Το μετεκλογικό σκηνικό και η νέα διάταξη των πολιτικών δυνάμεων

Το μετεκλογικό σκηνικό και η νέα διάταξη των πολιτικών δυνάμεων

του Όθωνα Κουμαρέλλα

Το εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου έφερε κυριολεκτικά τα ‘πάνω κάτω στο πολιτικό σκηνικό της χώρας, διαμορφώνοντας μια νέα χωροταξία στη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων σε σχέση με τα μεγάλα προβλήματα που προέκυψαν από τη δημοσιονομική κρίση, τη κρίση χρέους και τη πολιτική των μνημονίων.
Το αποτέλεσμα των εκλογών ανέδειξε, κατ’ αρχή, τη μεγάλη σύγχυση που έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία και πανσπερμία απόψεων. Η κοινωνία δείχνει, να κατανοεί τι είναι αυτό που δεν επιθυμεί και προσπαθεί να το αποφύγει, αλλά δεν γνωρίζει τι ακριβώς θέλει και πως αυτό μπορεί να επιτευχθεί, δίνοντας χώρο να αναπτύσσονται διαφορετικά ρεύματα και προσεγγίσεις μέσα στο κοινωνικό σώμα.
Ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος έστρεψε τη πλάτη στις εκλογές και στο σύνολο των πολιτικών δυνάμεων που συμμετείχαν. Περίπου 700.000 ψηφοφόροι του 2009, παρά τις πολλαπλές επιλογές που υπήρξαν, αρνήθηκαν να προσέλθουν στις κάλπες. Δηλαδή, πλέον του 10% του εκλογικού σώματος, είτε αδιαφόρησε πλήρως για τις εξελίξεις, είτε και κυρίως αυτό, έχει χάσει κάθε ελπίδα, ότι μπορεί να βρεθεί η οποιαδήποτε λύση, που θα βελτίωνε έστω και λίγο τις συνθήκες της ζωής του, κλείνεται έτσι στον εαυτό του και προσπαθεί, να βρει λύσεις σε ατομικό αποκλειστικά επίπεδο. Το φαινόμενο αυτό «αποχώρησης» από τα κοινά αναμένεται να ενταθεί το προσεχές διάστημα και να αποτυπωθεί εντονότερα στη νέα αναμέτρηση του Ιουνίου, τροφοδοτούμενο από τις αντιφάσεις και τις ανακολουθίες των κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων.
Πάντως, εν όψει των νέων εκλογών του Ιουνίου φαίνεται να διαμορφώνονται καθαρά δύο πόλοι, ο πρώτος είναι αυτός που τείνει να συσπειρώσει τις λεγόμενες «φιλομνημονιακές» δυνάμεις και ο δεύτερος που προσπαθεί να συσπειρώσει κυρίως γύρω από το ΣΥΡΙΖΑ τις «αντιμνημονιακές» δυνάμεις.
Οι εκλογές της 6ης Μαΐου όμως ανέδειξαν τη κοινωνική αποσάθρωση που επιτελείται και τις υπόγειες διαδρομές που κατ’ εξοχήν αντικοινωνικές δυνάμεις ακολουθούν προκειμένου να έλθουν στο προσκήνιο, διεκδικώντας το ρόλο της «χρυσής» εφεδρείας του συστήματος, καθώς είναι απόρροια και προϊόν της σήψης, της αποσύνθεσης και του ολοκληρωτικού εκφυλισμού του ιδίου. Μιας εφεδρείας, για τη δια μέσου της τρομοκρατίας και του φόβου αναστήλωσης του καταρρέοντος δικομματικού συστήματος, που θα παρουσιαστεί τη κατάλληλη στιγμή, ως το μόνο που μπορεί να εγγυηθεί την ομαλότητα και την ασφάλεια του ελληνικού λαού. Ένα μικρό, αλλά καθόλου αμελητέο κομμάτι του λαού και μάλιστα της νεολαίας και του πιο δυναμικού τμήματός της, αποδεικνύεται ότι εύκολα παρασύρεται σε τυχοδιωκτικές λογικές και αντικοινωνικές επιλογές, στις συνθήκες αυτής της βαθιάς πολιτικοϊδεολογικής σύγχυσης που επικρατεί. Η εμφάνιση στο προσκήνιο της νεοναζιστικής «Χρυσής» Αυγής δεν θα αποδειχθεί ένα πρόσκαιρο φαινόμενο των καιρών, αντίθετα και ανεξάρτητα από το οποιοδήποτε εκλογικό ποσοστό που θα λάβει, αυτό το αντικοινωνικό μόρφωμα θα συνεχίσει, να διαβρώνει το κοινωνικό σώμα, όσο το τελευταίο θα οδηγείται στο περιθώριο και θα αδυνατεί να εκπροσωπηθεί πολιτικά με αξιόπιστο τρόπο.
