Ουτοπία η ανατροπή;
Ήδη από την άνοιξη των πλατειών του 2011 το σύνθημα για ανατροπή συγκλόνιζε για πολύ καιρό ολόκληρη την Ελλάδα, μέχρι που οι εκλογές του Ιουνίου του 2012 έβαλαν σε «τάξη» τα πράγματα και η «κανονικότητα» -με νέους όρους βέβαια- επανήλθε στο πολιτικό στερέωμα της χώρας. Το αίτημα υποχώρησε σταδιακά, και από τους νέους επίδοξους κυβερνήτες μετατράπηκε σε αυτό της κυβέρνησης της «Αριστεράς», που υποτίθεται θα έφερνε την πολυπόθητη ανατροπή.
Ωστόσο το διάστημα που μεσολάβησε φάνηκε καθαρά ότι για «ανατροπή» ο καθένας είχε διαφορετικά πράγματα στο μυαλό του. Για άλλους το μόνο που ενδιέφερε ήταν να ανατραπεί τότε η κυβέρνηση Παπανδρέου, για άλλους να βγει το δικό τους κόμμα μπροστά. Γι’ αυτό δεν έγινε δυνατό να υπάρξει μια κοινή πλατφόρμα και πολιτική συμφωνία -έστω και ετερόκλητων δυνάμεων-, που θα οδηγούσαν τα πράγματα σε μια εκ βάθρων αλλαγή. Έτσι οι εκλογές του Ιουνίου 2012 λειτούργησαν καταλυτικά στην οριστική διάλυση του αυθόρμητου εν πολλοίς κινήματος των πλατειών και τον εγκλωβισμό των περισσοτέρων στο γνωστό κοινοβουλευτικό παιχνίδι. Ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας οδηγήθηκε σταδιακά στην απογοήτευση, την παραίτηση και την ιδιώτευση, ενώ ένα άλλο στην προσμονή της κυβέρνησης της «Αριστεράς», δίνοντας την ευκαιρία στους καθεστωτικούς να βγάζουν προκλητικά τη γλώσσα και να προσπαθούν να μας πείσουν για το ανυπέρβλητο και την αδυναμία οποιασδήποτε διαφορετικής προοπτικής.
Παρ’ όλα αυτά, με τις αντικειμενικές συνθήκες να γίνονται ολοένα και χειρότερες για την αξιοπρεπή επιβίωση της μεγάλης πλειοψηφίας του πληθυσμού, το αίτημα της ανατροπής δεν έσβησε εντελώς. Μεμονωμένοι πολίτες, συλλογικότητες και μικρότερα πολιτικά σχήματα εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να παλεύουν με όραμα την ανατροπή του καθεστώτος δουλοπαροικίας του χρέους, της ξένης εξάρτησης και την αποκατάσταση μιας πραγματικής Δημοκρατίας στη χώρα.
Το απόλυτο αδιέξοδο
Όμως το σαράκι της αμφιβολίας, για το πώς αυτό θα μπορούσε να καταστεί εφικτό, αναδείχθηκε ως το κυριότερο εμπόδιο διαμόρφωσης ενός πλειοψηφικού ρεύματος ανατροπής όλο αυτό το διάστημα. Επάνω σε αυτήν την αμφιβολία και τον φόβο, που απονευρώνει τη βούληση, χτίστηκε από τον Ιούνιο του 2012 μέχρι σήμερα το νέο σκηνικό καθυπόταξης και παθητικοποίησης της κοινωνίας, χρησιμοποιώντας κάθε μέσο επηρεασμού και προπαγάνδας.
Από την μια πλευρά, ο μονόδρομος των μνημονίων και η ελπίδα για ανάκαμψη που δεν έρχεται ποτέ και από την άλλη, μια μελλοντική κυβέρνηση με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ, που χωρίς να αμφισβητεί σχεδόν τίποτα από το καθεστώς, με ένα μαγικό ραβδί θα «σώσει» την κοινωνία και τη χώρα, προκρίνοντας την ανάθεση γι’ αυτό, παρά την ενεργό συμμετοχή και τη συλλογική προσπάθεια.
Καμία από τις δύο προτάσεις, που ολοένα γίνεται και πιο φανερό, ότι δεν διαφέρουν στην ουσία τους, δεν είναι δυνατό να εμπνεύσουν και να δημιουργήσουν πλειοψηφικό ρεύμα μέσα στην κοινωνία. Έτσι η συνεργασία των δύο μεγάλων «αντιπάλων», έστω και μέσω της εκβίασης μιας εθνικής αποτυχίας, στην Κύπρο, στο Αιγαίο, ή αλλού, παρουσιάζεται ως η μόνη εφικτή προοπτική. Μια προοπτική που όλοι αντιλαμβάνονται, ότι θα οδηγήσει τελικά σε ακόμα μεγαλύτερους καταναγκασμούς και -πολύ πιθανό- σε συρρίκνωση του Εθνικού χώρου.
