Τι ψηφίζουμε την 21η Μαΐου;

Τι ψηφίζουμε την 21η Μαΐου;


του Όθωνα Κουμαρέλλα

Σύμφωνα με όλα τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας μέχρι τώρα, και με τη βεβαιότητα, ότι δεν θα υπάρξει αυτοδυναμία, το άθροισμα των ποσοστών των τριών «κυβερνητικών» κομμάτων (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) θα βρεθεί σε πολύ χαμηλά επίπεδα.

Υπενθυμίζω ότι δύο μήνες πριν από τις εθνικές εκλογές του 2019, στις ευρωεκλογές και με τον αέρα της νίκης της ΝΔ το άθροισμα των ποσοστών αυτών έφτασε μόλις το 64,59%. Με το αντίστοιχο άθροισμα στις εκλογές του Μαΐου 2012 μόλις και μετά βίας να φτάνει το 48,81%. Ενώ σε όλες τις υπόλοιπες αναμετρήσεις στο μεσοδιάστημα, το άθροισμα των ποσοστών και των τριών κομμάτων ποτέ δεν ξεπέρασε το 70%, με μόνη εξαίρεση τον Ιούλιο του 2019 που έφερε αυτοδύναμη τη Νέα Δημοκρατία υπό τον Κ. Μητσοτάκη.

Δεν θα είναι, λοιπόν κάτι πρωτοφανές η σοβαρή συρρίκνωση των ποσοστών των εν λόγω κομμάτων, αντίθετα μέσα στο ρευστό περιβάλλον που θα διεξαχθούν οι φετινές εκλογές είναι το πλέον πιθανό. Τίποτε, μάλιστα, δεν αποκλείει το άθροισμα των ποσοστών αυτών στις εκλογές της 21ης Μαΐου να κυμανθεί ακόμη και σε χαμηλότερα επίπεδα από και εκείνα των ευρωεκλογών του 2019. Ίσως και κάτω του 60%.

Εάν δεχθούμε ότι το ΠΑΣΟΚ το καλύτερο που μπορεί να πετύχει είναι μια μικρή αύξηση του ποσοστού του το οποίο με δυσκολία θα ξεπεράσει το 9%, τότε μένει ένα συνολικό ποσοστό το πολύ 56% να μοιραστούν η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Με κανένα όμως από τα δύο κόμματα να διαθέτει τον «αέρα» της νίκης όπως συνέβαινε το 2019 με τη ΝΔ.

Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τη ΝΔ να προηγείται, αλλά με τη διαφορά, έστω και σιγά σιγά, να συρρικνούται. Δεν ξέρουμε εάν τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταφέρει να περάσει πρώτος. Αλλά φαίνεται βέβαιον ότι η διαφορά μεταξύ τους θα είναι μικρή, ίσως λιγότερο της μονάδας.

Με τέτοια ποσοστά κάτω από 30% και τα δύο κόμματα, ανεξάρτητα το ποιο θα είναι πρώτο, δεν σχηματίζεται κυβέρνηση με κανένα δεκανίκι, ακόμη κι εάν μπορούσε να ξεπεράσει το 10% το ΠΑΣΟΚ, που μάλλον αποκλείεται. Μάλιστα σε μια τέτοια περίπτωση, σχετικά «υψηλού» ποσοστού του ΠΑΣΟΚ, θα έφερνε ακόμη πιο χαμηλά τα ποσοστά των δύο «μονομάχων».

Κυβέρνηση συνεργασίας;

Μόνον μια συνεργασία μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ με κάποιον κοινής αποδοχής πρωθυπουργό θα μπορούσε να δώσει κυβέρνηση. Μολονότι βέβαια, αυτό δεν θα ήταν ευχάριστο για κανέναν από τους δύο αρχηγούς. Πολύ περισσότερο για τον Μητσοτάκη, που αναγκαστικά θα οδηγούνταν σε παραίτηση. Για τον Τσίπρα είναι αλλιώς και μάλλον προορίζεται για ισόβιος αρχηγός, ελλείψει καλυτέρου.

