Προσαρμοστικότητα και «κανονιστική» πραγματικότητα

Προσαρμοστικότητα και «κανονιστική» πραγματικότητα


του Ηλία Καραβόλια

Εδώ και πολλά χρόνια κυκλοφορεί στο υπόγειο του μυαλού ένα συνεχές υπόκωφο μήνυμα που εκπέμπει σχεδόν καθημερινά η πραγματικότητα: «όσο περισσότερο και αν δουλέψεις, δεν θα κερδίσεις περισσότερα…» Η αλήθεια είναι ότι η χώρα αυτή έπαθε ισχυρή εισοδηματική καθίζηση μέσω της εσωτερικής υποτίμησης των μνημονίων (αυτή είναι η τεχνική ορολογία εξήγησης της τότε κατάστασης) και μέσω της αναπόφευκτης μερικής παύσης της ζωής και της οικονομίας παγκοσμίως, λόγω της πανδημίας.

Η ελάττωση των εισοδημάτων «μοιάζει» να έχει ελαττώσει και τον ανθρώπινο μόχθο, τις εργατοώρες, ειδικά με την εξ αποστάσεως τηλεργασία, το ψηφιακό κράτος και την γενικότερη τεχνολογική ανάπτυξη( αυτοματοποίηση, τεχνητή νοημοσύνη, αλγόριθμοι κτλ.) Είναι όμως αυτό «αληθινό»; Είναι αυτή η «κανονικότητα» μια «πραγματικότητα» ή μήπως ζούμε σε μια ψευδαίσθηση;

Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες είχε ήδη εφαρμοστεί ο δήθεν ευεργετικός «θεσμός» της σύμφωνης γνώμης εργαζομένων-εργοδοτών για εργασία ανεξαρτήτως ωραρίων και ημερών. Τα συστημικά ΜΜΕ το εμφάνισαν και εδώ στην Ελλάδα ως «φυσιολογικό συμβόλαιο» μεταξύ προσφοράς και ζήτησης ανθρωπίνου κεφαλαίου. Αν ο εργαζόμενος δηλαδή θέλει να δουλεύει υπερωρίες για επιπλέον εισόδημα και αν ο εργοδότης το προσφέρει, τότε ο μηχανισμός αυτής της σύγκλισης των βουλήσεων μοιάζει να είναι μια «δίκαιη ισορροπία», μια φυσιολογική συμφωνία χωρίς εξαναγκασμούς και εκμετάλλευση. Αυτά πρεσβεύει ο νεοφιλελεύθερος ορθολογισμός που αναγνωρίζει στο «εγώ» το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής ως το υπέρτατο δικαίωμα. Έτσι μοιάζει το άτομο να «θεωρεί» ότι ο ελεύθερος χρόνος του κοστολογείται ως χρήμα- δεδομένων των αναγκών του. Όμως στην ασυνείδητη αξιολόγηση/προτεραιοποίηση μεταξύ αναγκών/χρόνου, το ισοζύγιο έχει μεταβληθεί εδώ και πολλά χρόνια. Οι θεωρίες περί αναγκαίας αναπαραγωγής του εργατικού κεφαλαίου δεν ταιριάζουν πλέον στο σημερινό σκηνικό του internet ως παγκόσμιου ψηφιακού εργοστασίου που λειτουργεί 24 ώρες την ημέρα και 7 ημέρες αδιάλειπτα.

Όπως δεν υπάρχει ταξική συνείδηση έτσι το άτομο αγνοεί ότι στο καπιταλιστικό ασυνείδητο κυλάει επί δεκαετίες τώρα ο χρόνος της απορρύθμισης των αγορών (άρα και της εργασίας), που οδήγησε στην έξαρση της μερικής απασχόλησης, στην απαξίωση του μισθού και στην εποχή των zero hour contracts (συμβάσεις μηδενικού ωραρίου).

Ο σύγχρονος εργαζόμενος του γνωσιακού καπιταλισμού, ακόμα και αν είναι μισθωτός, στην ουσία αυτο-αναλώνει το ατομικό του κεφάλαιο (βλ.Lazzarato, Berardi, Marazzi, Rifkin, κ.α) και μάλιστα εκτός ωραρίου εξαρτημένης εργασίας.

Όλοι μας ξέρουμε ότι ως αυτοαπασχολούμενοι και ως μισθωτοί (περισσότερο αυτοί του ιδιωτικού τομέα) οι περισσότεροι κουβαλάμε το άγχος της δουλειάς και στο σπίτι. Στις μεγάλες δε μητροπόλεις των υπηρεσιών, δεν είναι λίγοι αυτοί που μένουν πάνω από τον υπολογιστή τους ώρες ατελείωτες ακόμα και στο κρεβάτι τους. Και φυσικά αυτές οι υπερωρίες πολύ απλά δεν πληρώνονται. Γίνονται συνειδητές μόνο όταν πληρώνεται ο γιατρός που επισκεπτόμαστε λόγω μηνυμάτων του οργανισμού από το άγχος.