Το αδιέξοδο που έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία φαντάζει πλήρες, βυθισμένη σε ένα κοινωνικό, οικονομικό και προπαντός πολιτικό τέλμα χωρίς προηγούμενο, με διάφορους αγύρτες τύπου Ράμφου να μας προτείνουν το αυτομαστίγωμα ως μόνη ελπίδα σωτηρίας.
Οι συνθήκες όμως ωριμάζουν
Έτσι οι αντικειμενικές συνθήκες για ολική ανατροπή είναι περισσότερο ώριμες παρά ποτέ. Γι’ αυτό αξίζει τον κόπο, όσο κι αν φαντάζει γραφικό, να επαναφέρουμε το αίτημα περιγράφοντας με σαφήνεια το πώς αυτό θα μπορούσε να υλοποιηθεί και να πάψει να αποτελεί ουτοπία, αλλά χειροπιαστή δυνατότητα, που μόνο αυτή θα μπορέσει να οδηγήσει σε διέξοδο και στην αποφυγή μιας ολοκληρωτικής καταστροφής.
Πολλοί, ενώ αναγνωρίζουν το αδιέξοδο και κατανοούν την ανάγκη των καιρών, μπλοκάρουν στον τρόπο μιας γενικής ανατροπής, αφού αντιλαμβάνονται, ότι η κοινωνία δεν βρίσκεται σήμερα -και παρά τα αντικειμενικά δεδομένα-, σε μια προεπαναστατική «έξαψη».
Μερικοί προσπαθούν να ανακαλύψουν ποια θα είναι η θρυαλλίδα που θα οδηγήσει στη μαζική συνειδητοποίηση, στην ολοκληρωτική αντίδραση και τελικά στην ανατροπή, αφού εκτιμούν ότι υπάρχει -και όντως έτσι είναι- αρκετή εκρηκτική ύλη, ικανή να τινάξει τα πάντα στον αέρα.
Άλλοι πάλι ψάχνουν να βρουν ρετσέτες στα εγχειρίδια και την ιστορική βιβλιογραφία.
Τόσο τα εγχειρίδια, όσο και η ιστορία είναι πολύ χρήσιμα ως εργαλεία κατανόησης των συνθηκών, σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορούν να περιγράψουν τον τρόπο μιας επαναστατικής διαδικασίας σήμερα, όπου ακόμα και ο πλέον φτωχοποιημένος μικροαστός αισθάνεται, ότι έχει να χάσει πολύ περισσότερα από «τις αλυσίδες του» και δεν χολοσκάει και πολύ αν το παιδί του φεύγει μετανάστης. Ενώ, ο πραγματικός προλετάριος, αν δεν ψάχνει απεγνωσμένα για μια δουλειά μερικής απασχόλησης με αποδοχές κάτω από το βασικό και χωρίς στοιχειώδη ασφάλιση, συνωστίζεται στις ουρές των συσσιτίων, έτοιμος ο ίδιος να ξεπουλήσει όσο-όσο το σκοινί που θα τον κρεμάσει το «αφεντικό», όποιο κι αν είναι αυτό…
Ο πυροκροτητής και το φυτίλι
Πράγματι, σε τέτοιο σημείο αυτοεξευτελισμού έχει οδηγηθεί η ελληνική κοινωνία σήμερα, κάνοντας κάθε ανατρεπτική σκέψη να φαντάζει εντελώς ουτοπική. Στην επιφάνεια όμως. Επειδή όλα αυτά τα φαινόμενα ευτελισμού της ζωής και της καταρράκωσης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας είναι αυτά, ταυτόχρονα, που συσσωρεύουν ολοένα και περισσότερη εκρηκτική ύλη, ανεξάρτητα αν όλοι, δεξιά και αριστερά, φροντίζουν να μην υπάρξει ο πυροκροτητής και το φυτίλι.
Άρα το πρώτο πράγμα που πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας, όσοι επιμένουμε ανατρεπτικά, είναι να υπάρξει και ο πυροκροτητής και το φυτίλι. Μετά η σπίθα είναι μοιραίο να προκύψει.
