Η Πολιτική Οικονομία της Βίας του Κράτους του Ευρώ

Η Πολιτική Οικονομία της Βίας του Κράτους του Ευρώ

του Σπύρου Στάλια*
Το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα επιστημονικό οικονομικό άρθρο που καταλήγει σε οικονομικά συμπεράσματα αλλά και σε πολιτικά συμπεράσματα, αφού η επιστήμη είναι για τον άνθρωπο.
Στο άρθρο αυτό γίνεται μια προσπάθεια ανάλυσης του νεοφιλελευθέρου υποδείγματος, που υλοποιείται με το ευρώ, ως ένα φιλοσοφικό σύστημα, που τέτοιο είναι, και που μετά εκφράζεται οικονομικά και πολιτικά και καθορίζει όλες τις εκφράσεις του βίου μας.
Διακρίνεται σε πέντε μέρη. Στην εισαγωγή και στο πρώτο μέρος, καταγράφονται οι φιλοσοφικές αρχές του υποδείγματος, πως αυτές εκφράζονται ως οικονομικά αξιώματα, πως υλοποιούνται στη συγκρότηση του κράτους του ευρώ και τέλος πως ακριβώς λειτουργεί ένα τέτοιο κράτος.
Στο δεύτερο μέρος γίνεται μια εκτενής κριτική των οικονομικών αξιωμάτων που στηρίζουν το ευρώ και αναλύεται κριτικά η έννοια του χρήματος και του δανεισμού
Στο τρίτο μέρος συνεχίζεται η ανάλυση για την φύση του χρήματος και για το τι συνέβη το 2008. Η ανάλυση αυτή συνεχίζεται στο τέταρτο μέρος όπου καταδεικνύεται πως οι τράπεζες δημιούργησαν την κρίση.
Η κριτική καταλήγει με την διαπίστωση πως το όλο οικοδόμημα του ευρώ στηρίζεται σε ατελή ανάλυση, αντιφατικές υποθέσεις και σε εσφαλμένες αναλογίες και κατά συνέπεια είναι άδικο κοινωνικά, ασταθές και επιρρεπές στις κρίσεις.
Το πέμπτο μέρος που συνιστά τον επίλογο του άρθρου αυτού, εξάγονται συμπεράσματα για την αποτυχία των μνημονίων και την συνέχιση τους, εξηγείται ότι η βία πια είναι αναγκαία πολιτικά για να αντιμετωπιστεί η επιδρομή που γίνεται στον πλούτο των Ελλήνων αλλά και στον βίο τους, τον υλικό και ψυχικό, και τέλος εξηγείται η ανάγκη υιοθέτησης του Εθνικού Νομίσματος, υπό συνθήκες ενότητας, ως αναγκαίος και ικανός όρος για την επιστροφή στη Δημοκρατία και στην Ανάπτυξη.
Μέρος Α’
Εισαγωγή
Το καθεστώς του ευρώ δεν πρέπει να το εκλαμβάνουμε σαν ένα απλό οικονομικό υπόδειγμα, αλλά ως μια συνολική φιλοσοφία, που καθορίζει πλήρως την ζωή μας, την οικονομική, την πολιτική, την κοινωνική και την ατομική.
Ως φιλοσοφικό σύστημα έχει την δική του οντολογία, που μας προμηθεύει μια βάση συναντίληψης και κοινής κατανόησης αυτού που πράγματι υπάρχει.
Έχει την δική του επιστημολογία, δηλαδή, με ποια διαδικασία καταλήγει κάποιος σε αυτή ή εκείνη την θέση.
Τέλος το φιλοσοφικό αυτό σύστημα έχει την δική του ηθική, τι πρέπει να κάνει κάποιος άνθρωπος για να είναι ευτυχής όσο μπορεί, ως άτομο και ως κοινωνική οντότητα. Πως πρέπει να συγκροτήσει ως κοινωνία την Κρατική Πολιτική Οντότητα, που θα προσφέρει ευημερία στο άτομο και στην κοινωνία.
Το φιλοσοφικό αυτό σύστημα αποτυπώνεται κατ’ αρχήν στο χώρο της οικονομίας και τελικά, όπως κάθε φιλοσοφικό σύστημα, καθίσταται πολιτικό, με την έννοια ότι οι παραπάνω αρχές υλοποιούνται στην κοινωνία με την συγκρότηση πολιτικής ιεραρχίας (Πολιτείας).
1. Η αποτύπωση των φιλοσοφικών αρχών του Νεοφιλελευθερισμού στην Οικονομία.
Α) Η οντολογία στηρίζεται στο φυσικό άκρατο ατομικισμό του ανθρώπου.
Σύμφωνα με το αξίωμα αυτό, ο άνθρωπος και τα λειτουργικά του εκφραστικά κατασκευάσματα, κράτη, επιχειρήσεις, οργανισμοί, ιδρύματα, οικογένεια, κοινωνικές και ατομικές σχέσεις κα, διέπονται από την αρχή της μεγιστοποίησης τους κέρδους, ή της ωφελιμότητας ή της ευχαρίστησης.
Η θεμελιώδης αυτή αρχή του Νεοφιλελευθερισμού, διέπει κάθε σχέση και κατά συνέπεια, κάθε θέμα στην σύγχρονη βιβλιογραφία, που αφορά στην φιλοσοφία, στην ηθική, στην οικονομία, στην πολιτική, στην επιστήμη, στην τέχνη, στην συνύπαρξη κα, πρέπει να αρχίζει από αυτή την εγγεγραμμένη -τρόπον τινά- αρχή στην ψυχή του ανθρώπου. Η αρχή της ωφελιμότητας για την ποιότητα του ανθρώπου, έχει τις ρίζες της, στην ερμηνεία που δίνουν οι Διαμαρτυρόμενοι στην Παλαιά Διαθήκη με την βοήθεια του Ελληνικού Ορθολογισμού. Σε αυτό το φιλοσοφικό σύστημα και η γνωσιολογία και η ηθική πηγάζουν από τον ατομικισμό.
Β) Η επιστημολογία (γνωσιολογία)
Θεωρεί ότι η αλήθεια μιας ιδέας καθορίζεται από την επιτυχία που έχει να επιλύει ένα πρόβλημα και αυτή ακριβώς η δυνατότητα, καθιστά τις ιδέες επιτυχείς σύμφωνα με την ανθρώπινη εμπειρία. Ο ρεαλισμός μια υπόθεσης για την επίλυση ενός προβλήματος δεν έχει καμία σημασία. Οι θεωρίες είναι απλά εργαλεία ανάλυσης που δεν συσχετίζονται με την ικανότητα τους να περιγράφουν την λειτουργία της πραγματικότητας.
Η γνωσιολογία του νεοφιλελευθερισμού του ευρώ συνοψίζεται με τα τρία παρακάτω αξιώματα στην οικονομία.
α) Το Εργοδικό Αξίωμα
Με βάση το αξίωμα αυτό, το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα είναι ένα σύστημα που περιγράφεται με τέσσερες συγκεκριμένες μεταβλητές παραγωγή, πραγματικοί μισθοί, επιτόκιο και απασχόληση, που έχουν την ιδιότητα μετά από μια ανωμαλία, από μόνες τους να τείνουν να πάρουν τιμές που θα αποκαταστήσουν την ισορροπία του συστήματος, ανεξαρτήτως της ποσότητας του χρήματος. Αυτό σημαίνει ότι το σύστημα είναι αναλλοίωτο και αιώνιο, εξ ου και εργοδικό (η λέξη εργοδικό προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις έργον και οδός, το έργο και η πορεία).
