Η απάτη της μείωσης του μη μισθολογικού κόστους

Η απάτη της μείωσης του μη μισθολογικού κόστους

του Όθωνα Κουμαρέλλα

Οι Ασφαλιστικές Εισφορές είναι ο κύριος πυλώνας χρηματοδότησης του Ασφαλιστικού συστήματος και θα εξακολουθήσουν αναγκαστικά να είναι. Εδώ, όμως, θα πρέπει να ξεκαθαριστεί κάτι, που ολοένα και περισσότερο ξεχνιέται τελευταία, σκόπιμα, ή μη και σ’ αυτό βοηθάει ο διαχωρισμός των εισφορών σε αυτές των εργοδοτών και σε εκείνες των εργαζομένων. Στη πραγματικότητα οι ασφαλιστικές εισφορές είναι ενιαίες, αποτελούν το ασφάλιστρο για το ανταποδοτικό τμήμα κάθε σύνταξης και αποτελούν το μέρος του μισθού, δηλαδή της αμοιβής, ή της αποζημίωσης για τη κάθε προσφερόμενη εργασία, τμήμα της οποίας (αμοιβής), έχει καθιερωθεί να παρακρατείται, για τη στήριξη ακριβώς του Κοινωνικοασφαλιστικού Συστήματος.
Η όποια μείωσή τους συνεπάγεται αυτόματα μείωση συνολικά του μισθού και κατά συνέπεια και όποια αλλαγή σήμερα στις προσφερόμενες υπηρεσίες από το σύστημα (αύξηση ορίων ηλικίας, μείωση συντάξεων κτλ), αντανακλά ευθέως σε αντίστοιχη αλλαγή (μείωση), στο ύψος του μισθού, δηλαδή της ανταμοιβής της εργασίας τώρα. Εξ’ ου και το Ασφαλιστικό αποτελεί έναν από τους στόχους στη προσπάθεια μείωσης του κόστους της εργασίας, στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, ο δε διαχωρισμός του κόστους αυτού σε μισθολογικό και μη μισθολογικό αποτελεί μια ολέθρια παγίδα για τους εργαζόμενους.
Η όποια μείωση του ασφαλίστρου στο τμήμα εκείνο που θεωρείται ως εργοδοτική εισφορά σηματοδοτεί άμεση απολύτως ευθεία μείωση της ανταμοιβής της εργασίας δηλαδή του μισθού.
Η μόνη εγγύηση που μπορεί να υπάρξει για τη καταβολή των συντάξεων είναι το τρίπτυχο: «Δουλεύω – παράγω – αμείβομαι», με τη προσθήκη ότι πληρώνω και Φόρους (σημαντικό μέρος της όποιας αμοιβής μου), ένα ποσοστό των οποίων θα κατευθύνεται στις υποδομές (που εξυπηρετούν τη παραγωγή) και τα λειτουργικά έξοδα του Κράτους και ένα άλλο ποσοστό θα πρέπει να επιστρέφει πίσω υπό τη μορφή παροχών για όλους όπως Παιδεία, Υγεία, Κοινωνική Πρόνοια και Ασφάλιση, αλλά και φτηνή ενέργεια, συγκοινωνίες κτλ.. Το εύρος των παροχών αυτών πρέπει να είναι ευθέως ανάλογο της καταβαλλόμενης έμμεσης και άμεσης φορολογίας -που στη χώρα μας ανέρχεται περίπου στο 55-60% του εργατικού εισοδήματος.
Η συρρίκνωση, ή και η κατάργηση των κοινωνικών παροχών που επιχειρείται σε πανευρωπαϊκό και όχι μόνο επίπεδο (χωρίς αντίστοιχη μείωση της άμεσης και έμμεσης φορολογίας των εργαζομένων), με ιδιαίτερη ένταση στην Ελλάδα και με πρόφαση το Χρέος και τα δημοσιονομικά ελλείμματα, ο τρόπος αντιμετώπισης των οποίων προκαλεί τη βαθειά ύφεση που βιώνουμε, σημαίνει καθαρά βίαιη μείωση της Αμοιβής της Εργασίας, είτε άμεσα με περικοπές μισθών και συντάξεων, είτε έμμεσα με φορολογίες δυσανάλογα υψηλές για τους πολλούς εργαζόμενους και δυσανάλογα επίσης χαμηλές για τις επιχειρήσεις και με μειώσεις στις εργοδοτικές εισφορές (αφού οι Φόροι και οι Ασφαλιστικές εισφορές που χρηματοδοτούν αυτές τις παροχές είναι τμήμα αυτής της Αμοιβής και δεν ανήκουν στο οποιοδήποτε μη μισθολογικό κόστος )! Και επειδή στην Οικονομία δεν χωρούν τα μαγικά, υπέρ ποίου γίνεται η βίαιη αυτή μείωση;
Αλλά υπάρχει και μια άλλη (κρυφή) πτυχή σε αυτή τη διαδικασία, αν η εργασία αποτελεί βασικό συντελεστή της παραγωγής, τότε η μείωση της ανταμοιβής αυτής, σημαίνει κατ’ αναλογία μείωση των πόρων που κατευθύνονται στην ίδια τη παραγωγή! (φτηνότερα ενδεχομένως, αλλά χαμηλότερης ποιότητας προϊόντα – ευτελισμός της παραγωγικής διαδικασίας).