Το ΛΑ.Ο.Σ. φαίνεται να πλήρωσε πολύ ακριβά τον αριβισμό του αρχηγού του. Το εκλογικό του ακροατήριο λεηλατήθηκε κυριολεκτικά από τη «Χρυσή» Αυγή, από νεοπαγή ακροδεξιά νεοφιλελεύθερα μορφώματα τύπου «Δημιουργίας Ξανά», ενώ αρκετοί πήραν το δρόμο του επαναπατρισμού στη Νέα Δημοκρατία. Το πλέον πατριωτικό κομμάτι των ψηφοφόρων του απορροφήθηκε από άλλες «αντιμνημονιακές» δυνάμεις. Κάτω από τις παρούσες συνθήκες δεν είναι δυνατόν να επανακάμψει εκλογικά και φαίνεται, ότι ο μόνος τρόπος να διασωθεί, είναι η συγχώνευση με το μητρικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας.
Στη περιοχή των καθαρά «μνημονιακών» δυνάμεων, που αυτοπροσδιορίζονται ως ανήκουσες στο χώρο της κεντροδεξιάς, διακρίνουμε ως κύριο πόλο τη Νέα Δημοκρατία. Η ΝΔ, ως ο δεύτερος πόλος του δικομματικού συστήματος υπέστη βαριά ήττα και παρά τη πρώτη θέση που έλαβε, πληρώνει πολύ ακριβά τη συγκυβέρνησή της με το ΠΑΣΟΚ και την υπερψήφιση από τη πλευρά της του 2ου μνημονίου.
Η πολιτική της εν όψει της νέας εκλογικής μάχης είναι η εκμετάλλευση των «αντιαριστερών» αντανακλαστικών των πάλαι ποτέ δεξιών ψηφοφόρων, προβάλλοντας ως η μόνη αξιόπιστη ευρωπαϊκή πολιτική δύναμη, ικανή να αντιπαρατεθεί στον εξ «αριστερών» κίνδυνο. Η πολιτική αυτή έχει ενδιαφέρον στο μέτρο που προσπαθεί να στήσει ένα νέο διπολισμό επάνω στο παλαιό εμφυλιοπολεμικού τύπου διαχωρισμό μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς, όπου οι νέοι «εθνικόφρονες» που θέλει να εκφράσει, επιθυμούν τη με κάθε τρόπο παραμονή μας στη ζώνη του ευρώ ως τη μόνη «πατριωτική» επιλογή απέναντι στους «εχθρούς» του έθνους που επιθυμούν τη καταστροφή μέσα από την αποχώρηση από την ευρωζώνη. Αν και δεν φαίνεται η πολιτική αυτή του διαχωρισμού των Ελλήνων με βάση παλαιά πρότυπα και αντανακλαστικά, να μπορεί να περάσει ευρύτερα, εν τούτοις τροφοδοτείται εν μέρει και από την άλλη πλευρά, που μιλά για συμπαράταξη των δυνάμεων της Αριστεράς.
Η Ν.Δ. συγκροτεί έτσι, ένα «Μέτωπο» των φιλοευρωπαϊκών κεντροδεξιών δυνάμεων, απευθύνοντας πρόσκληση σε όλα τα μικρότερα κομματικά μορφώματα του δεξιού χώρου, από τη Ντόρα Μπακογιάννη, το Μάνο, τον Καρατζαφέρη κτλ., αναδεικνύοντας ως κύριο αντίπαλο τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. με προφανή στόχο να κρατήσει τη πρώτη θέση στις εκλογές του Ιουνίου, ώστε να μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις που θα ακολουθήσουν. Το δίλημμα που προβάλει απέναντι στον ελληνικό Λαό είναι παραμονή στο ευρώ, ή επιστροφή στη δραχμή, που τη παρουσιάζει ως καταστροφή.
