Ο τρόμος μας, …Λα Στράντα

Ο τρόμος μας, …Λα Στράντα

Ο κυνισμός των καθημερινών σχέσεων σε αντίξοες εποχές όπως η σημερινή ή η πρώτη μεταπολεμική εποχή μέσα από το έργο του Φεντερίκο Φελίνι Λα Στράντα που ανεβαίνει στο θέατρο Βικτώρια με πρωταγωνιστές τους Θ. Κουρλαμπά, Κ. Γέρου και Ν. Νίκα.

«Και ξυπνάς ας πούμε ένα πρωί και βρέχει έξω και μόλις το πάρεις χαμπάρι ψυχοπλακώνεσαι. Μέχρι εδώ δεν είναι περίεργο προφανώς είσαι απ’ αυτούς που δεν γουστάρουν τον χειμώνα. Το περίεργο είναι ότι εσύ τη βροχή κάποτε τη λάτρευες. Σ’ έφτιαχνε. Υπάρχουν και τέτοιοι τύποι εγώ απ’ αυτούς ήμουνα. Τώρα όχι πια τώρα η βροχή είναι απειλή. Γιατί;… τι να λέμε τώρα… μη λέμε αυτονόητα. Υπάρχει κόσμος έξω που… γι’ αυτούς τέλος πάντων η βροχή είναι απειλή. Κάτι χάθηκε. Οριστικά πολλά χάθηκαν. Είναι αργά… πόσο αργά; Πραγματικά δεν το ξέρω».
του Λεωνίδα Βατικιώτη
«Κι ανεβαίνει λοιπόν η γυναίκα μέσα στη βροχή πάνω σ’ έναν… γερανός ήτανε, εκσκαφέας… δε θυμάμαι… φόραγε μια κίτρινη νιτσεράδα… κι αρχίζει να μιλάει με νοήματα και σήματα και να ρίχνει κάτω σημειώματα, όπου παρακαλούσε να μην της κόψουν το επίδομα, γιατί δεν μπορούσε να συντηρήσει τα παιδιά της. Ούτε ο Μπέκετ δεν είχε σκεφτεί τέτοια εικόνα – ο δρόμος. Η Αυτού Μεγαλειότης ο δρόμος… ο φόβος και ο τρόμος μας… Λα Στράντα φίλε… ο δρόμος»
Οι παραπάνω μονόλογοι, δύο από τους τρεις που ακούγονται πριν ξεκινήσει το θεατρικό Λα Στράντα (Ο δρόμος), στο θέατρο Βικτώρια, προσγειώνουν τον θεατή απότομα στην πραγματικότητα, αφαιρώντας από την μεταφορά του βραβευμένου έργου του Φελίνι οποιαδήποτε ρετρό διάθεση. Το Λα Στράντα, σε σκηνοθεσία Βασίλη Νικολαϊδη, μοιάζει να γράφτηκε για το σήμερα κι ας πέρασαν εξήντα χρόνια απ’ όταν προβλήθηκε στον κινηματογράφο, σημαδεύοντας μια εποχή. Εποχή μιζέριας, κυνισμού, ιδιοτέλειας αλλά και οραμάτων που δεν φοβόνταν τα ύψη. Μάρτυρας ο Τρελός, ο άφοβος ακροβάτης…
Σκηνοθετικός άθλος η θεατρική μεταφορά μιας ταινίας δρόμου
Οι συνειρμοί με το σήμερα είναι αλλεπάλληλοι. Στη συμπεριφορά του γυρολόγου ζογκλέρ Τσαμπανό (στο ρόλο ο Θανάσης Κουρλαμπάς) που κάνει τα πάντα για να επιβιώσει κλέβοντας το μοναστήρι όπου βρίσκει καταφύγιο, ταπεινώνοντας την Τζελσομίνα (Κάτια Γέρου), την οποία αγοράζει από την πάμφτωχη μάνα της στην αρχή κιόλας του έργου, και σκοτώνοντας τον Τρελό. Στην εθελοδουλεία, την απόγνωση και την ζεστή τρυφερότητα της Τζελσομίνα που εναλλάσσεται και συμπληρώνεται με μια γυάλινη ευθραυστότητα, παρούσα σε κάθε κίνηση, βήμα, λέξη ή σιωπή της. Επίσης στην αυθάδεια και τα πειράγματα του Τρελού (Νίκος Νίκας) που ξέρει ότι δεν θα ζήσει πολύ, λόγω του επαγγέλματός του και δεν φοβάται τον μυώδη και αγροίκο Τσαμπανό, μέχρι που πεθαίνει στα χέρια του. Ο κτηνώδης κόσμος του Τσαμπανό φτάνει στα όρια του και συνθλίβεται όταν έρχεται αντιμέτωπος με τον πόνο που προκαλεί και συνειδητοποιεί πως κατέστρεψε την μοναδική ευκαιρία που του προσφέρθηκε να αγαπήσει και να αγαπηθεί. Ο φαινομενικά απρόσβλητος σε ανάλογες ευαισθησίες Τσαμπανό, που στην κινηματογραφική ταινία ενσαρκώνει ο Άντονι Κουίν, μοιράζεται το ίδιο τέλος με τους δύο άλλους πρωταγωνιστές, πεθαίνει από τα θύματά του, αναδεικνύοντας την ιδιόμορφη σχέση που είχε διαμορφωθεί μεταξύ των τριών.
Το έργο Λα Στράντα δεν αναφέρεται μόνο στην μεταπολεμική Ιταλία, όπου στον αγώνα για την ανθρώπινη επιβίωση έπρεπε να τσαλαπατηθούν και άνθρωποι, όσοι στέκονταν εμπόδιο σε μια χούφτα ψιλά για να βγει κι αυτή η μέρα και ο άνθρωπος απέναντι στον άνθρωπο γινόταν λύκος. Το έργο Λα Στράντα μοιάζει να γράφτηκε για σήμερα, όπου και πάλι ο αγώνας της επιβίωσης που γεννά μαζικά Τσαμπανό, αν και λιγότερο αγροίκους και πιο καλοντυμένους, μοιάζει να μπορεί να δικαιολογήσει τα πάντα. Η σκηνοθεσία του Β. Νικολαΐδη, χωρίς να καταφεύγει σε απλουστεύσεις, υπηρετεί αυτή την ανάγνωση του έργου.
Είναι εξαιρετικές και οι τρεις βασικές ερμηνείες του Θανάση Κουρλαμπά, της Κάτιας Γέρου και του Νίκου Νίκα. Το έργο παίζεται από Τετάρτη μέχρι Κυριακή στο θέατρο Βικτώρια (Μαγνησίας 5 & 3ης Σεπτεμβρίου 119, τηλ. 210 8233.125).
από το «Πριν»


Αφήστε ένα σχόλιο