Το… «παντεσπάνι» και τα «κίτρινα γιλέκα»

Το… «παντεσπάνι» και τα «κίτρινα γιλέκα»


του Όθωνα Κουμαρέλλα

Με αφορμή τα γεγονότα στη Γαλλία και τις διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων», πολλοί στη χώρα μας έσπευσαν να μιλήσουν για εξέγερση και να συγκρίνουν τα τωρινά γεγονότα με το Μάη του ’68, ακόμη και με τη Γαλλική Επανάσταση.

Κατ’ αρχήν πρέπει να πούμε, ότι οι εξεγέρσεις και πολύ περισσότερο οι επαναστάσεις δεν γίνονται κατά παραγγελίαν, ούτε προγραμματίζονται. Προκύπτουν.

Είναι απόρροια μακρόχρονων υπόγειων κοινωνικών διεργασιών, που μέσα από απρόβλεπτα, ακόμη και τυχαία γεγονότα, μπορεί να οδηγήσουν σε κορυφώσεις την ταξική διαπάλη και σε εξεγερσιακές εξάρσεις, που με τη σειρά τους μπορούν να οδηγήσουν σε επαναστατικές ανατροπές.

Υπάρχει τέτοιο υποβόσκον κλίμα στην Ευρώπη και ειδικότερα στη Γαλλία; Η απάντηση είναι καθαρή: Όχι!

Αυτό που υπάρχει είναι μια γενικευμένη δυσαρέσκεια ολοένα και περισσότερων κοινωνικών στρωμάτων απέναντι στις ακολουθούμενες πολιτικές λιτότητας και της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης. Κι όχι μόνο στη Γαλλία.

Η διάχυτη όμως αυτή δυσαρέσκεια απέχει πολύ από το δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ώστε να μετασχηματιστεί σε επαναστατική ανατρεπτική διάθεση ευρύτερων μαζών. Προσώρας εξαντλείται στις κλασσικές μεθόδους έκφρασης διαμαρτυρίας, αποδεκτών και «νομιμοποιημένων» εντός του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, όπως διαδηλώσεις, απεργίες, ακόμη και καταλήψεις κτιρίων κτλ και εν τέλει με την ψήφο, η οποία μπροστά στην ομογενοποίηση των πολιτικών από όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος, κατευθύνεται σε έναν σημαντικό πλέον βαθμό στα λεγόμενα «αντισυστημικά» κόμματα.

Οι κινητοποιήσεις των «κίτρινων γιλέκων» μολονότι αιφνιδίασαν από τη μαζική συμμετοχή και από την ακόμη πιο ευρεία αποδοχή, καθώς και από την επιμονή την οποία επέδειξαν οι συμμετέχοντες, δεν διαφέρει και πολύ από αυτού του τύπου «νομιμοποιημένες» γενικά εκφράσεις δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας. Τουλάχιστον μέχρι τώρα. Ούτε φυσικά πρέπει να μας ξαφνιάζει το γεγονός, ότι δεν είναι καθοδηγούμενες από πολιτικές, ή συνδικαλιστικές παρατάξεις, οι οποίες φαίνεται να σύρονται πίσω από τις κινητοποιήσεις εξ ανάγκης.

Εξ αιτίας ακριβώς των ομογενοποιημένων πολιτικών κάτω από το πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης, ολοένα και περισσότερο οι λαϊκές κινητοποιήσεις θα είναι αυθόρμητες, από τα κάτω, αλλά ταυτόχρονα και με πεπερασμένες τις δυνατότητες και τις προοπτικές επιτυχίας.

Βεβαίως ένα στοιχείο διαφοροποίησης είναι ότι οι όποιοι διοργανωτές του κινήματος των «κίτρινων γιλέκων» διατύπωσαν συγκροτημένο κείμενο αιτημάτων 42 σημείων, που από μόνο του παραπέμπει σε κατάθεση πολιτικού προγράμματος.

Έτσι, η γαλλική κυβέρνηση, ξυπνώντας από τον βαθύ λήθαργο της «αυτάρκειας» και του ναρκισσισμού της, τρομοκρατήθηκε μπροστά στη μαζικότητα της αποδοχής της κινητοποίησης. Αφού προσπάθησε να τη συκοφαντήσει, αποδίδοντάς την σε εξτρεμιστικά στοιχεία της ακροδεξιάς και αφού στη συνέχεια διαπίστωσε ότι αποτυγχάνει, καθώς επίσης αποτύγχανε και η χρήση «λελογισμένης» καταστολής, προσπάθησε να διασπάσει το κίνημα καλώντας σε διάλογο και αποσύροντας το νόμο για την επιβολή περιβαλλοντικού φόρου στα καύσιμα, που φαίνονταν να ήταν και η αφορμή των κινητοποιήσεων.