Δεν θα σταθούμε εδώ στο περιεχόμενο μιας ανατροπής. Το περιεχόμενο αυτό, που ξεκινά από την άρνηση αναγνώρισης του χρέους, περνά μέσα από τη ρήξη με την ευρωένωση, επιβάλλει διακοπή της συνέχειας του κράτους μέσω συντακτικής εθνοσυνέλευσης και φτάνει στην παραγωγική ανασυγκρότηση, έχει αναλυθεί διεξοδικά και περιγραφεί στις λεπτομέρειές του. Πως όμως θα φτάσουμε στο κρίσιμο σημείο υπέρβασης του σημερινού καθεστώτος, της ανατροπής του και της εφαρμογής του ρηξικέλευθου προγράμματος εθνικής, κοινωνικής, οικονομικής και πολιτισμικής αναγέννησης του Ελληνισμού, όπως αυτό ήδη έχει περιγραφεί;
Το πολιτικό υποκείμενο
Δεν υπάρχουν συνταγές βεβαίως. Ωστόσο ορισμένα βασικά είναι προαπαιτούμενα. Κατ’ αρχήν οφείλει να υπάρξει το πολιτικό υποκείμενο της ανατροπής, ή αλλιώς ο πολιτικός φορέας, ο οποίος μπορεί να θέτει ξεκάθαρα τα ζητήματα και με σχέδιο σταδιακά να τα επιβάλει, κατ’ αρχήν στο κοινωνικό υποσυνείδητο, ως αναγκαιότητα, και στη συνέχεια στο πολιτικό εποικοδόμημα διαμορφώνοντας τις εξελίξεις, μέχρις ότου καταστεί ηγετική πολιτική δύναμη, που θα μπορέσει να οδηγήσει συντεταγμένα μια κρίσιμη μάζα στην ανατρεπτική διαδικασία, συμπαρασύροντας την κοινωνική πλειοψηφία.
Ο πολιτικός αυτός φορέας δεν θα είναι κατ’ ανάγκην ένα συγκροτημένο παραδοσιακά κόμμα, αλλά μπορεί -και μάλιστα οφείλει- να είναι μια συμμαχία δυνάμεων, που θα θέτει κάθε φορά συγκεκριμένους «μικρούς» υλοποιήσιμους στόχους στη βάση μιας ελάχιστης πολιτικής συμφωνίας. Στόχους που θα τους επεκτείνει και θα ανεβάζει το επίπεδο τους, κάθε φορά που θα κατακτά τους προηγούμενους, επεκτείνοντας την εμβέλεια του και ενσωματώνοντας ολοένα και περισσότερες δυνάμεις σε μια στρατηγική δημιουργίας ενός νέου πόλου διεκδίκησης της εξουσίας που θα διεμβολίσει στην καρδιά του το πολιτικό σύστημα. Σε αυτόν το νέο πόλο έχουν θέση όλοι, εκτός από τους φασίστες και αυτούς που υπηρέτησαν το καθεστώς από θέση ευθύνης και βαρύνονται, έστω και σε μικρό βαθμό, για τα δεινά που υφίσταται σήμερα ο ελληνικός λαός.
Παρά τα επιφαινόμενα, σε αυτή ακριβώς τη διαδικασία βρισκόμαστε σήμερα, και μάλιστα έρχουμε προχωρήσει αρκετά. Δεν γίνεται ακόμα αντιληπτό και οι δυσκολίες που πρέπει να ξεπεραστούν είναι ακόμα τεράστιες. Όμως σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά την ίδρυσή του το Ενιαίο Παλλαϊκό Μέτωπο αυτή τη πορεία ακολουθεί αταλάντευτα και τα πρώτα αποτελέσματα είναι ήδη χειροπιαστά, αρκεί να επιμείνει.
Ο δρόμος που οφείλουμε να ακολουθήσουμε
Με την συγκρότηση του ευρύτερου φορέα της ανατροπής και την ένταξη σε αυτόν, όλων των δυνάμεων που μπορούν να συνεισφέρουν, θα εξαρτάται πλέον από τις εξελίξεις ποιος ακριβώς δρόμος θα ακολουθηθεί για την ανατροπή και την κατάληψη της εξουσίας από τις δυνάμεις του ίδιου του λαού.
Ο δρόμος αυτός μπορεί να είναι μόνο κινηματικός, που οργανώνοντας τη λαϊκή βάση εκεί που ζει και κινείται στους χώρους της καθημερινής βιοπάλης, γύρω από τα υπαρκτά προβλήματά της, σε ένα πανεθνικό δίκτυο πρωτοβουλιών, που θα οδηγήσουν σταδιακά στη διαμόρφωση συνθηκών μιας γενικής πολιτικής απεργίας, που οι τοπικές επιτροπές και οι συλλογικότητες θα έχουν τον πρωταρχικό και κύριο λόγο.
