«Και το μέλλον δεν έχει παρά να υπακούσει»

«Και το μέλλον δεν έχει παρά να υπακούσει»


του Ηλία Καραβόλια

«Αυτό που για κάποιους είναι ελεύθερη επιλογή για κάποιους άλλους είναι ανελέητη μοίρα» γράφει ο κλινικός ψυχολόγος Τάσος Ζήσης στο περιοδικό misfit (τ.2). Η φράση -αν και αναφέρεται στον νεοφιλελευθερισμό και τις συνέπειες του στην υποκειμενοποίηση- είναι ότι πιο περιεκτικό θα μπορούσε να απεικονίσει την σημερινή κατάσταση. Είμαστε ελεύθεροι να υπακούσουμε στις εντολές της επιστήμης και της εξουσίας αφού ιδιωτικοποιήθηκε πλέον η ευθύνη για τον όποιο κίνδυνο ζωής και θανάτου υπάρχει παντού στην υφήλιο. Ένα είδος φιλελεύθερου πατερναλισμού κατακλύζει την ανθρωπότητα μαζί με τον φονικό ιό και τις μεταλλάξεις του.

Η παγκοσμιοποιημένη εκδοχή της πανδημίας εγκαθιστά δικές τις νομοτέλειες και χωροχρονικές συμπυκνώσεις. Η χρηστική και ανταλλακτική αξία κάθε ανθρώπινης δραστηριότητας, πλέον θα μετατίθεται στο δυνητικό μέλλον μιας αόριστης κανονικότητας. Κανείς δεν ξέρει τι θα του συμβεί και γι’ αυτό το υποκείμενο αναστέλλει το εφικτό σχέδιο αντικαθιστώντας το με μπόλικες εναλλακτικές εκδοχές και ασαφείς πιθανότητες.

Η κρίση συλλογικής και υποκειμενικής αβεβαιότητας είναι εγκατεστημένη μέσα στην τεκταινόμενη διχοτόμηση του κοινωνικού σώματος: πιστοποιημένοι και μη πιστοποιημένοι πολίτες αντικαθιστούν τις ταξικές διαφορές με υγειονομικά πρωτόκολλα και διαπιστευτήρια . Η Τάξη αντικαθίσταται από την Υγεία και υπόρρητα αχνοφαίνεται να «ξεχνιέται» και πάλι η ούτως ή άλλως-χαμένη ταξική συνείδηση, και να υποκαθίσταται από την γκραμσιανή υπόκωφη «πάλη των θέσεων» που γεννάνε οι νέες μορφές υποκειμενοποίησης, οι νέες ταυτότητες.

Δημιουργείται όμως ταυτόχρονα, μέσα στο κοινωνικό σώμα, αυτό που το Κεφάλαιο και η Εξουσία έψαχναν από καταβολής του καπιταλιστικού συστήματος για την ανέξοδη αναπαραγωγή του: η πίσω αυλή (βλ. Rosa Luxembourg) που δεν ρυθμίζεται από τους νόμους του κεφαλαίου αλλά από την έκτακτη κατάσταση ανάγκης και εξαίρεσης και από τον σιδερένιο βραχίονα, το Κράτος, που εφαρμόζει αναγκαστική βιοπολιτική αλλά και παγιώνει μια κοινωνική μηχανική (σημ: σε αυτήν την πίσω αυλή θα χωράνε μόνο οι έχοντες πιστοποιηθεί ως ικανοί να πειθαρχούν άρα και να παράγουν).

Με την πανδημία όμως να εξαπλώνεται και πάλι δεν μπορεί ξανά να κατονομαστεί κανένα υπερεθνικό κέντρο ως πηγή του κακού. Και έτσι, ο ιός παραμένει η απόλυτη παγκοσμιοποιητική μονάδα ανταλλακτικής αξίας του αγαθού «ζωή» με το εμπόρευμα «θάνατος». Είναι η απόλυτη πρώτη παγκόσμια συναλλαγή του νεωτερικού υποκείμενου με το Κακό μέσα στο πλανητικό δίκτυο μετακινήσεων και εμπορευματικών σχέσεων (εξάλλου η πανδημία ως παραγωγή αβεβαιότητας έχει άμεση συνάφεια με την «παραγωγή» του κεφαλαίου και της εξουσίας).

Η ρητορική της κατάστασης εξαίρεσης είναι το υπομόχλιο της ιδεολογικής εξομάλυνσης: δεν εξηγείται επαρκώς στα υποκείμενα το «ανώτατο όριο» του κακού, παρά την στοχευμένη εξοικείωση της θανατοστατιστικής, και ο ατομικός τρόμος συνεχώς μετατίθεται/μετακυλύεται σε μια αόριστη χωροχρονική κατάληξη.

Κοινωνίες και Οικονομίες στηρίζονται από σπασμωδικές και βραχυπρόθεσμης οπτικής εμπορικές/ συναλλακτικές δραστηριότητες και φυσικά από ισχυρές δόσεις κρατικού νεοκευνσιανισμού (βλ κυρίως ΗΠΑ και Κίνα). Ο φιλελευθερισμός των δικαιωμάτων και η ιδεολογία των αγορών (που πάντα δήθεν αυτορυθμίζονται) εμπλέκονται πλέον με τα υποκειμενικά όρια ευθύνης-ανευθυνότητας, ορθολογισμού – ανορθολογισμού των δρώντων, απέναντι στο κοινό συμφέρον.

Η «συμβολική βία» (Lacan,Zizek) του αόρατου ιού γίνεται συστημική και συναντά το μύχιο ζητούμενο του καπιταλισμού: την κρίση αναδιάρθρωσης και αναπαραγωγής του. Εάν τώρα συνεχίσει να εκτοπίζεται ανθρώπινο και κοινωνικό κεφάλαιο, με την μετάλλαξη της εργασίας, θα «ευθύνονται» πλέον περισσότερο οι μεταλλάξεις του ιού και όχι φυσικά το κατεστημένο σύστημα ανισοτήτων και μακροοικονομικής ανισορροπίας. «Και το μέλλον δεν έχει παρά να υπακούσει»( Duhring).

 

 

Αφήστε ένα σχόλιο