Αυτή η υπερεντατική παραγωγική δραστηριότητα βαδίζει χέρι-χέρι με την «εξελικτική αποδοτικότητα» του συστήματος: αυξημένες ροές κεφαλαίου θα ζητούν όλο και περισσότερα εργατικά χέρια και μυαλά, πιέζοντας συνεχώς τον μισθό προς τα κάτω αλλά και υποτιμώντας την αξία της καινοτομίας (σε πλήρη αντιδιαστολή με τα ψευδο-αξιώματα για νόμους προσφοράς/ζήτησης και σημεία ισορροπίας).

Ακόμα και τα όνειρα είναι κάτι σαν εργατικό ασυνείδητο πλέον, είναι τα αποτελέσματα απωθημένων σκέψεων, άγχους και υπερεντατικής εργασίας εντός μιας κοπιαστικής μέρας. Είτε πρόκειται για αυτο-απασχολούμενο ελεύθερο επαγγελματία, είτε για επιχειρηματία ή μισθωτό στέλεχος, η υπερένταση και το στρες είναι έντονα φορτία που σωματοποιούνται αφού πρώτα εντυπώνονται στον εγκέφαλο. Ο ατομικός ψυχισμός βομβαρδίζεται απο νευρο-ερεθίσματα που δημιουργούν μια μόνιμη υπερ-ένταση στο νου και στο σώμα.

Τι δεν συνειδητοποιούμε ως σύγχρονοι εργάτες (υπερχρεωμένοι κάποιοι) του πληκτρολογίου; Είμαστε εγκλωβισμένοι σε με συγκεκριμένη «κανονιστική» πραγματικότητα: όχι μόνο πρέπει να εκτελούμε σωστά τη δουλειά, με την τεχνική έννοια του όρου, αλλά και να την εντυπώνουμε στο φιλμ του μυαλού μας, στην νοητική μας θεατρική παράσταση μεταξύ ρόλων και αυθεντικού εαυτού.

«Ποτέ το κεφάλαιο δεν έχει καταφέρει να αναγκάσει τους ανθρώπους να δουλεύουν 24 ώρες την ημέρα -ή έστω έναν κοντινό αριθμό ωρών- και είναι σαφές ότι πάντα οι άνθρωποι θα ελέγχουν τα αποδεκτά όρια της εργάσιμης ημέρας τους. Αυτή είναι η θεμελιώδης λογική της σχέσης κεφαλαίου-εργασίας και δεν χρειαζόμαστε την ψευδο-κοινωνιολογία της εργατικής έρευνας για να την ανακαλύψουμε» (βλ. Endnotes 2, Υπνεργατική Έρευνα).

Ξέρω ότι οι ορθόδοξοι συνάδελφοι θα αντιδράσουν με την πιο πάνω παράγραφο και θα την θεωρήσουν δογματική θεώρηση. Διαφωνώ ριζικά αφού πρόκειται για μια αδήριτη πραγματικότητα καθώς οι συσχετισμοί ισχύος μεταξύ εργασίας-κεφαλαίου έχουν μεταβληθεί από την δεκαετία του ‘80, με τα «οικονομικά της προσφοράς» στις ΗΠΑ και στην Αγγλία. Και αυτό γιατί όταν αυξάνονται οι ανισότητες (και ουδείς αμφισβητεί πλέον ότι αυξήθηκαν διεθνώς εδώ και 40-45 χρόνια, η ορθόδοξη οικονομική σκέψη συστηματικά αγνοεί δύο φαινόμενα:

-Την «επίδραση αντικατάστασης»: η μείωση του καθαρού εισοδήματος οδηγεί σε λιγότερη επιθυμία για εργασία, αφού η ανταμοιβή είναι μικρότερη.

– Την «επίδραση εισοδήματος»: η μείωση του καθαρού εισοδήματος οδηγεί σε επιθυμία για περισσότερη εργασία ώστε να υπάρχει ίδιο επίπεδο κατανάλωσης.

Οι ασυνείδητες αυτές επιδράσεις κάνουν τον εαυτό να λειτουργεί πλέον σαν ανώνυμη εταιρεία (Εγώ Α.Ε) όπου οι συντελεστές παραγωγής του (δεξιότητες, ταλέντο, αντοχή) είναι πλήρους συσχέτισης με τα χρονικά όρια που επιβάλλει η εξοντωτική κούρσα ανταγωνιστικότητας, υπεραπόδοσης και η ολοένα και πιο αυξημένη παραγωγικότητα. Οι μελέτες διεθνώς για αυτή την συσχέτιση (βλ. Pikkety, Ganz, Piore, κ.α) δείχνουν το προφανές: ένταση των ανισοτήτων.

Η Εργασία έχει μπει ολοκληρωτικά στον κρυπτογραφημένο κωδικό του συστήματος: 24 ώρες/7 ημέρες. Πενθήμερα και οχτάωρα (για τα οποία χύθηκε αίμα αθώων εργατών στην Ιστορία) μοιάζουν έννοιες άλλης εποχής, δυστυχώς.

Η προσαρμοστικότητα συμβαδίζει χέρι-χέρι με τον υπερ-αυτοματισμό, την υπερ-συνδεσιμότητα και την υπερ-δικτύωση του σύγχρονου cyber-προλετάριου που μπορεί να μην βλέπει τις αλυσίδες, όμως είναι πασιφανές ότι έχει αλυσοδεθεί από τον αμείλικτο χρόνο της εξειδικευμένης τεχνολογικής υπερ-παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών…

 

 

Αφήστε ένα σχόλιο