Το αποτέλεσμα ήταν να αποτύχει για ακόμη μια φορά, να εξοργίσει και τελικά να εμπνεύσει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στην αποτελεσματικότητα των κινητοποιήσεων, αφού ο φόβος και η υποχώρηση από την πλευρά της ήταν προφανέστατη, αφήνοντας έτσι άπλετο χώρο για περαιτέρω πίεση από την πλευρά των διαδηλωτών.

Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις και τη σταδιακή εμπλοκή εργαζομένων, αλλά κυρίως των μαθητών, που ξεκίνησαν δυναμικές καταλήψεις στα σχολεία τους, η κυβέρνηση του Μακρόν, έντρομη, κατέφυγε σε μια πρωτοφανούς, για -έστω κατ’ επίφαση- δημοκρατική ευρωπαϊκή χώρα, σε έκταση και βιαιότητα καταστολή των κινητοποιήσεων, μετατρέποντας έτσι τη διαμαρτυρία σε οργισμένη αντίδραση. Ενώ δεν απέφυγε να καταφύγει στη γνωστή συνωμοσιολογία κατηγορώντας τον Τράμπ και πρόσφατα τη Ρωσία, ότι βρίσκονται πίσω από τις κινητοποιήσεις. Μετέτρεψε έτσι ένα εσωτερικό πρόβλημα σε ζήτημα με διεθνείς διαστάσεις με αποτέλεσμα την κατάρρευση της αξιοπιστίας του ίδιου του Γάλλου προέδρου διεθνώς.

Και μπορεί βέβαια, προσωρινά οι δυνάμεις καταστολής με τα γενικευμένα μπλόκα για να εμποδίσουν τους διαδηλωτές να προσέλθουν στους χώρους συγκέντρωσης και τις εκτεταμένες συλλήψεις, που ξεπέρασαν μόνο στο Παρίσι τις 1300, να κατάφεραν να ελέγξουν εν μέρει την κατάσταση στην πρωτεύουσα, αλλά στην υπόλοιπη χώρα το Σαββατοκύριακο, από τη Μασσαλία μέχρι το Μπορντό και από τη Λυών, τη Τουλούζη μέχρι ακόμα και το Στρασβούργο η κατάσταση ήταν εκτός κάθε ελέγχου. Με τις κινητοποιήσεις να επεκτείνονται στο Βέλγιο, η αναταραχή τείνει να πάρει πανευρωπαϊκές διαστάσεις, προκαλώντας νέους πονοκεφάλους στο ευρωιερατείο των Βρυξελλών.

Στην πραγματικότητα ο Μακρόν και η κυβέρνησή του, με την αυτιστική τους στάση απέναντι στα γεγονότα, δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να ρίξουν λάδι στη φωτιά και να μετατρέψουν τη δυσαρέσκεια και τις διαμαρτυρίες σε πανεθνικό κίνημα οργής στη Γαλλία, με νέες δυναμικές κινητοποιήσεις να εξαγγέλλονται για το ερχόμενο Σάββατο.

Σήμερα, Δευτέρα βράδυ 10 Δεκεμβρίου 2018, ο πρόεδρος Μακρόν απηύθυνε «διάγγελμα» προς τον γαλλικό λαό, προσπαθώντας να πείσει, ότι άκουσε, κατάλαβε, και ότι λαμβάνει υπ’ όψιν του τη δυσαρέσκεια και τα αιτήματα του κόσμου. Προανήγγειλε μάλιστα αύξηση μισθών κατά 100 ευρώ και μείωση φόρων, χωρίς όμως να θέσει ζήτημα αλλαγής πολιτικής και το ξεκαθάρισε. Κοντολογίς, όπως είπε ένας φίλος, προσπάθησε να εξαγοράσει τα κίτρινα γιλέκα με δυό γεμίσματα ρεζερβουάρ αυτοκινήτου.

Είναι πολύ νωρίς και δεν γνωρίζουμε το πως θα έχουν εκλάβει οι ίδιοι οι Γάλλοι τις εξαγγελίες και το απολογητικό ύφος του προέδρου τους. Ούτε γνωρίζουμε εάν οι κινητοποιήσεις θα συνεχιστούν με την ίδια ένταση, βαθαίνοντας την κρίση, ή θα εκφυλιστούν ανάμεσα στο «παντεσπάνι» που έταξε σήμερα ο Μακρόν και την χωρίς όρια φασιστική καταστολή. Η εικόνα του όμως σε έναν τρίτο παρατηρητή δεν ήταν ενός προέδρου που έχει επίγνωση και διαθέτει τη βούληση και τη δυνατότητα να επιλύει προβλήματα. Ήταν η εικόνα κάποιου που σύρεται πίσω από τις εξελίξεις, τις οποίες αδυνατεί να ελέγξει.

Παρά τη συγνώμη και την εκ νέου τακτική υποχώρηση του, περισσότερο λάδι στη φωτιά, φαντάζει, ότι έριξε με το «διάγγελμά» του κι όπου βγει….

 

 

Αφήστε ένα σχόλιο