματα, είναι πλέον αδιαμφισβήτητη.

Ωστόσο, προκαλεί εντύπωση η τάση να υπερτονίζονται οι θάνατοι και να «υπερκαταγράφονται», λες και περίμεναν, ή ήθελαν περισσότερους και δεν τους βγήκε!

Είναι πραγματικά κρίμα τον 21ο αιώνα με τέτοια πρόοδο των επιστημών και της τεχνολογίας να μην μπορεί να υπάρξει, ούτε πρόληψη, ούτε ένα αξιόπιστο σύστημα καταγραφής κρουσμάτων και θανάτων εξ αιτίας μιας επιδημίας και οι ίδιοι οι επιδημιολόγοι να στηρίζουν τις απόψεις και τις αποφάσεις τους σε αμφιλεγόμενα μαθηματικά μοντέλα, ή σε εικασίες, που τις περισσότερες φορές πέφτουν έξω, δημιουργώντας σύγχυση πρώτα στους ίδιους, αφήνοντας μας, τους υπόλοιπους, έρμαια της πιο χυδαίας προπαγάνδας από κάθε πλευρά με επίδικο την ίδια τη ζωή των ανθρώπων.

Είναι επίσης κρίμα με βάση αμφιλεγόμενες θεωρίες και αντικρουόμενες απόψεις να λαμβάνονται σκληρά μέτρα καθυπόταξης της κοινωνίας και μαζικής διασποράς τρόμου και της ψύχωσης που προκαλεί, με την υποχονδρίαση, επιβαλλόμενη άνωθεν, να εξαπλώνεται με ταχύτητα στον πληθυσμό ως μαζική πια ψυχική διαταραχή και κοινωνική νόσο, χρήσιμη σε κάθε εξουσία για την χωρίς αντιδράσεις επιβολή των επιλογών που εξυπηρετούν κάθε είδους συμφέροντα εναντίον της ίδιας της κοινωνίας.

Μολονότι δεν αφορά άμεσα στο θέμα, στην Ελλάδα από την αρχή του χρόνου μέχρι την 30η Απριλίου είχαν σημειωθεί 45.716 θάνατοι από κάθε αιτιολογία, αυξημένοι κατά περίπου 10% από την αντίστοιχη περσινή περίοδο, ακολουθώντας την σημαντική αυξητική τάση των θανάτων που παρατηρείται τα τελευταία 10 χρόνια στη χώρα μας. Παράδειγμα από 114.088 θανάτους το 2014, φτάσαμε το 2018 στους 120.886 και τους 125.155 το 2019, ενώ ο φετινός ρυθμός δείχνει ότι θα προσεγγίσουμε τους 140.000 θανάτους, ήτοι ένας θάνατος ανά 74 Έλληνες τον χρόνο, ή 1 θάνατος ανά 893 τον μήνα (έναντι 1/191.948 από covid)!.

Ιδρώνει κανενός το αυτί;;;;;;;;

 

 

 

Αφήστε ένα σχόλιο