Θερινές Νησίδες

Θερινές Νησίδες


του Γιώργου Καλεάδη

Η Τουρκία αμέσως μετά την νίκη του Ερντογάν εργαλειοποιεί εκ νέου το μεταναστευτικό ως μέσο πίεσης στην Ελλάδα χρησιμοποιώντας, προκειμένου να προωθήσει λαθρομετανάστες στον Έβρο, νησίδες που υπάρχουν στο ποτάμι-φυσικό σύνορο.

Ακόμη και κρατικές δυνάμεις ασφαλείας της Τουρκίας οργανωμένα και συστηματικά, βοηθούντων και των θερινών ανομβριών, συσσωρεύουν σε αυτές τις νησίδες πρόσφυγες από το εσωτερικό της Τουρκίας, κυρίως γυναικόπαιδα, προκειμένου να τα επιληφθούν οι Ελληνικές αρχές και να τα μεταφέρουν στα χωριά του Έβρου. Προσφάτως αποκαλύφθηκε και κύκλωμα επίορκων συνοριοφυλάκων που σε συνεργασία με τα τούρκικα παρασιτικά και μη δουλεμπορικά κυκλώματα, βοηθούσαν στην παράνομη είσοδο λαθρομεταναστών.

Τα έως τούδε φαινόμενα ενισχύουν την πεποίθηση ότι και πάλι τα χερσαία, εκτός από τα θαλάσσια, σύνορα της Ελλάδας θα μεταβληθούν σε πολιτική ατραπό πίεσης τόσο της Ελλάδας, όσο και της Ε.Ε. από την Τουρκία που βρίσκεται στο χείλος και πάλι της οικονομικής καταστροφής. Όσο τα συγκεκριμένα φαινόμενα θα πολλαπλασιάζονται, τόσο και οι πιθανότητες δημιουργίας προβοκάτσιας από την πλευρά των Τούρκων, με άξονα το λαθρομεταναστευτικό, θα αυξάνονται.

Την ίδια στιγμή και ενώ το θέρος εμφανίζεται σιγά-σιγά, έρευνες δείχνουν ότι τα Ελληνικά νησιά παραμένουν ένας οικονομικά απαγορευμένος προορισμός διακοπών για την μέση Ελληνική οικογένεια, που αναζητά στο εξωτερικό φθηνότερες θερινές διακοπές. Φυσικά τα ευρήματα αφορούν εκείνα τα νησιά που αποτελούν επιλογή αλλοδαπών τουριστών, πλην των Βαλκανίων που επιλέγουν μέσω του οδικού δικτύου τον προορισμό των διακοπών τους, κυρίως στην Β. Ελλάδα, με αποτέλεσμα οι αντίστοιχοι τουριστικοί προορισμοί το θέρος, να θυμίζουν ότι υφίστανται έναν εποικισμό βαλκανικού τύπου, συμπεριλαμβανομένης και της τουρκικής επισκεψιμότητας. Οπότε το θέρος, όπως περίπου συμβαίνει και με τα υπόλοιπα καθ’ όλον το έτος δρώμενα, η Ελλάδα χωρίζεται σε δύο περιοχές. Τα νησιά και την Ν. Ελλάδα που προσελκύουν τουρίστες από όλον σχεδόν τον κόσμο και την υποβαθμισμένη τουριστικά Β. Ελλάδα να αποτελεί κατ’ εξοχήν βαλκανικό τουριστικό θέρετρο.

Σε ελληνικά νησιά που αποτελούν πόλο παγκόσμιας τουριστικής έλξης, εδώ και έτη παρατηρούνται φαινόμενα αισχροκέρδειας, οικοδομικών αυθαιρεσιών και παρανομιών που φυσικά αποτελούν παράγοντες αποφυγής ως προορισμό από τους Έλληνες πολίτες. Όσο τεράστιες ξενοδοχειακές μονάδες εκμεταλλεύονται ακτές και παραλίες, τόσο η πρόσβαση σε αυτές περιορίζεται για την μέση Ελληνική οικογένεια.

Όποτε πριν ξεκινήσουν και πάλι για μία ακόμη φορά τα «πανηγύρια», για το μόνο «αγαθό» που προσφέρει η Ελληνική οικονομία στην παγκόσμια κοινότητα, που λειτουργεί και υπάρχει εξ αυτού με προγραμματισμό ή και χωρίς, με υποδομές ή και άνευ αυτών, με προχειρότητα και αλλού με «σοβαρότητα», καλό θα ήταν να εκτιμηθεί εξ αρχής το ποσοστό εκείνο των Ελλήνων που θα κάνουν διακοπές στην χώρα τους, το χρονικό εύρος αυτών των διακοπών, καθώς και το ποσοστό εκείνο αυτών που δεν θα κάνουν καθόλου διακοπές ή θα οδηγηθούν σε οικονομικότερους προορισμούς του εξωτερικού.

Όταν εδώ και δεκαετίες η απουσία σοβαρών επενδύσεων που οδηγούν σε ανάπτυξη και σε αύξηση των θέσεων εργασίας είναι πλέον οικονομικός κανόνας στην Ελλάδα, τότε το μόνο προϊόν από το οποίο αναμένεις ως κράτος έσοδα, είναι «ο όπως και ό,τι νά είναι» θερινός τουρισμός, αγνοώντας ακόμη και την έλλειψη προσωπικού που αντιμετωπίζουν κατ’ εξοχήν τουριστικοί προορισμοί. Ωστόσο το «πυροτέχνημα» του τουρισμού θα εκτοξευτεί και πάλι στον ανάστερο οικονομικό ουρανό της Ελλάδας, προκειμένου να προσφέρει μία εφήμερη και στιγμιαία έκλαμψη που φυσικά μεσομακροπρόθεσμα δεν συντελεί σε μία ορθολογική και εις βάθος οικονομική ανάπτυξη με προοπτική.

Με αυτόν τον τρόπο πρέπει να αντιμετωπίζονται οι εκάστοτε «πανηγυρικοί» κυβερνητικοί διθύραμβοι για την ανά έτος περιστασιακή αιμοδοσία του τουρισμού στα κρατικά έσοδα και την αυξανόμενη διαχρονικά αποχή, λόγω οικονομικών συνθηκών, των Ελλήνων πολιτών από το προϊόν που λέγεται θερινές διακοπές και τουρισμός.

«[….] Τι είναι η ζωγραφική; Πως κατορθώνει κανείς να ζωγραφίζει; Όταν ζωγραφίζουμε, είναι σαν ν’ ανοίγουμε πέρασμα σ’ έναν αόρατο σιδερένιο τοίχο, που φαίνεται να βρίσκεται ανάμεσα σε ‘κείνο που νιώθουμε, και σε ‘κείνο που μπορούμε. Πως πρέπει κανείς να περάσει αυτόν τον τοίχο; Γιατί δεν ωφελεί σε τίποτα να τον χτυπάμε δυνατά. Πρέπει να τον υπονομεύσουμε και να τον τρυπήσουμε με την λίμα, σιγά-σιγά κ’ υπομονετικά, κατά την γνώμη μου[….]» (Βαν Γκογκ «Γράμματα του Βικέντιου στον αδελφό του Θεόδωρο» Εκδόσεις Γκοβόστη» σελ.75).

 

Αφήστε ένα σχόλιο