Μπορεί να είναι όμως και καθαρά πολιτικός μέσα από τη συμμετοχή σε εκλογικές διαδικασίες και τη δημιουργία τρίτου πόλου ανάμεσα στον νέο διπολισμό που τείνει να δημιουργηθεί, παίζοντας καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία ευνοϊκών εξελίξεων υπέρ του λαού, χρησιμοποιώντας ακόμα και τα ίδια τα όπλα του αντιπάλου.
Ωστόσο τόσο η ιστορία δείχνει, αλλά και η ίδια η πραγματικότητα επιβάλει, συνδυασμό των εργαλείων που έχουμε κάθε φορά στη διάθεσή μας. Στην ουσία ένας μόνο δρόμος υπάρχει. Έχει αποδειχθεί, ότι από μόνη της η κινηματική δράση δεν αρκεί, αλλά είναι απολύτως αναγκαία τόσο στην συνειδητοποίηση και την προετοιμασία του εδάφους, όσο και για την μετέπειτα εγγύηση της πορείας μιας τέτοιας ανατρεπτικής εξέλιξης. Διότι εάν δεν υπάρχει ένα ρωμαλέο κίνημα στη βάση της κοινωνίας, που να διεκδικεί και να επιβάλλει το λαϊκό συμφέρον, με όρους δημοκρατίας, τότε το σύστημα έχει ιδιαίτερα απορροφητική ισχύ. Η όποια κατάκτηση της διακυβέρνησης από δυνάμεις που επαγγέλλονται την αλλαγή, θα καταλήξει σε μια οπερετική διαδικασία «λαϊκής» διακυβέρνησης και θα οδηγήσει τελικά σε πανηγυρική αναστύλωση το καθεστώς. Το σενάριο της «αριστερής» παρένθεσης είναι υπαρκτό και προετοιμάζεται με πολύ προσοχή στα παρασκήνια. Ας κατέβει λοιπόν από το «καλάμι» της αυτάρκειας και της πρόωρης αλαζονείας ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί θα το πληρώσουμε πολύ ακριβά όλοι και πολύ περισσότερο ο τόπος.
Να γιατί σήμερα είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία η συσπείρωση και η ελάχιστη πολιτική συμφωνία όλων των δυνάμεων που οραματίζονται ένα καλύτερο μέλλον για τον τόπο, για τη δημιουργία ενός τρίτου πόλου, όσο υπάρχει καιρός ακόμη. Του πόλου της ανατροπής και της δημοκρατίας.
Διότι αυτός ο τρίτος πόλος παρεμβαίνοντας τόσο στο επίπεδο της κοινωνίας, όσο και στο πολιτικό εποικοδόμημα δεν θα επιτρέψει στο ΣΥΡΙΖΑ, αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση να πάει πολύ πίσω. Αντίθετα εξαναγκάζοντάς τον να έλθει πρόσωπο το πρόσωπο με τα πραγματικά προβλήματα και να εφαρμόσει στοιχειωδώς τις εξαγγελίες του, θα τον οδηγήσει αναγκαστικά σε πραγματική ρήξη με το καθεστώς και στη διακοπή της συνέχειας του κράτους. Εδώ ο ρόλος του λαϊκού κινήματος με τις δυνάμεις της δημοκρατικής ανατροπής μπροστά θα είναι ο κρίσιμος παράγων για τις εξελίξεις.
Ή έτσι θα έχει προετοιμαστεί, έστω, η διάδοχη κατάσταση υπέρ του λαού, έχοντας εμψυχώσει και οργανώσει τον ίδιο το λαό, εάν και εφ’ όσον ο ΣΥΡΙΖΑ υπαναχωρήσει και αρνηθεί να επιτελέσει το καθήκον του απέναντι στην κοινωνία και το Έθνος.
Είτε γίνεται αντιληπτό, είτε όχι, είτε τρομάζει μια τέτοια προοπτική, είτε όχι, βρισκόμαστε ένα βήμα πριν η «ουτοπία» μετεξελιχθεί, απρόσμενα για τους πολλούς, σε χειροπιαστή πραγματικότητα!
Από εμάς τους ίδιους εξαρτάται να γίνουμε ο πυροκροτητής και το φυτίλι, που όλοι τόσο απεύχονται να υπάρξουν, αφού ο κόσμος γύρω είναι γεμάτος «εκρηκτικά» και σπινθηρίζει επικίνδυνα!
https://www.hereticalideas.gr/2014/11/blog-post_18-8.html
Αφήστε ένα σχόλιο