Η ανθεκτικότητα, μια αράχνη κι ο Κοκός
του Γιάννη Κιμπουρόπουλου
Ο καλός Αϊ Μπαζ βρήκε αυτή την ωραία φωτογραφική σύνθεση που συνδέει τη στήλη απευθείας με Τατόι και με όλους τους βασιλικούς οίκους της γηραιάς ηπείρου, που τελικά είναι πολύ περισσότεροι απ’ όσους νόμιζα. Αλλά στη φωτογραφία και στο ιστορικό συμπύκνωμά της θα επανέλθω, αφού περάσω πρώτα από μια άλλη εικόνα.
Στο αυτοκίνητό μου, που αν δεν βρέξει νερό πάνω του σπανίως θα πέσει, μια αραχνούλα έχει πλέξει έναν μικρό ιστό μεταξύ του καθρέφτη του οδηγού και της πόρτας. Τον βλέπω πολλές μέρες, αλλά δεν μου πάει καρδιά να τον καταστρέψω. Πολύ περισσότερο που παρατηρώ την αξιοσημείωτη αντοχή του. Μικρά σκουπιδάκια, φυλλαράκια, σκόνη έχουν μπλεχτεί πάνω του, αλλά, παρά τον αέρα, τον φυσικό ή αυτόν που παράγεται από την ταχύτητα του αυτοκινήτου, ο ιστός μένει στη θέση του. Τον βλέπω να κυρτώνεται, να τεντώνεται, να ταλαντεύεται, αλλά, μόλις το αυτοκίνητο σταματήσει, επανέρχεται στη θέση του. Αυτό λέγεται ανθεκτικότητα. Φυσικά, αν βάλω το χέρι ή περάσω ένα χαρτί από πάνω του, ο ιστός θα διαλυθεί. Αλλά στην πίεση που του ασκούν τα λίγα Μποφόρ φυσικού ή τεχνητού ανέμου αντέχει.
Η ανθεκτικότητα είναι όρος της φυσικής, με την οποία ουδέποτε τα πήγα καλά, οπότε ας μην εκτεθώ περισσότερο. Σε αδρές γραμμές, η ανθεκτικότητα μετρά την ικανότητα ενός αντικειμένου να επιστρέψει στην αρχική του κατάσταση μετά από σοκ ή συνεχή πίεση. Ο ιστός της αραχνούλας μου π.χ., από εκεί που είναι μόλις πέντε, δέκα εκατοστά, όταν τρέχει το αυτοκίνητο μπορεί να επιμηκύνει τη μεγαλύτερη ίνα του μέχρι και τα είκοσι εκατοστά, αλλά μετά επανέρχεται στη αρχική διάσταση, ίσως με κάποιες μικρές απώλειες.
Η ανθεκτικότητα έχει προ πολλού πάψει να αφορά αποκλειστικά τους φυσικούς και τους μηχανικούς και έχει γίνει κυρίαρχη κατηγορία όχι μόνο της ψυχολογίας αλλά και της οικονομίας και της κοινωνικής μηχανικής. Έχει γίνει κριτήριο αποτελεσματικότητας κάθε πολιτικής και κάθε κρατικού ή διακρατικού μέτρου. Έχει γίνει όρος της αειφορίας και της βιωσιμότητας, έχει παρεισφρήσει ακόμη και στην αγορά χρέους, όπου τα «εξωτικά» πράσινα ή κοινωνικά ομόλογα που εκδίδουν κράτη, η Ε.Ε. ή μεγάλες επιχειρήσεις περνούν από φίλτρα κοινωνικής και οικονομικής ανθεκτικότητας.
Και, φυσικά, η ανθεκτικότητα ποζάρει εδώ και τρία χρόνια στο χρηματοδοτικό εργαλείο που υποτίθεται θα επιτρέψει στην Ε.Ε. να σταθεί ξανά στα πόδια της: Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Next Generation EU, Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, RRF, όπου η κρίσιμη λέξη αντιστοιχεί στο δεύτερο R, Resilience, προφερόμενο «ρεζίλιενς», και αρκούμαι σ’ αυτό μη γίνουμε περισσότερο ρεζίλι. Η ανθεκτικότητα έχει γίνει το κυρίαρχο μότο της ευρωπαϊκής νομενκλατούρας.
Και τι ακριβώς είναι η ανθεκτικότητα της πολιτικής, κυβερνητικής και τεχνοκρατικής ελίτ που διαβουκολεί την ήπειρο και το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη μας; Δεν είναι ακριβώς μια διακήρυξη, δηλαδή μια υπόσχεση ότι με το χρήμα που μοιράζεται, π.χ. μέσω του Ταμείου Ανθεκτικότητας, οι οικονομίες, οι κοινωνίες, οι κοινωνικές ομάδες θα γίνουν ανθεκτικότερες/ελαστικότερες στις έξωθεν πιέσεις. Όχι, γιατί το χρήμα καταλήγει έτσι κι αλλιώς στα ήδη κατά τεκμήριο ανθεκτικότερα πάνω επίπεδα της κοινωνικής πυραμίδας.