Όμως, υπάρχει και ένα επιπλέον πρόβλημα, μάλλον αξεπέραστο που έχει να κάνει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο τελευταίος δεν θα μπορούσε ποτέ να δικαιολογήσει ακόμη και στον πιο φανατικό οπαδό του μια απ’ ευθείας συγκυβέρνηση με τη δεξιά. Την πρώτη φορά που συγκυβέρνησε με τον Καμμένο, υπήρχε μια πολύ σοβαρή δικαιολογία, ότι οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες» ήταν μεν δεξιό κόμμα, αλλά καθαρά αντιμνημονιακό και συνεπώς στην ίδια λογική με τον ΣΥΡΙΖΑ για τα διακυβεύματα της εποχής, που ο κόσμος απαιτούσε την κατάργηση των μνημονίων. Σήμερα, με εμπεδωμένο το μνημονιακό καθεστώς, δεν υπάρχει μια αντίστοιχη δικαιολογία για να μπορέσει να υπάρξει κυβερνητική συνεργασία με τη δεξιά, έστω και χωρίς τον Μητσοτάκη.

Αυτό μάλιστα θα δημιουργούσε μια ισχυρή παρενέργεια καθιστώντας το ΠΑΣΟΚ αξιωματική αντιπολίτευση, ικανή να καρπωθεί ένα μεγάλο μέρος των τέως οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ, που θα τον εγκαταλείπουν ομαδόν.

Ο μόνος τρόπος για να μπορέσει ο ΣΥΡΙΖΑ να δεχθεί μια τέτοια συγκυβέρνηση με τη δεξιά, αποφεύγοντας την πολιτική αυτοκτονία, είναι σε αυτήν να συμπεριληφθεί και το ΠΑΣΟΚ, στο όνομα της αποφυγής μακράς περιόδου ακυβερνησίας, εν όψει μάλιστα των ζεόντων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα.

Το ΠΑΣΟΚ όμως λογικά δεν μπορεί να δεχθεί την είσοδό του στην κυβέρνηση, διότι αντί της αναμενόμενης μεγάλης φθοράς εντός της, θα καρπωθεί τεράστια οφέλη παραμένοντας αξιωματική αντιπολίτευση. Αν το κάνει και συμμετάσχει σε μια τέτοια κυβέρνηση, αυτοκτονεί πολιτικά το ίδιο, μολονότι και ο ΣΥΡΙΖΑ θα βγαίνει κι αυτός βαριά τραυματισμένος. Ο μόνος τρόπος για να το δεχθεί, θα ήταν να πάρει ένα πολύ χαμηλό ποσοστό, έτσι η συμμετοχή σε μια κυβέρνηση συνεργασίας τέτοιου τύπου, να αποτελεί το μόνο σωσίβιο για την πολιτική επιβίωση ορισμένων από τα στελέχη του.

Αδιέξοδο και δεύτερες εκλογές;

Αδιέξοδο; Άρα είναι αναγκαία ή η άμεση συγκρότηση κυβέρνησης ειδικού σκοπού από «τεχνοκράτες» με ψήφο «ανοχής» από τη βουλή και των τριών κομμάτων, έτσι ώστε να μοιραστεί αναλογικά η ζημιά, ή αναπότρεπτα η προσφυγή σε νέες εκλογές με ενισχυμένη πια την αναλογική.

Το μέγα ερώτημα όμως που τίθεται εδώ είναι κατά πόσο θα υπάρξει, στις δεύτερες αυτές εκλογές, ικανή επανασυσπείρωση των ψηφοφόρων στα δύο μεγάλα κόμματα, έτσι ώστε το πρώτο, είτε αυτοδύναμα, είτε με κάποιο δεκανίκι (πχ ΠΑΣΟΚ) να μπορέσει να σχηματίσει κυβέρνηση.

Αυτό πάλι εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και από τα πόσα κόμματα θα καταφέρουν να ξεπεράσουν το 3% την 21η Μαΐου, δημιουργώντας μια δυναμική για τα ίδια και για την επανάληψη των εκλογών ένα μήνα αργότερα, με αρκετούς να ξεφεύγουν πλέον από τη λογική της «χαμένης» ψήφου σε μικρότερα κόμματα.