Οικονομικά μπορούμε να το αποδώσουμε επίσης με την υπόθεση, ότι αυτοί που συμμετέχουν στην προσφορά και ζήτηση της οικονομίας, στο οικονομικό γίγνεσθαι, έχουν λογικές προσδοκίες ως προς το μέλλον, που σημαίνει ότι το μέλλον είναι στατιστικά προβλέψιμο. Με άλλα λόγια η σημερινή τιμολόγηση μιας αξίας, εμπεριέχει την προβολή της στο μέλλον, έτσι ώστε καμία κρίση να μην είναι πιθανή, αλλά τέλος πάντων αν αυτή προκύψει, μόνο του το σύστημα θα την διορθώσει. Καμία ανθρώπινη ή κρατική παρέμβαση δεν απαιτείται. Η ελεύθερη αγορά θα επιβάλει τις τιμές ισορροπίας. Κατά συνέπεια η ελεύθερη αγορά είναι το τελευταίο θεμέλιο της συγκρότησης του Κράτους.
β) Το Αξίωμα της Υποκατάστασης
Το αξίωμα αυτό μας διαβεβαιώνει ότι οι ευέλικτες σχετικές τιμές[1] εγγυώνται την ισορροπία των αγορών. Αυτό πρακτικά σημαίνει το εξής.
Ωφελιμότητα προσφέρουν μόνο τα αγαθά και εξ αυτού του λόγου γίνεται η παραγωγή. Οι ευέλικτες σχετικές τιμές, δηλαδή με πόση ποσότητα ενός προϊόντος ανταλλάσσω ένα άλλο πάντα αυτορυθμίζονται, έτσι ώστε πάντα όλοι οι πόροι να απασχολούνται στο επίπεδο της πλήρους απασχόλησης.
Η ποσότητα του χρήματος που απαιτείται γι’ αυτή την διαδικασία είναι δεδομένη, και επειδή η ωφελιμότητα του χρήματος έχει σχέση με το να διευκολύνει την ανταλλαγή, ποτέ δεν θα υπάρχει έλλειψη του στην αγορά, αφού πραγματική ωφελιμότητα έχουν μόνον τα προϊόντα. Άρα το χρήμα πάντα θα κυκλοφορεί.
Κατά συνέπεια η ανεργία σε αυτό το σύστημα είναι ηθελημένη, δηλαδή οι εργαζόμενοι δεν επιθυμούν να εργαστούν με τους τρέχοντες μισθούς.
γ) Το Αξίωμα Ουδετερότητας του Χρήματος
Με βάση αυτό το αξίωμα, κάθε μεταβολή της προσφοράς χρήματα δεν έχει καμία επίδραση στις πραγματικές μεταβλητές. Με άλλα λόγια αν πάτε σε ένα Πανεπιστήμιο και ρωτήσετε τους φοιτητές των Οικονομικών, που στην συντριπτική πλειοψηφία έχουν Νεοφιλελευθέρους Μικροοικονομολόγους Καθηγητές, αν διπλασιαστεί η ποσότητα του χρήματος τι θα συμβεί, θα σας πουν ότι οι πραγματικές τιμές θα παραμείνουν ίδιες. Αν το αμφισβητήσετε θα σας βγάλουν τρελούς με ευγένεια, αφού θα σας πουν ότι τρέφετε αυταπάτη περί τα χρήμα (Money Illusion).
Το χρήμα συνεπώς είναι ένα πέπλο που καλύπτει την πραγματικότητα.
Αυτό σημάνει κάτι λίαν σημαντικό.
Ότι το χρήμα αφ’ εαυτού δεν κοστίζει, άρα δεν γεννά εισόδημα, οι άνθρωποι παρακρατούν ασήμαντα ποσά, και αυτό καθ’ εαυτό το χρήμα δεν το εμπορεύονται. Άρα το χρήμα εκδίδεται κατ’ αποκλειστικότητα από την ΕΚΤ, που υποτίθεται είναι οργανισμός υπεράνω της αγοράς, δεν αποθηκεύεται και δεν είναι αντικείμενο δανεισμού. Όλα αυτά σημαίνουν ότι το χρήμα είναι ουδέτερο.
2) Η Πολιτική Δομή του Κράτους του Ευρώ – Ηθική
Το οικοδόμημα του ευρώ λοιπόν εγγυάται ένα κόσμο σταθερό, χωρίς κρίσεις, χωρίς ανεργία, χωρίς χρέη, με καθορισμένες κοινωνικές τάξεις, με το ελάχιστο δυνατό κράτος.
Άρα διάφορες αρχές θα πρέπει να επωμίζονται διαφόρους ρόλους και με καθήκοντα αιώνια που δεν είναι δυνατόν να αλλάζουν, αφού το σύστημα είναι εις το διηνεκές αναλλοίωτο και λειτουργεί όπως ο νευτώνειος νόμος.
Κάθε επικυρίαρχο κράτος ασκεί πέντε πολιτικές στο χώρο της οικονομίας που καθορίζουν περαιτέρω την άμυνα του, την εξωτερική του πολιτική και το κοινωνικό κράτος. Οι πολιτικές αυτές είναι η νομισματική πολιτική, η δημοσιονομική πολιτική, η εισοδηματική πολιτική, η συναλλαγματική πολιτική, και η δασμολογική πολιτική.
Αυτές οι πολιτικές στην ευρωζώνη έχουν διαμοιραστεί σε διάφορα κέντρα εξουσίας ιεραρχικά, αναλόγως του βάρους της κάθε μιας.
α) Στην πρώτη βαθμίδα της εξουσία υπάρχουν οι τραπεζίτες και οι κάτοχοι κεφαλαίων, που υποτίθεται ότι μπορούν να καθορίζουν την προσφορά-ποσότητα του χρήματος, να ορίζουν τα επιτόκια, δηλαδή να ασκούν την νομισματική πολιτική και επίσης την συναλλαγματική πολιτική, και εμμέσως πλην σαφώς την δημοσιονομική πολιτική, αφού κάθε κράτος οι τράπεζες το χρηματοδοτούν.
Η διαφύλαξη της αξίας του χρήματος και των κεφαλαίων είναι το μέγιστο μέλημα του συστήματος και η διαχείριση του είναι πέραν του ελέγχου του λαού.
β) Στη δεύτερη βαθμίδα της εξουσίας είναι η γραφειοκρατία των Βρυξελλών που καθορίζει τους όρους της Διοικητικής Λειτουργίας της Ευρωζώνης, ορίζει την δασμολογική πολιτική και παρακολουθεί μαζί με τους Κεντρικούς Τραπεζίτες την δημοσιονομική πολιτική. Οίκοθεν νοείται ότι οι Τραπεζίτες και οι Γραφειοκράτες των Βρυξελών απολογούνται μεταξύ τους!
γ) Στην τρίτη βαθμίδα είναι οι Κυβερνήσεις, Κοινοβούλιο και Δικαιοσύνη που καθήκον τους είναι να ασκούν κυρίως την εισοδηματική πολιτική, με άλλα λόγια τα μεροκάματα να είναι πάντα χαμηλά και ευέλικτα, έτσι ώστε η αγορά εργασίας στην ευρωζώνη να είναι σε ισορροπία και να εκτελούν την δεδομένη δημοσιονομική πολιτική
Οι Κυβερνήσεις απολογούνται στους Τραπεζίτες και στην Γραφειοκρατία των Βρυξελλών (εδώ αντιλαμβάνεται κάποιος πόσο ανεξάρτητη είναι η αμυντική πολιτική και η εξωτερική πολιτική, όταν κάποιος σου έχει πάρει ή έχεις δώσει την διαχείριση του χρήματός σου).