Βεβαίως θα βρεθούν κάποιοι να ισχυριστούν ότι όλα αυτά συμβαίνουν για να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός μέσω της μείωσης του κόστους παραγωγής και άλλα τέτοια παρόμοια. Αλλά αφού δεν αποδεικνύεται και αντίστοιχη μείωση κερδών αυτά αποτελούν (έτσι κι αλλιώς), φληναφήματα για αδαείς και παρωπιδιασμένους .
Από την άλλη πλευρά, αν το Συνταξιοδοτικό και εν γένει το Ασφαλιστικό σύστημα ρετάρει για οποιοδήποτε λόγο, πολύ περισσότερο αν έχει γίνει πυραμίδα τύπου Πόνζι, όπως ισχυρίζονται μερικοί, τότε πρόκειται για ληστρική πραγματικά επιδρομή και αυτό δεν οφείλεται στη μεταφυσική και τη κακιά μας μοίρα, ούτε σε αυτούς που πληρώνουν (εργαζόμενοι), αλλά σε πολύ συγκεκριμένες πολιτικο – οικονομικές επιλογές αυτών που συνήθως δεν πληρώνουν, αλλά έχουν μάθει μόνο να εισπράττουν και προκειμένου να συνεχίσουν έτσι, επαυξάνοντας μάλιστα στο έπακρο τα κέρδη τους. Κι αν αυτό είναι θεμιτό και προσδοκώμενο μάλιστα από τις αγορές, είναι αθέμιτο και ανήθικο για τους ίδιους τους ανθρώπους. Αυτές οι επιλογές θα πρέπει να αλλάξουν, έστω κι αν χρειάζεται να αλλάξουν πρώτα, λίγο ή πολύ, οι αντιλήψεις που έχουμε για τα πράγματα, αντιλήψεις που οδηγούν στη «προβατοποίηση» και τελικά στην εξαθλίωση των εργαζομένων.
Όπως είναι φυσικό, τόσο οι ασφαλιστικές εισφορές ως αναπόσπαστο τμήμα του μισθού, όσο και τα φορολογικά έσοδα, αποτελούν αντικείμενο της κοινωνικής διελκυστίνδας και το ύψος και η κατεύθυνσή τους εξαρτάται κάθε φορά από τις τιθέμενες προτεραιότητες και κατά συνέπεια εξαρτώνται άμεσα από τον κάθε φορά συσχετισμό δύναμης μέσα στη Κοινωνία.
Πιστεύουμε αλήθεια, ότι το σύστημα (σε ευρωπαϊκό ή και διεθνές επίπεδο), δίνει τη δυνατότητα σε όλους να δουλεύουν, να παράγουν και να αμείβονται;  Ή μήπως θεωρούμε ότι τα διψήφια νούμερα ανεργίας σε όλες τις δυτικές χώρες αφορούν σε άχρηστους και τεμπέληδες (γιατί το έχουμε ακούσει κι αυτό);
Μήπως θα ‘πρεπε να αναθεωρήσουμε πολλές απόψεις και αντί να ζητάμε να δουλεύει ο κόσμος μέχρι τα βαθιά γεράματα, να μειωθούν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, για να δημιουργηθεί ζωτικός χώρος για τους νέους, να δουλέψουν, να παράγουν και να ζήσουν κι αυτοί;
Για να συμβεί αυτό πρέπει όμως να αυξηθεί το ποσοστό της Εργασίας στο καταμερισμό του πλούτου, δηλαδή το συνολικό Κεφάλαιο που διατίθεται για την ανταμοιβή της εργασίας, δεν μπορεί να μείνει στάσιμο, ούτε να ελαττωθεί στο κατώτερο δυνατό επίπεδο όπως επιδιώκεται, αλλά αντίθετα θα πρέπει να αυξηθεί και μάλιστα σημαντικά.
Αυτό σημαίνει, ότι η Κοινωνία θα πρέπει να πεισθεί, ότι προκειμένου να μείνει συνεκτική, να βγει από τη κρίση και να ευημερήσει συνολικά, είναι αναγκαίο, να επιβάλλει μια ριζική αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου.
Τα χρήματα πράγματι υπάρχουν, πολύ απλά αυτοί, οι λίγοι, που μέχρι τώρα τα καρπούνται, δεν φαίνεται να είναι διατεθειμένοι, να τα μοιραστούν με τους υπόλοιπους και χρησιμοποιούν όλα τα μέσα, για να τα κρατήσουν.
Για το λόγο αυτό η επιδιωκόμενη συναίνεση των συνδικάτων στη μείωση του λεγόμενου μη μισθολογικού κόστους, δηλαδή των εργοδοτικών εισφορών,  θα πρέπει να αποφευχθεί με κάθε τρόπο και οι εργαζόμενοι να αντισταθούν με κάθε πρόσφορο μέσο εξαναγκάζοντας τις ηγεσίες των συνδικάτων σε μια γραμμή αντίστασης και ρήξης με το κατοχικό καθεστώς της υποταγής στους ξένους τοκογλύφους  και των πολιτικών του κοινωνικού εξανδραποδισμού.


Αφήστε ένα σχόλιο