Επίσης, δεν μπορούμε να υπολογίσουμε το ποσοστό που θα μπορούσε να επιτύχει το ΠΑΣΟΚ στις επαναληπτικές εκλογές συμπιεζόμενο σφόδρα και από τους δύο «μονομάχους». Εάν καταρρεύσει το ποσοστό του, όπως είναι λογικά αναμενόμενο, τότε θα υπάρξει δυσκολία σχηματισμού κυβέρνησης με μπαλαντέρ το ίδιο, ειδικά εάν κι εφ’ όσον τα υπόλοιπα κόμματα που εισέλθουν στο κοινοβούλιο την πρώτη Κυριακή καταφέρουν να διατηρήσουν ένα μεγάλο μέρος από τους ψηφοφόρους τους και δεν πέσουν κάτω από το 3%. Σε αυτήν την περίπτωση 7κομματικού ή 8κομματικού πχ κοινοβουλίου, με τα ποσοστά και των δύο «μονομάχων» κάτω του 35%, η αυτοδυναμία πάει έτσι κι αλλιώς περίπατο, αλλά και με το ΠΑΣΟΚ δύσκολα θα εξασφαλιστεί μια πλειοψηφία με πάνω από 151 συμπολιτευόμενους βουλευτές, με την όποια συγκυβέρνηση θα μπορούσε τυχόν να επιτευχθεί, να καθίσταται εξαιρετικά εύθραυστη και με την αντιπολίτευση πλέον πολύ πιεστική.

Κυβέρνηση «τεχνοκρατών» κοινής αποδοχής

Σε αυτήν την περίπτωση τι γίνεται; Ακόμη και με εξαγορές βουλευτών από άλλα κόμματα κτλ, η διακυβέρνηση θα καταστεί πολύ δύσκολη υπόθεση και σύντομα το όποιο σχήμα θα καταρρεύσει κάτω από το βάρος των αυξανόμενων προβλημάτων.

Πάμε λοιπόν σε τρίτες εκλογές;

Το πιθανότερο είναι πως όχι. Θα έχει όμως δημιουργηθεί για όλους η δικαιολογητική βάση για επιβεβλημένη πια από τις συνθήκες μια κυβέρνηση «ειδικού» σκοπού από «τεχνοκράτες» με την κοινοβουλευτική στήριξη και των τριών καθεστωτικών κομμάτων.

Μας αρέσει δεν μας αρέσει αυτή θα είναι η κατάληξη. Και είναι περίπου προδιαγεγραμμένο. Είτε εάν το επιτρέψουν οι συνθήκες αμέσως μετά τις πρώτες εκλογές, είτε αμέσως μετά τις δεύτερες.

Για μια σοβαρή και αποτελεσματική αντιπολίτευση, ρωγμή στο καθεστώς και στο βάθος δημοκρατική αλλαγή

Συνεπώς το μεγάλο ζήτημα για τον ελληνικό λαό μπροστά στις κάλπες δεν είναι ποιος θα σχηματίσει κυβέρνηση με την ψήφο του, αυτό είναι περίπου δεδομένο κυρίως μετά τη δεύτερη κάλπη. Αλλά, εάν και κατά πόσο, πάλι με τη δική του ψήφο, θα μπορέσει να υπάρξει σοβαρή και αποτελεσματική αντιπολίτευση στο όποιο κυβερνητικό σχήμα που έτσι κι αλλιώς προετοιμάζεται.

Είναι η ευκαιρία, ίσως μοναδική, για τη δημιουργία μιας μεγάλης ρωγμής στο καθεστώς, με την επιλογή και την ανάδειξη νέων δυνάμεων εκτός του δοσμένου καθεστωτικού πλαισίου, που όμως έχουν δείξει διαχρονική συνέπεια, και επεξεργασμένες πολιτικές θέσεις υπέρ των συμφερόντων της χώρας και του λαού. Δυνάμεις που θα αναλάβουν αρχικά τον ρόλο μιας ουσιαστικής και ανένδοτης αντιπολίτευσης, για να διεκδικήσουν στη συνέχεια με όρους δημοκρατίας και πατριωτισμού τη διακυβέρνηση του τόπου.

Υπάρχουν τέτοιες δυνάμεις; Φυσικά υπάρχουν! Αρκεί κάποιος να αντιληφθεί τα διακυβεύματα της εποχής, να απαλλαχθεί από τις όποιες ιδεοληψίες τον κατατρέχουν και από την καθεστωτική λογική της «χαμένης» ψήφου, ή και της αποχής, για να τις ανακαλύψει. Είναι οι δυνάμεις εκείνες που παλεύουν ακατάπαυστα και με συνέπεια 12 χρόνια τώρα, ήδη από το 2011, για την εθνική ανεξαρτησία, τη δημοκρατία και την κοινωνική δικαιοσύνη και συνασπίζονται σήμερα ισότιμα σε μια ευρεία συμμαχία για την ανατροπή και την αναγέννηση του τόπου. 

Γι’ αυτό ψηφίζουμε την 21η Μαΐου. Για Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία, Κοινωνική Δικαιοσύνη και προκοπή!

 

 

Αφήστε ένα σχόλιο