Όταν ψηφίζουμε στο κράτος του ευρώ, ψηφίζουμε για μια κυβέρνηση που θα ακολουθεί τις εντολές των Τραπεζιτών και των Γραφειοκρατών. Με βάση την πιστή εκτέλεση των εντολών τους, η κυβέρνηση κρίνεται.
Ο τίτλος του πρωθυπουργού δεν είναι τόσο σπουδαίος όσο ο τίτλος του Κεντρικού Τραπεζίτη, που πράγματι ηγεμονεύει. Αυτή είναι η αιτία της αθλιότητας της πολιτικής ζωής, αφού όλοι οι πολιτικοί είναι μικροϋπάλληλοι και αδιάφοροι για τον Λαό.
Οι εκλογές γίνονται όχι για να αλλάξουμε κάποια πολιτική που δεν μας αρέσει, άλλα να εκλέξουμε ικανούς που κάνουν το σύστημα πιο αποτελεσματικό σε σχέση με τις αρχές του.
Υπ’ αυτή την έννοια το Κοινοβούλιο και οι διάφορες άλλες Αρχές και η Δικαιοσύνη είναι απολιθώματα των υποτιθεμένων ισχυόντων Συνταγμάτων.
Αυτό που είπε ο Θουκυδίδης σε σχέση με την Αθηναϊκή Δημοκρατία, «μολονότι μόνο λίγοι μπορούν να σχεδιάσουν μια πολιτική, ωστόσο όλοι είμαστε ικανοί να εκφέρουμε κρίση γι’ αυτήν», δεν ισχύει.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούμε όλοι να κυβερνάμε, άλλα ούτε όλοι μπορούμε να κρίνουμε μια συνολική πολιτική.
Δεν έχει έννοια, αφού η πολιτική είναι «εξ αποκαλύψεως» και όχι «θύραθεν».
δ) Στην τέταρτη βαθμίδα της εξουσίας είναι οι επιχειρηματίες που τρίβουν τα χέρια τους από ικανοποίηση, γιατί με χαμηλά μεροκάματα θα αυξήσουν τα κέρδη τους, αφού θεμελιώδης αρχή τους είναι η φθίνουσα απόδοση του κεφαλαίου. Είναι οι μεγάλοι ηλίθιοι και θύματα του συστήματος.

ε) Τέλος στην πέμπτη βαθμίδα είναι οι άνθρωποι του τύπου και της τηλεόρασης, υπάλληλοι των τραπεζών κατ’ ευθείαν, οι γκαιμπελίσκοι του συστήματος, οι φτωχοδιάβολοι.

Κάτω από αυτή την ιεραρχία είμαστε όλοι οι υπόλοιποι άνθρωποι, που ονομαζόμαστε εργαζόμενοι, με πλήρη ελευθερία να μπορούμε να μεταπηδάμε από κλάδο σε κλάδο της οικονομίας ή από τόπο σε τόπο και να δεχόμαστε την μοίρα μας. Την ίδια ελευθερία έχει και το κεφάλαιο.
Με δεδομένα τα δόγματα του συστήματος, προκύπτει μια νέα νομοθεσία που επιβάλει το ευρώ, επιβάλει το κράτος να είναι το ελάχιστο, στα όρια προσφοράς σχετικής ασφάλειας, διαλύεται η πρόνοια, μειώνονται οι κρατικές δαπάνες, διαλύεται η αγορά εργασίας οπωσδήποτε (must), οι αμοιβές μειώνονται στο ελάχιστο δυνατό.
3. Πως λειτουργεί το Σύστημα
Ας πάμε τώρα τα παραπάνω να τα συνδυάσουμε όλα μαζί. Θα πάμε ανάποδα.
Ας υποθέσουμε ότι κάποιος εξωγενής παράγων είναι η αιτία να μειωθεί η δαπάνη στην αγορά. Άρα από την παραγωγή που είναι ήδη στα ράφια, ένα μέρος θα πουληθεί και ένα μέρος θα μείνει εκεί. Από την άλλη, οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να παράγουν κατ’ αρχή με τον ίδιο ρυθμό, σε επίπεδο πλήρους απασχόλησης. Άλλα αφού η προσφορά είναι μεγαλύτερη από την ζήτηση, σύμφωνα με την νεοφιλελεύθερη σκέψη, οι τιμές των αγαθών θα μειωθούν.
Αλλά αν οι τιμές των αγαθών μειωθούν, με ονομαστικούς μισθούς ίδιους, ο πραγματικός μισθός (=ονομαστικός μισθός/επίπεδο τιμών) θα αυξηθεί και κατά συνέπεια η προσφορά εργασίας.
Αλλά οι επιχειρήσεις, με αυξημένους εργατικούς μισθούς, θα μειώσουν την ζήτηση για εργασία με συνέπεια την μείωση της παραγωγής και αύξηση της ανεργίας.
Αν όμως οι μισθοί είναι ευέλικτοι προς τα κάτω, η υπερβάλλουσα προσφορά έναντι της ζήτησης θα μειώσει τους ονομαστικούς μισθούς.
Πάμε τώρα στο επιτόκιο. Αφού οι ονομαστικοί μισθοί θα έχουν μειωθεί όπως και οι τιμές, θα μειωθεί η ζήτηση για χρήμα. Με λιγότερη ανάγκη για χρήμα για τις καθημερινές τους ανάγκες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά, με τα υπόλοιπα τους χρήματα θα αγοράσουν ομόλογα, με αποτέλεσμα οι τιμές των ομολόγων να αυξηθούν και να μειωθεί το επιτόκιο.
Πάμε τώρα στις επενδύσεις. Το χαμηλότερο επιτόκιο ενθαρρύνει τις επενδύσεις με αποτέλεσμα να αυξηθεί η παραγωγή και η απασχόληση.
Το αποτέλεσμα θα είναι η ισορροπία να επανέλθει στην οικονομία σε επίπεδο παραγωγής πλήρους απασχόλησης, με μισθούς ονομαστικούς, τιμές και επιτόκιο σε χαμηλότερο επίπεδο άλλα με πραγματικούς μισθούς ουσιαστικά ανεπηρέαστους.
Από την παραπάνω ανάλυση προκύπτει ότι αν οι χρηματικοί μισθοί είναι εύκαμπτοι τότε οι πραγματικοί μισθοί θα προσαρμοσθούν έτσι ώστε στην αγορά εργασίας να εξισωθεί η προσφορά και η ζήτηση, να αποκατασταθεί η πλήρης απασχόληση στο επίπεδο της πλήρους παραγωγής (σημ. αυτή είναι επί της ουσίας η πολιτική των μνημονίων που αποτυγχάνει 8 χρόνια τώρα).
Αν υποθέσουμε για μια στιγμή ότι παρεμβαίνει το κράτος και με την δαπάνη του δημιουργεί ζήτηση στην αγορά, ενώ με την νομισματική πολιτική μειώνει το επιτόκιο για να αυξηθούν οι επενδύσεις. Η υπόθεση αυτή ως τρόπος σκέψης και πράξης απορρίπτεται από τους νεοφιλελευθέρους της ευρωζώνης.
Η εκ μέρους του κράτους αυξημένη ζήτηση θα οδηγήσει στην αύξηση των ονομαστικών μισθών, που σύμφωνα με την θεωρία τους καθορίζεται στην αγορά εργασίας από την προσφορά και ζήτηση, και κατά συνέπεια στον πληθωρισμό.