Η ανθεκτικότητα της κυρίαρχης ρητορικής είναι περισσότερο μια απαίτηση και ταυτόχρονα μια διαπίστωση ότι τα κάτω επίπεδα της πυραμίδας, οι φτωχοί, οι φτωχότεροι των φτωχών, οι μεσαίοι, οι μικρομεσαίοι που περιδινούνται σε αλλεπάλληλα οικονομικά ή τεχνολογικά σοκ, οφείλουν να επιδείξουν αντοχή στις κρίσεις, για τις οποίες είναι πια δεδομένο ότι η παγκόσμια ηγεσία δεν έχει καμιά ικανότητα, αλλά ούτε πρόθεση να αποτρέψει την ένταση και την όλο και πυκνότερη συχνότητά τους. Οι κοινωνίες υποχρεούνται να δοκιμάζουν την ανθεκτικότητά τους σε όλο και μεγαλύτερες εντάσεις, οι κρίσεις θα είναι η μόνη κανονικότητά τους. Οπότε, για να μη διαλυθεί το μαγαζί, δηλαδή το οικονομικό μοντέλο που διέρρηξε διά παντός τις σχέσεις του με την ευημερία, εκπαιδεύονται σε άμεση επάνοδο στην προτέρα κατάσταση, όση πίεση κι αν υποστούν, όσο πιο κάτω κι αν πέσουν. Έπειτα από έναν ευρωπαϊκό πόλεμο, μια ενεργειακή κρίση διαρκείας, μια χρηματοπιστωτική κατάρρευση ή μια κρατική χρεοκοπία. Το νόημα είναι χοντρικά: «Αφού αντέχουν περισσότερο πόνο, γιατί να τους τον στερήσουμε;»
Εδώ περίπου είναι που, κατά τον νοσηρό συνειρμό μου, η ανθεκτικότητα του ιστού που ύφανε η ανυποψίαστη αραχνούλα συναντά τη φωτογραφία του Αϊ Μπαζ, το θρυλικό «ψωμί, ελιά και Κώτσο βασιλιά», που έθρεψε πολλές γενιές πεινασμένων και παραπλανημένων ιθαγενών. Από τη δεκαετία του 1920, της μικρασιατικής καταστροφής (με άλλον Κωνσταντίνο τότε), μέχρι τη δεκαετία του ’60, της ένδειας, της μαζικής εσωτερικής και εξωτερικής μετανάστευσης, των διωγμών και των παλατιανών πραξικοπημάτων. Ο αναχρονισμός της βασιλείας με την γκλαμουριά του αιμομικτικού δικτύου γαλαζοαίματων όλης της Ευρώπης ήταν ευθέως ανάλογος της εξαθλίωσης στην οποία υποβαλλόταν ιδιαίτερα η φτωχολογιά της υπαίθρου, όπου το ψωμί και η ελιά ήταν μια κυριολεξία επιβίωσης για πολλούς που συνάμα ήταν θερμοί βασιλόφρονες. Αυτό το μίγμα κοινωνικής εξαθλίωσης και πολιτικής ηλιθιοποίησης ήταν για το καθεστώς ένα χρήσιμο μοντέλο ανθεκτικότητας.
Και να και η ειρωνεία της Ιστορίας φέρνει το πρώην «βασιλικό κτήμα» στο Τατόι να εντάσσεται στα έργα που θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, εξ ου και η Μενδώνη έπεσε με φούρια στο ξεχορτάριασμα και στον εξωραϊσμό, διότι η καμένη γη που θα δεχθεί στο χώμα της τον τελευταίο Κώτσο ή Κοκό της δυναστείας Γκλύξμπουργκ πώς θα πατηθεί φαιή και ασουλούπωτη από ευαίσθητα πόδια εστεμμένων, ευγενών και πριγκίπων;
Υ.Γ. Στο μεταξύ, την καντέμιασα την αραχνούλα και τον ανθεκτικό ιστό της. Κάτι έγινε και τον βρήκα να κρέμεται σαν ρετάλι από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου. Έφτασε στο τέλος της αντοχής του.
Θεωρίες για την υπεραξία
«Θεέ μου, αν υπάρχεις, μη μου δώσεις όσα μπορώ ν’ αντέξω»
Ελαφρά πειραγμένη λαϊκή ρήση
από το «http://kibi-blog.blogspot.com/»
https://www.hereticalideas.gr/2023/01/anthektikotita-mia-arachni-kokos.html
Αφήστε ένα σχόλιο