Το βιβλίο στην εντατική

Το βιβλίο στην εντατική


του Κωνσταντίνου Σταθόπουλου

Αιώνες ολόκληροι, κόποι, θυσίες, χιλιάδες τόνοι μελάνι, εκατομμύρια τίτλοι βιβλίων, γραμματικές, συντακτικά, αναλύσεις, κείμενα, μελέτες, διατριβές, για να φτάσουμε εδώ.

Και εδώ ακριβώς, να κάνουμε νέες έρευνες και μελέτες γιατί σταματήσαμε να διαβάζουμε ή γιατί δεν κατανοούμε αυτά που διαβάζουμε.

Προσωπικά βρίσκω στην τεχνολογία μεγάλη βοήθεια, στην ανεύρεση, ανάγνωση και εμπέδωση γνώσεων.

Γνώσεις που δεν τις παρείχε και δεν τις παρέχει το σχολείο.

Αυτή η αναζήτηση, επιπλέον γνώσεων, έγινε εφόσον πρώτα υπήρξε η τριβή με το βιβλίο.

Αυτή η ερωτική θα έλεγα σχέση, πέρα από ηλικίες, γνώσεις, εξέλιξη, δεν θα αντικατασταθεί και δεν θα παλιώσει ποτέ.

Ο «κόπος» συλλογής της πληροφορίας, ανατρέχοντας σε τόμους εγκυκλοπαιδειών, το γύρισμα της σελίδας, η μυρωδιά του χαρτιού, το «βάρος» της πληροφορίας στο χέρι, οι ώρες αναζήτησης, ο κόπος αντιγραφής και ταυτόχρονα εμπέδωσης της γνώσης, είναι αδύνατον να αντικατασταθούν από την οθόνη και το πληκτρολόγιο και είναι αδύνατον να αντικατασταθούν, διότι θα λείπει το συναίσθημα και όταν λείπει το συναίσθημα, οτιδήποτε επάνω στην γη είναι ανάπηρο.

Δεχόμαστε καθημερινά έναν τεράστιο όγκο, αμφιβόλου ποιότητας πληροφοριών οι οποίες εξαιτίας της τεχνολογίας, μπορούν να γραφούν, δημιουργηθούν, κατασκευαστούν, επεξεργαστούν και αποδοθούν  σε ελάχιστο χρόνο, μην δίνοντας την δυνατότητα στον αποδέκτη, να τις μελετήσει, εντρυφήσει, συγκρίνει και επιβεβαιώσει, καθώς νέος όγκος πληροφοριών ετοιμάζεται και ταξιδεύει ταχύτατα διαδικτυακά.

Αυτό οδηγεί μαθηματικά στην επιφανειακή, γρήγορη και όχι σε βάθος μελέτη της πληροφορίας.

Αυτό οδηγεί μαθηματικά σε μία στείρα, χωρίς δυνατότητα κριτικής σκέψης και ανάλυσης, ανάπηρη γνώση.

Αυτό οδηγεί σε ανθρώπους κατευθυνόμενους και χειραγωγούμενους από τον πρώτο τυχάρπαστο που πιθανόν είχε τις γνώσεις, την καπατσοσύνη, την πονηριά, τα χρήματα ή την ικανότητα να παρουσιαστεί ως ινστρούκτορας.

Η προηγούμενη γενιά «ξεφόρτωσε» πάνω στην δική μας, την αγραμματοσύνη, την αμορφωσιά της, την πείνα και την δίψα της.

Αυτοί δεν γνώριζαν.

Η σημερινοί, μάνα και πατέρας, που θεωρούν κουραστικό να μιλήσουν, να διηγηθούν μία ιστορία στο παιδί τους, να το βγάλουν βόλτα στο φως, στο χώμα, στη θάλασσα, να του αγοράσουν ή να δανειστούν στην ανάγκη ένα βιβλίο και πυροβολούν το παιδί τους στο καρότσι με ένα smart phone ή ένα tablet, ποιά τιμωρία τους πρέπει;

Οι σημερινοί, μάνα και πατέρας, αλλά και οι δάσκαλοι των παιδιών, πότε κάθισαν να τους εξηγήσουν για το διάβασμα και το γράψιμο, όχι στο πληκτρολόγιο, αλλά με μολύβι και χαρτί;

Ο μόνος που τα τελευταία χρόνια είδα και άκουσα να μιλά για την χρησιμότητα του βιβλίου και του μολυβιού ήταν ο συγχωρεμένος πια Τζίμης Πανούσης.

Κανένας δάσκαλος, κανένας καθηγητής.

Γίναμε όλοι ευκαιριακοί και δυστυχισμένοι τηλεθεατές σε μία κακογυρισμένη παρτούζα. Και αυτό από τον Τζίμη κλεμμένο.

Έρχεται καλοκαίρι.

Αν τον χειμώνα υπήρξε η κούραση της δουλειάς, τα προβλήματα, (που ποτέ δεν θα πάψουν), η μικρή διάρκεια της ημέρας και άλλες δικαιολογίες, τώρα είναι παρελθόν.

Κάνετε μία νέα αρχή.

Δεν κοστίζει, αξίζει και δημιουργεί πεπαιδευμένους και συνειδητοποιημένους πολίτες.

Τους κάναμε ήδη την χάρη να μας μειώσουν ως πληθυσμό.

Ας μην τους κάνουμε την χάρη, να τους χαρίσουμε ότι μας έφτασε ως εδώ.

Τη γνώση.


 

Αφήστε ένα σχόλιο