Θα πρέπει να επιλέξουμε να έχουμε ένα ποσοστό ανεργίας για να έχουμε σταθερότητα τιμών δηλαδή καθόλου πληθωρισμό.
Με άλλα λόγια, σταθερότητα τιμών και πλήρης απασχόλησης στην ευρωζώνη είναι αδύνατον να υπάρξει και πάντα θα ανεχόμαστε ένα ποσοστό ανεργίας. Όλα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος στέκεται απ’ έξω από την αγορά.
Η ευελιξία τιμών, μισθών, επιτοκίου εγγυώνται την πλήρη απασχόληση και όλα εξελίσσονται στην πλευρά της προσφοράς. Η αγορά εργασίας και οι χαμηλές αμοιβές εγγυώνται την καλή λειτουργία του συστήματος. Το κράτος πρέπει να παραμένει μακριά από την οικονομία. Η ζήτηση δεν παίζει κανένα ρόλο.
Μέρος Β’
1. Μα είναι σωστά όλα αυτά;
Αλλά ας δούμε τα αξιώματα του Νεοφιλελευθερισμού του Ευρώ κριτικά.
Κάθε αγαθό όταν ζητείται από την αγορά, οι επιχειρήσεις σπεύδουν να το παράξουν για να ικανοποιήσουν την υπερβάλλουσα ζήτηση. Με άλλα λόγια, η ελαστικότητα της παραγωγής ενός προϊόντος, είναι μεγαλύτερη από μηδέν.
Σε αντίθεση προς αυτή την αρχή, το χρήμα έχει ελαστικότητα παραγωγής μηδέν. Τι σημαίνει αυτό;
Όταν οι άνθρωποι επιθυμούν να έχουν πιο πολύ χρήμα, να έχουν περισσότερη ρευστότητα, ή αλλιώς, να έχουν αποθηκευμένη αξία χειροπιαστή, δεν υπάρχει επιχείρηση να παράγει χρήμα, να μισθώσει εργάτες και να παράγει χρήμα ως βιομηχανικό προϊόν.
Επίσης το χρήμα ούτε ως αγροτικό προϊόν παράγεται. Δεν υπάρχει κάποιος σπόρος που να τον φυτεύεις και από το δέντρο που θα αναδυθεί από την γη, να βάλεις εργάτες και να συλλέξουν τους καρπούς του, που θα είναι χρήμα. Με άλλα λόγια δεν υπάρχει χρηματόδεντρο.
Άρα η ελαστικότητα παραγωγής χρήματος είναι ίση με το μηδέν. Όταν το ζητάς δεν παράγεται. Το χρήμα και κάθε χρηματιστηριακή αξία δεν παράγονται, έχουν ελαστικότητα παραγωγής μηδέν.
Αν υποθέσουμε τώρα ότι η ζήτηση για ρευστότητα αυξάνεται. Σε πείσμα της θεωρίας του ευρώ, η συνεπαγόμενη μεταβολή των σχετικών τιμών, μεταξύ των παραγομένων προϊόντων και των μη παραγομένων προϊόντων (ομόλογα, μετοχές, χρήμα) δεν θα στρέψει την ζήτηση από τα μη παραγόμενα προϊόντα στα παραγόμενα προϊόντα και στις παραγόμενες υπηρεσίες.
Αυτό σημαίνει ότι η σχέση υποκατάστασης χρήματος και προϊόντων της πραγματικής οικονομίας, λόγω μεταβολής των σχετικών τιμών, είναι ίση με το μηδέν.
Με άλλα λόγια, αν η οικονομία στο σύνολο της επιθυμεί να αποταμιεύει, με αποτέλεσμα την αύξηση τα τιμής των χρηματικών αξιών σε σχέση με τα προϊόντα της πραγματικής οικονομίας, τότε οποιαδήποτε μέτρα και αν ληφθούν στην πλευρά της προσφοράς, το αποτέλεσμα θα είναι μείωση του εθνικού εισοδήματος και αύξηση της ανεργίας.
Το επίπεδο των μισθών και η αγορά εργασίας δεν έχουν καμία σχέση στην αποκατάσταση της ισορροπίας στην οικονομία, που αποτελεί το κυρίαρχο δόγμα του ευρώ για την ανάπτυξη.
Η θεωρία των νεοκλασικών του ευρώ, υποθέτει ότι μόνο τα προϊόντα και οι υπηρεσίες της πραγματικής οικονομίας προσφέρουν ωφελιμότητα. Οποίος επιθυμεί να διακρατά χρήμα και όχι πραγματικά αγαθά, ως ασφάλεια για το μέλλον, είναι τρελός.
Και φυσικά αυτό θα ήταν σωστό αν το δόγμα περί εργοδικότητας του συστήματος ήταν ορθό. Άλλα δεν είναι.
Ο πραγματικός κόσμος δεν είναι κόσμος ασφαλιστικός, γιατί τότε θα μπορούσε να τον διοικεί η Εθνική Ασφαλτική και οι Ασφαλιστικοί Πράκτορες, με την έννοια κάθε τιμή σημερινή αντανακλά και τον κίνδυνο του μέλλοντος. Οι πρώτες εταιρείες που κατέρρευσαν το 2008 ήσαν οι Ασφαλιστικές, επειδή το μέλλον είναι αβέβαιο και δεν μπορεί να αποτυπωθεί με τα ασφαλιστικά μαθηματικά.
Υπ’ αυτή την έννοια οι άνθρωποι πάντα θα αναζητούν την ρευστότητα και κατά συνέπεια το χρήμα προσφέρει ωφελιμότητα όπως κάθε αγαθό και υπηρεσία που παράγεται στην πραγματική οικονομία.
Η ανεργία και η πτώση της παραγωγής, επέρχονται ακριβώς για τον λόγο ότι το χρήμα δεν υποκαθίσταται από τα προϊόντα της πραγματικής οικονομίας.
Κατέχοντας κάποιος χρήμα μπορεί να κάνει επιλογές που μπορεί να παράγουν απασχόληση, να τα δαπανήσει, και από επιλογές που δεν παράγουν απασχόληση, να τα αποταμιεύσει.
Κατά συνέπεια τα αξιώματα των νεοκλασικών του ευρώ δεν ισχύουν, η ανεργία μέσα στο ευρώ είναι πιθανή. Μέτρα που θα την καταπολεμήσουν, με βάση αυτό το υπόδειγμα, θα χειροτερέψουν την κατάσταση.
Μπορεί η πλευρά της προσφοράς να θέλει βελτίωση, άλλα η ζήτηση είναι εκείνη που καθορίζει, μέσα στην αβεβαιότητα, την πορεία της οικονομίας.
Το εργοδικό αξίωμα, το αξίωμα υποκατάστασης και το αξίωμα της ουδετερότητας του χρήματος δεν ισχύουν γιατί δεν περιγράφουν την πραγματικότητα της λειτουργίας της οικονομίας. Η οικονομία είναι εγχρήματος, σκοπός της παραγωγής είναι το κέρδος και όχι η απόκτηση ωφελιμότητας, δεν είναι η οικονομία «ανταλλακτική».
2. Λίγα ακόμα για το χρήμα και οι τράπεζες
Στα Πανεπιστήμια οι Καθηγητές όπως είπαμε μαθαίνουν στα παιδιά ότι το χρήμα είναι ένα πέπλο που κρύβει την ανταλλακτική οικονομία και κάθε μεταβολή στην ποσότητα του χρήματος σαφώς δεν επηρεάζει την παραγωγή αυτή καθ’ εαυτή και την απασχόληση. Όποιος το πιστεύει πάσχει, έχει αυταπάτη περί το χρήμα. Εκείνο που έχει σημασία είναι οι σχετικές τιμές.
Όλα λοιπόν τα μοντέλα των νεοφιλελευθέρων του ευρώ, εκφράζονται με σχετικές τιμές και έτσι το χρήμα δεν υπάρχει στην ανάλυση τους. Με άλλα λόγια η προσφορά είναι δεδομένη και κατά συνέπεια μεταβολή της ζήτησης μεταβάλει τις τιμές.
Αλλά εφ’ όσον το χρήμα είναι εκτός της ανάλυσης τους και οι τράπεζες και η λειτουργία τους παραμένουν εκτός ανάλυσης.
Οι τράπεζες και οι τραπεζίτες κάνουν την πιο βαρετή δουλειά στον κόσμο. Παρεμβάλλονται μεταξύ επενδυτών και αποταμιευτών, μοιράζουν το χρήμα και σαφώς δεν παράγουν χρήμα.
Αυτό συνεπάγεται ότι δεν υπάρχει σχέση μεταξύ χρεών και της ποσότητας του χρήματος και μεταξύ δανεισμού και μεταβολής της ζήτησης.
Χρήμα, δάνεια και ζήτηση είναι παντελώς ανεξάρτητα.
Ο δαφνοστεφής με Νόμπελ Καθ. Krugman το περιγράφει πολύ ωραία «Σκεφτείτε με αυτό τον τρόπο: όταν ο δανεισμός ανέρχεται δεν έπεται ότι όλη οικονομία δανείζεται. Απλά υπάρχουν ανυπόμονοι άνθρωποι που θέλουν να δαπανήσουν τώρα, παρά αργότερα, και δανείζονται από ανθρώπους που θέλουν να δαπανήσουν αργότερα, παρά τώρα»…και…. «στις τράπεζες συναντώνται η αριστερά και η δεξιά… οι τράπεζες δεν δημιουργούν ζήτηση μέσα από κοπανιστό αέρα, άλλα εκείνοι που επιθυμούν να δαπανήσουν περισσότερο, και οι τράπεζες άπλα συνδέουν τους δανειστές με τους δανειζόμενους». Μάλιστα.
Και ενώ κάποιος θα νόμιζε ότι όλα σταματάνε εδώ, οι νεοφιλελεύθεροι εισάγουν τον όρο του «πολλαπλασιαστή» του χρήματος.
Το υπόδειγμα του πολλαπλασιαστή του χρήματος ισχυρίζεται ότι πράγματι οι τράπεζες μπορούν να δημιουργήσουν χρήμα αλλά το κάνουν παθητικά, ανταποκρίνονται στην επιθυμία της Κεντρικής Τράπεζας.
Δηλαδή, η Κεντρική Τράπεζα ορίζει ότι οι ιδιωτικές τράπεζες αλλά και τράπεζες εμπορικές υπό κρατικό έλεγχο, θα πρέπει να τηρούν ως αποθεματικά από κάθε κατάθεση, ας πούμε το 10% της κατάθεσης. Άρα το απαιτούμενο ποσοστό των αποθεματικών (required reserve ratio, RRR) θα είναι 0.10 και ο πολλαπλασιαστής χρήματος m θα είναι 1/0.10=10. Αν υποθέσουμε ότι Μ είναι η προσφορά χρήματος, ΜΒ η νομισματική βάση (το άθροισμα του χρήματος που κυκλοφορεί συν τα αποθεματικά των τραπεζών) και m ο πολλαπλασιαστής χρήματος, τότε Μ= m x MB που σημαίνει ότι αν 1 ευρώ κατατεθεί στην τράπεζα η προσφορά του χρήματος θα αυξηθεί κατά 10 ευρώ, εφ όσον το απαιτούμενο ποσοστό των αποθεματικών RRR είναι .10.[2]
Το ποσό του χρήματος που παράγεται μέσω του δανεισμού από τις τράπεζες, είναι πολλαπλάσιο του ποσού των αποθεματικών που δημιουργήθηκαν από την Κεντρική Τράπεζα.
Έτσι φτάνουμε στο σημείο να έχουμε δυο απόψεις για το χρήμα ταυτοχρόνως, οι όποιες είναι αντιτιθέμενες. Η μια λέει ότι η ποσότητα του χρήματος είναι ορισμένη και έτσι ο πληθωρισμός αποκλείεται να χτυπήσει την ευρωζώνη. Η άλλη άποψη μας λέει ότι πράγματι, μπορούν οι εμπορικές τράπεζες να δημιουργούν χρήμα αλλά υπό τον έλεγχο της Κεντρικής Τράπεζας.
Μέρος Γ’
1. Ο Βασιλιάς είναι γυμνός-2008
Αλλά το 2008 ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση το υπόδειγμα του ευρώ πήγε περίπατο από την πραγματικότητα, δηλαδή είχαμε κρίση που δεν θα έπρεπε να είχαμε. Αλλά το γεγονός, ότι σε αυτό το υπόδειγμα που αποκλείει να υπάρχουν χρέη, εν τούτοις βρέθηκαν κράτη, επιχειρήσεις, νοικοκυριά καταχρεωμένοι, αυτό βούλιαξε το υπόδειγμα. Το γιατί ακόμα δεν έχει πνιγεί θα το δούμε παρακάτω. Ας δούμε λίγο αυτές τις προτάσεις-ισχυρισμούς των Νεοφιλελευθέρων του Ευρώ.
α) Η αυταπάτη περί το χρήμα
Αφού υπάρχει δανεισμός, υπάρχουν δανειστές και δανειζόμενοι. Όταν διπλασιάζονται οι τιμές και διπλασιάζονται και τα εισοδήματα, τότε πρέπει να δούμε τι συμβαίνει με το επιτόκιο, δηλαδή με την τιμή του χρήματος, που είναι πηγή εισοδήματος για τους δανειστές. Αν η τιμή του χρήματος διπλασιαστεί τότε οι δανειστές βρίσκονται σε καλύτερη θέση από τους δανειζόμενους.
Η διανομή του εισοδήματος μεταβάλλεται και κατά συνέπεια και η ζήτηση και κατ’ ανάγκη η παραγωγή μεταβάλλεται, όπως και η απασχόληση.
Συνεπώς μεταβολή στις τιμές και στα χρηματικά εισοδήματα επιφέρει πραγματικές μεταβολές στην πραγματική οικονομία και έτσι αποδεικνύεται ότι οι νεοφιλελεύθεροι του ευρώ έχουν πραγματική αυταπάτη για το χρήμα. Είναι αδύνατον να κατανοήσεις τον καπιταλισμό της ευρωζώνης χωρίς να λάβεις υπ’ όψη το χρήμα.
Ο ισχυρισμός τους θα ήταν αληθής, αν το χρήμα, σαν μέσο μέτρησης των τιμών και των εισοδημάτων, για να το αποκτήσεις δεν είχε κόστος, και έτσι δεν θα γεννούσε εισόδημα για κάποιους, δεν αποθηκευόταν ως απαίτηση απόκτησης μελλοντικής παραγωγής, δεν δανειζόταν με τόκο και το εξέδιδε μια αρχή εκτός αγοράς.
Καμία από αυτές τις προϋποθέσεις δεν ισχύουν στην πραγματικότητα.
β) Η δημιουργία του χρήματος
Ο δεύτερο ισχυρισμός, ότι οι Τράπεζες είναι απλά ενδιάμεσα όργανα μεταξύ δανειζομένων και δανειστών και παράγουν χρήμα παθητικά με βάση τις οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας, είναι και αυτός λανθασμένος και εκτός πραγματικότητας.
Οι Τράπεζες δεν περιμένουν καταθέτες να καταθέσουν τα χρήματα τους και μετά αυτά τα χρήματα να τα δανείσουν.
Οι Τράπεζες δίνοντας ένα δάνειο, εκείνη ακριβώς την στιγμή δημιουργούν και μια κατάθεση στο λογαριασμό του δανειζόμενου. Ταυτόχρονα εκείνη ακριβώς την στιγμή δημιουργούν νέο χρήμα ίσο με το ποσό του δανείου, και αυτό το κάνουν ανεξαρτήτως αν έχουν αποθεματικά ή όχι.
Για την καλή λειτουργία του συστήματος τα αποθεματικά τα βρίσκουν μετά, από την διατραπεζική αγορά ή από την Κεντρική Τράπεζα.
Παράγουν όσο χρήμα θέλουν, άπειρο, χωρίς κανένα κόστος με μια απλή πληκτρολόγηση σε ένα υπολογιστή. Αλήθεια, πόσο κοστίζει να πληκτρολογήσεις 1.000.000.000.000 ευρώ; Τίποτα. Σας διαβεβαιώ έτσι απλά παράγεται το χρήμα σε χρόνο ντε τε!
γ) Μα που πάει το Χρήμα;
Από αυτή την θέση που περιγράφει την πραγματικότητα, προκύπτει ότι το χρήμα παράγεται από δανεισμό, το οποίο προορίζεται να δαπανηθεί σε αγορά αγαθών, υπηρεσιών και κινητών αξιών αλλά και αξιών που ήδη υπάρχουν σπίτια κτλ.
Τα χρήματα που παράγονται από τον δανεισμό προσθέτουν στην συνολική ζήτηση πέρα και πάνω από το ήδη κυκλοφορούν χρήμα στην οικονομία.
Η συνολική ζήτηση στην οικονομία αποτελείται λοιπόν από την κυκλοφορία του υπάρχοντος χρήματος συν τις πιστώσεις των τραπεζών με μια πρώτη ματιά.
Αυτό όμως που καταγράφεται ως ΑΕΠ, ένας μέρος του έχει χρηματοδοτηθεί από το υπάρχον κυκλοφορούν χρήμα και ένα μέρος από τις πιστώσεις (δάνεια) των τραπεζών.
Αλλά το μεγαλύτερο όμως μέρος της Εθνικής Δαπάνης που αφορά στην αγορά κινητών αξιών και άλλων μη κινητών αξιών που παρήχθησαν στο παρελθόν, χρηματοδοτείται από τις τράπεζες μα δανεισμό και δεν αναγράφεται στο ΑΕΠ.
Συνεπώς το ύψος του δανεισμού και του δημόσιου τομέα και του ιδιωτικού και η μεταβολή του, έχει σημαντική επίδραση στην πράγματι οικονομία. Ας δούμε αυτό το θέμα.
Μέρος Δ’
2) Μα πως λειτουργούν οι Τράπεζες στην Ευρωζώνη;
α) Κίνδυνος και Τράπεζες
Οι τράπεζες είναι επιχειρήσεις με σκοπό το κέρδος. Οι τράπεζες για να κερδίσουν πουλάνε δάνεια και εισπράττουν τόκους. Όσο πιο πολλά δάνεια πουλήσουν τόσο μεγαλύτερα κέρδη θα κάνουν, τόσο πιο πολύ χρήμα παράγουν, με μια απλή πληκτρολόγηση σε ένα υπολογιστή.
Αλλά δεν φτάνει μόνο αυτό.
Όσο πιο πολύ η τραπεζική αγορά είναι ελεύθερη, τόσο καλύτερα αξιολογεί τον κίνδυνο και τόσο πιο σταθερό είναι το τραπεζικό σύστημα, σύμφωνα με τους κατασκευαστές του ευρώ.
Με τα πιο σύγχρονα μοντέλα που αξιολογούν τον κίνδυνο, η τραπεζική αγορά απελευθερώθηκε εντελώς, σε παγκόσμιο επίπεδο και στην ευρωζώνη, με την βαθειά πίστη ότι οι κίνδυνοι κατάρρευσης του έχουν παρέλθει. Παρήγαν χρήμα κατά βούληση και κέρδη για τον εαυτό τους αμέτρητα.
Εκκινώντας με την πεποίθηση ότι μια ελεύθερη αγορά από μόνη της ενσωματώνει κάθε γεγονός μελλοντικό, και άρα καλώς τιμολογεί τις σημερινές αξίες, οι τράπεζες ζουν με την προσδοκία ότι οι τιμές και άλλο θα αυξηθούν, δανείζουν για την αγορά σπιτιών, αυτοκινήτων, ομολόγων μετοχών και για οτιδήποτε άλλο, ας πούμε διακοπές στη Μύκονο.
Καθώς οι τιμές διαρκώς αυξάνονται, με υποθήκη τις αυξημένες τιμές αξιών, δανείζουν ακόμα πιο πολύ και στο τέλος δανείζουν για τόκους προηγούμενων δανεισμών.
β) Πως όλα καταρρέουν
Είναι η στιγμή και το σημείο εκείνο στην εξέλιξη των πραγμάτων, όπου μια βαρειά δανεισμένη κοινωνία αρχίζει να πουλάει με μανία κάθε αξία, για να μπορεί να αποπληρώσει τον δανεισμό της. Αυτό έχει σαν αιτία την πτώση των τιμών των αξιών και την μη αγορά νέων κεφαλαιακών αγαθών.
Η πραγματική οικονομία εισέρχεται σε κατάσταση βαθειάς ύφεσης, όπως το 1929 και το 2008. Το χρήμα δεν επιστρέφει στην πραγματική οικονομία όπως αντιθέτως μας διαβεβαίωναν.
Το 2008 οι τράπεζες βρέθηκαν με διπλό πρόβλημα, λόγω τερατωδών δανεισμών τύπου Ponzi πέραν πάσης προσδοκίας, λόγω απληστίας.
γ) Η πραγματική αιτία της καταστροφής
Κανονικά η πλειονότητα των δανείων πρέπει να αποπληρώνεται, αν και εφ’ όσον ο δανεισμός πηγαίνει σε κάτι που παράγει αξία που καλύπτει τον δανεισμό. Αν όμως συλλήβδην οι αξίες πέσουν, τότε οι τράπεζες ευθύνονται και όχι οι δανεισθέντες αφού δεν έριξαν αυτοί τις αξίες.
Το να ζητούν μετά οι τράπεζες πίσω τα δάνεια τους αποτελεί ληστεία.
Αλλά γιατί το έκαναν αυτό; Γιατί γνώριζαν ότι και να γίνει «μια στραβή» πέραν της θεωρίας τους, ότι η ΕΚΤ θα έσωζε το σύστημα, καίτοι αυτό δεν προβλεπόταν στο καταστατικό της ΕΚΤ.
Αλλά πέραν αυτού, δάνειζαν αφειδώς τα κράτη, που είχαν όλα επιτοκιακά σχεδόν εξισωθεί, χωρίς αυτό να ανταποκρίνεται στις παραγωγικές τους δομές και στους κινδύνους που έφεραν, η Ελλάδα δεν έγινε Γερμανία, γιατί γνώριζαν το εξής.
Καίτοι τα κράτη είναι ιδιώτες μπρος στον γκισέ της τράπεζας, η διαφορά τους, από κάθε επιχείρηση και νοικοκυριό, ήταν ότι οι πολίτες της χώρας θα φορολογηθούν άγρια να πληρώσουν τα χρέη του κράτους, και επιπροσθέτως τα κράτη έχουν περιουσία που θα την έπαιρναν. Το δεύτερο ισχύει και για τους ιδιώτες. Τα κράτη και οι πολίτες θα ανήκαν στις Τράπεζες. Κανένα πρόβλημα. Κράτη και πολίτες υπό κατοχή, χωρίς στρατό κατοχής.
δ) Και μετά τι έγινε;
Έτσι οι τράπεζες βρέθηκαν το 2008 σε κρίση φερεγγυότητας δηλαδή, δεν είχαν επαρκή κεφάλαια να καλύψουν τα κόκκινα τους δάνεια, και σε κρίση ρευστότητας, δηλαδή δεν είχαν επαρκείς αξίες άμεσα ρευστοποιήσιμες για να καλύψουν τις άμεσες υποχρεώσεις τους.
Τότε «έντρομοι» οι «Ηγέτες» της Ευρώπης, Τραπεζίτες, Γραφειοκράτες και Πολιτικοί κατάλαβαν ότι δεν είχαν τα μέσα και τους τρόπους να αντιμετωπίσουν το θέμα της κρίσης.
Κατάλαβαν ότι το τραπεζικό σύστημα σε κάθε χώρα της ευρωζώνης, ήταν εκτός παντός ελέγχου. Είχε γίνει τόσο μεγάλο, που η κάθε μια χώρα χωριστά δεν μπορούσε από μόνη της να σώσει το τραπεζικό της σύστημα.
Αντελήφθησαν επίσης ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι τράπεζα μαϊμού, που σαν στόχο είχε μόνο να μας σώσει από ένα καλπάζοντας πληθωρισμό τύπου Βαϊμάρης του 1923 ή Ζιμπάμπουε, κάτι που ήταν εκτός πραγματικότητας.
Όπως ήταν και είναι φτιαγμένη η ΕΚΤ, δεν μπορούσε να σώσει ούτε μια τράπεζα από την πτώχευση, ούτε ένα κράτος. Δεν ήταν, και δεν είναι ακόμα, μια πραγματική Κεντρική Τράπεζα που θα μπορούσε να σταθεροποιήσει το σύστημα. Δεν μπορούσε -και ακόμα δεν μπορεί- να ασκήσει την λειτουργία του lender-of-last-resort όπως η FED στην Αμερική ή η Τράπεζα της Αγγλίας ή κάθε σοβαρή Κεντρική Τράπεζα σε όλο τον κόσμο.

ε) Όταν η απάτη αποκαλύφθηκε, ο ένοχος ήταν άλλος.
Αφού οι ηγέτες μας βρέθηκαν στην κατάσταση να μην μπορούν να αποπληθωρίσουν, για να αποφύγουν το πρόβλημα, να μην μπορούν να υποτιμήσουν πάλι για να αποφύγουν το πρόβλημα (δεν υπήρχε εθνικό νόμισμα), τους απέμενε ή να πτωχεύσουν οι τράπεζες, πράγμα που θεώρησαν ότι θα έφερνε στη δευτέρα παρουσία, ή να εφαρμοστεί γενική λιτότητα σε όλη την Ευρώπη για να σώσουμε εμείς οι λαοί τις τράπεζες, αφού η Κεντρική Τράπεζα δεν μπορούσε.
Με άλλα λόγια, έγινε αυτό που ήθελαν οι τράπεζες κατ’ ανάγκη.
Τότε, και όπως ήταν φυσικό, οι Τραπεζίτες και η Γραφειοκρατία των Βρυξελλών, η ηγεσία της Ευρωζώνης, σήκωσε το πιστόλι και σημάδεψε τους Λαούς της Ευρώπης ως διεφθαρμένους, επειδή ζούσαν δήθεν με υψηλότερους μισθούς από αυτούς που έπρεπε.
Αλλά αυτές χρηματοδοτούσαν τα πάντα, και μάλιστα μας τόνιζαν ότι πάντα τιμολογούν οτιδήποτε με ακρίβεια και άρα η κρίση αποκλείεται.
Μιλάμε για καθολική διαφθορά.
Διατάχτηκε διαρκής λιτότητα και οι πολιτικοί χωρίς δισταγμό την επέβαλαν.
Από τότε ζούμε 9 ολόκληρα χρόνια μια διαρκή υποβάθμιση της ζωής μας, χωρίς να υπάρχει περίπτωση να βγούμε από αυτή την κρίση.
Η αγορά εργασίας, ιστορικά και επιστημονικά, δεν ήταν η αιτία της κρίσης και τα χαμηλά μεροκάματα δεν σε βγάζουν από την κρίση, την βαθαίνουν.
Και ενώ όλα άλλαξαν αυτά τα χρόνια τι δεν άλλαξε; Οι απαιτήσεις των τραπεζών προς τους πολίτες και τα κράτη, πολλαπλάσιες από τις αρχικές.
Είναι παράδοξο. Ενώ παράγουν ένα προϊόν, το χρήμα, που δεν κοστίζει τίποτα να παραχθεί, αυτό δημιουργεί το επαχθέστερο βάρος σε όλους μας.
Μέρος Ε’
Επίλογος

Από την παραπάνω ανάλυση νομίζω ότι έχει γίνει σαφές ότι η είσοδος στην ευρωζώνη το 2002, ήταν από τα μεγαλύτερα σφάλματα που διέπραξε η καθεστηκυία τάξη της Ελλάδος. Καμία από τις προσδοκίες εισαγωγής δεν ικανοποιήθηκε, και το Έθνος βρίσκεται υπό κατοχή σήμερα. Δεν ξέρω αν ήταν αποτέλεσμα αγραμματοσύνης ή στημένη δουλειά. Πιθανολογώ και τα δύο. Πιο πολύ επικράτησε η αγραμματοσύνη και η ξιπασιά του αρχοντοχωριάτη, από όλες τις πλευρές.

Έγινε σαφές επίσης ότι το σύστημα του ευρώ είναι ένα σύστημα που στηρίζεται σε λάθος υποθέσεις, που αργά η γρήγορα θα οδηγήσει σε βαθειά κρίση και πάλι. Από την φύση του είναι ασταθές.
Νομίζω ότι ξεκάθαρα έγινε αντιληπτό ότι η Δημοκρατία στην Ευρωζώνη πάσχει, αφού δεν είναι δυνατόν αυτό που ονομάζομαι πολιτικές ελευθερίες να υλοποιηθούν στον οικονομικό βίο των πολιτών.
Αντιθέτως το σύστημα λειτουργεί υπέρ των ολίγων και ιδιαίτερα υπέρ της παρασιτικής τάξης των τραπεζιτών που καθυπέταξαν τους πάντες, που ούτε την παραγωγή γνωρίζουν, ούτε την εργασία.
Τέλος το Κράτος του Ευρώ ως αποτέλεσμα της φιλοσοφίας που το διέπει, που του αποδίδει ιδιότητες «θείου λόγου» ή «νευτώνειου νόμου» κατ’ ανάγκη καθίσταται σκληρό, άδικο, και βίαιο.
Δεν είναι όμως παρά μια ανθρώπινη κατασκευή με στόχο να προστατεύει τους ελάχιστους έναντι των πολλών.
Οι ελάχιστοι κατ’ ανάγκη γίνονται αμείλικτοι για να προστατεύσουν ότι κατέχουν.
Αυτό σε μας έχει γίνει αντιληπτό. Η σταδιακή κατάλυση του κράτους μας, η κατάλυση των δημοκρατικών μας ελευθεριών, η μη λειτουργία του πολιτεύματος, η σιδηρά ανάγκη κατάλυσης των εργασιακών δικαιωμάτων, η άγρια φορολογία, η μείωση των αμοιβών, η επιδρομική αρπαγή της κρατικής περιουσίας και τέλος η δια των πλειστηριασμών οικειοποίηση της περιουσίας των Ελλήνων, είναι γεγονότα ωμής βίας.
Αν όλα αυτά συνέβαιναν από ευθύνη του Ελληνικού Κράτους ή των Ελλήνων Πολιτών θα είχαν ένα ποσοστό νομιμοποίησης. Δεν έχουν καμία.
Μας κανιβαλίζουν αφού πρώτα μας δολοφόνησαν.
Κατά συνέπεια, σε ότι οτιδήποτε υπακούει να κάνει η Κυβέρνηση, σε οτιδήποτε η Βουλή «εξαναγκάζεται» να ψηφίσει και η Πολιτεία δια της Δικαιοσύνης και της Αστυνομίας προσπαθεί να τα επιβάλει, τότε ο Ελληνικός Λαός οφείλει βιαίως να αντισταθεί σε αυτή την διαδικασία, με κάθε μέσο.
Στο καθεστώς του Ευρώ, η βία, ως πολιτικό μέσο αντίστασης, είναι η νόμιμη ενέργεια, αφού η Δημοκρατία έχει καταλυθεί.
Βία προς ποια κατεύθυνση; Βία για την ανατροπή του καθεστώτος του ευρώ και επιστροφή στην Δημοκρατική Νομιμότητα και στο Εθνικό Νόμισμα.
Τι μας ενώνει όλους ασχέτως πολίτικης ιδεολογίας; Η σωτηρία των Ελλήνων και η Σωτηρία της Πατρίδας από τους ξένους και τους εσωτερικούς εφιάλτες ή αλλιώς το πολιτικό σύστημα.
Ποια είναι τα μέσα μας; Το Εθνικό Νόμισμα. Η κρατική υπόσταση που εκδίδει το νόμισμα της, επειδή ασκεί όλες τις πολιτικές του επικυρίαρχου κράτους, θα έχει τις εξής θεμελιώδεις συνταγματικές υποχρεώσεις:
1. Η Κυβέρνηση θα πρέπει να διατηρεί το επίπεδο της εθνικής δαπάνης-ζήτησης έως ότου επιτύχει την πλήρη απασχόληση του εργατικού δυναμικού και πόρων.
2. Η Κυβέρνηση πρέπει να διατηρεί τα επιτόκια σε αυτό το ύψος που να καθιστούν τις επενδύσεις εφικτές.
3. Κάνοντας αυτά η Κυβέρνηση θα πρέπει να αδιαφορεί για το αν ο προϋπολογισμός της είναι ελλειμματικός, όσο και αν είναι μεγάλο το έλλειμμα. Αν πάλι χρειαστεί να είναι πλεονασματικός, αυτό πάλι μπορεί να το κάνει.
Οι έννοιες ελλειμματικός ή πλεονασματικός προϋπολογισμός, δεν είναι καλές ή κακές, απλά είναι καταστάσεις για την επίτευξη των στόχων της πλήρους απασχόλησης ανθρώπων, πόρων, παροχής αξιοπρεπών αμοιβών, υψηλής παιδείας και υγείας.
Ποια είναι όπλο μια κυβέρνησης ενός σύγχρονου Κράτους για να επιτύχει αυτούς τους στόχους;

Πρώτον, εκδίδει το δικό του νόμισμα χωρίς κανένα, μα κανένα περιορισμό. Αυτό σημαίνει πρωτ’ απ’ όλα εθνικοποίηση της Κεντρικής Τράπεζας.

Δεύτερον, αφήνει το νόμισμα του να διακυμαίνεται ελεύθερα στις διεθνείς αγορές, όπως κάνει η συντριπτική πλειοψηφία των Κρατών σήμερα, πλην απειροελάχιστων εξαιρέσεων.
Τρίτον, η χώρα δεν υπόσχεται ποτέ την μετατρεψιμότητα του νομίσματος του σε άλλο νόμισμα, δολάριο, ευρώ, χρυσό, ή σε οτιδήποτε άλλο.
Δεδομένων αυτών, το Κράτος μέσω της νομισματικής του πολιτικής θέτει τα επιτόκια της στο επίπεδο που επιθυμεί, δανειζόμενο και εξοφλώντας τα δάνεια του, και μέσω της δημοσιονομικής του πολίτικης δαπανά και φορολογεί, εκδίδει χρήμα ή αποσύρει χρήμα.
Όλα αυτά τα επιχειρεί με στόχο την πλήρη απασχόληση αδιαφορώντας για το αν ακολουθούνται κανόνες οικονομικών υποδειγμάτων, αλλά κρίνεται από τα αποτελέσματα του σκοπού της.
Τα παραπάνω αφήνουν το περιθώριο οι οποιεσδήποτε πολιτικές να διατυπωθούν στο Λαό, που αυτές έχουν να κάνουν, επί της ουσίας, με πόσο Κράτος και πόση Αγορά θα πάμε στην ανάπτυξη με το Εθνικό Νόμισμα, ή ακόμα με καθόλου Κράτος και μόνο με Αγορά, ή μόνο με Κράτος και καθόλου Αγορά.
Όπου θέλει κάποιο κόμμα τοποθετείται και ο Λαός επιλεγεί. Αλλά προέχει η Επιστροφή στο Εθνικό Νόμισμα και συνεπώς η συνεργασία όλων των Πατριωτικών Κινημάτων από την Πατριωτική Δεξιά έως την Πατριωτική Αριστερά, πλην των μηδισάντων στο ευρώ, είναι επιβεβλημένη.
Μόνος του κανείς δεν μπορεί να κάνει τίποτα, εκτός από το να επαναλαμβάνεται ανοήτως στον εαυτό του. Τότε είναι κατώτερος της Ιστορίας και συνεπώς επικίνδυνα φιλόδοξος και άπληστος και θύμα της ιδεολογίας του.
New York 29/1/2018
* Ο Σπύρος Στάλιας είναι Οικονομολόγος Ph.D

[1] Ορισμός: Η ονομαστική τιμή ενός αγαθού είναι η αξία του εκπεφρασμένη με όρους χρηματικούς όπως σε δολάρια, ευρώ, γιέν, ρούβλια κτλ. Η σχετική τιμή ή πραγματική τιμή ενός αγαθού είναι η αξία του εκπεφρασμένη σε σχέση με ένα άλλο αγαθό, υπηρεσία ή ενός συνόλου αγαθών. Με άλλα λόγια με πόση ποσότητα φασολιών μπορώ να αγοράσω, ας πούμε, ένα κιλό ψάρια.
[2] Πως δουλεύει το σύστημα. Ας υποθέσουμε ότι το RRR είναι 0.10 και κάποιος καταθέτει 100 ευρώ. Η τράπεζα δανείζει τα 90 ευρώ και κρατά τα 10 ευρώ. Αυτός που δανείζεται τα 90 ευρώ τα καταθέτει σε μια τράπεζα που δανείζει το 81 ευρώ και παρακρατά το 10% που είναι 9 ευρώ. Αν η διαδικασία συνεχιστεί, μετά από 20 γύρους η προσφορά από μια αρχική κατάθεση 100 ευρώ θα φθάσει τα 878 ευρώ, μέχρι ότου η διαδικασία θα σταματήσει αφού τα απαιτούμενα αποθεματικά θα τείνουν προς το μηδέν. 

Αφήστε ένα σχόλιο