Τα υπόλοιπα μικρά φιλοευρωπαϊκά – μνημονιακά κόμματα φαίνεται να απορροφώνται από τη Νέα Δημοκρατία, ή να καταποντίζονται μέχρι σημείου αφανισμού στις επόμενες εκλογές.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. μετά το συντριπτικό γι’ αυτό εκλογικό αποτέλεσμα, βρίσκεται σε κατάσταση βαθύτατης σήψης και διάλυσης και αντίθετα από τη Νέα Δημοκρατία που ελπίζει σε κάπως καλύτερο αποτέλεσμα, αυτό φαίνεται να οδηγείται σε ακόμα μεγαλύτερη ήττα. Παρ’ όλα αυτά, η τακτική του σε σχέση με τις νέες εκλογές θα επικεντρωθεί στη καταγγελία των ανακολουθιών και των αντιφάσεων της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθώντας να παρουσιαστεί ως η ήρεμη φιλοευρωπαϊκή δύναμη, που έχει τη κυβερνητική εμπειρία και τη γνώση, να πάει τα πράγματα παραπέρα, προσπαθώντας να επαναπατρίσει ένα έστω μικρό μέρος των πλέον συντηρητικών από τους πάλαι ποτέ ψηφοφόρους του. Όπως και η Νέα Δημοκρατία, κραδαίνει το κίνδυνο της πολιτικής αστάθειας που θα οδηγήσει σε περιπέτειες και σε έξοδο από την ευρωζώνη. Προβάλει και αυτό το δίλημμα ευρώ ή δραχμή, προσπαθώντας να αποδομήσει το πολιτικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ.
Η ΔΗΜΑΡ του Φώτη Κουβέλη ακροβατεί μεταξύ της έντονα φιλοευρωπαϊκής αντίληψης και της ανάγκης να εξακολουθήσει να παρουσιάζεται ως ένα αριστερό και προοδευτικό κόμμα. Κινδυνεύει να συνθλιβεί στη πόλωση μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών δυνάμεων.
Στην αντίπερα όχθη, στο λεγόμενο χώρο των αντιμνημονιακών δυνάμεων παρατηρούμε τα εξής:
Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, εμμένουν στην αντιμνημονιακή ρητορεία τους, αλλά δεν αποφεύγουν τις αντιφάσεις και τα πολιτικά λάθη που δίνουν λαβή για έντονη πολεμική από τη πλευρά της Νέας Δημοκρατίας. Φαίνεται να κινδυνεύουν με συρρίκνωση τόσο από τον επαναπατρισμό συντηρητικών ψηφοφόρων στη Νέα Δημοκρατία, που αφού έδωσαν στο πρώτο γύρο ψήφο διαμαρτυρίας, αισθάνονται την ανάγκη να στηρίξουν τη μητρική παράταξη, όσο και από τους καθαρούς αντιμνημονιακούς που θα σπεύσουν, να συσπειρωθούν στη δύναμη εκείνη που συγκεντρώνει τη μεγαλύτερη πιθανότητα να δώσει «αντιμνημονιακή» λύση.
Το ΚΚΕ μολονότι διαθέτει καθαρή πρόταση μονομερούς διαγραφής του χρέους και αποχώρηση από την ευρωζώνη, επιλέγει για μια ακόμα φορά την εθελούσια περιχαράκωση και τον αυτοαποκλεισμό του από τα πολιτικά δρώμενα, θεωρώντας ότι δεν έχουν ωριμάσει οι αντικειμενικές και οι υποκειμενικές συνθήκες για τη λαϊκή εξουσία που πρεσβεύει, ακολουθώντας το μοναχικό του δρόμο. Κινδυνεύει έτσι, να χάσει και αυτό μέρος των υποστηρικτών του, που προσβλέπουν σε μια αριστερή διακυβέρνηση.
Τα διάφορα μικρότερα κόμματα και κινήματα με αντιμνημονιακό λόγο, που είτε ήδη σπεύδουν να ενταχθούν σε μια ευρύτερη συμπαράταξη με το ΣΥ.ΡΙΖ.Α., είτε ακολουθώντας μοναχικό δρόμο κινδυνεύουν να εξαφανιστούν κυριολεκτικά από το πολιτικό χάρτη.
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. με το υψηλό ποσοστό που έλαβε, ανεδείχθη όχι μόνο ως ρυθμιστής των εξελίξεων, αλλά κατέστη και ο μοναδικός στόχος, όλων των άλλων μνημονιακών ή ακόμα και αντιμνημονιακών δυνάμεων, που πασκίζουν να αναδείξουν τις αντιφάσεις στη ρητορική του και τις ανεπάρκειες στη πολιτική του θέση απέναντι στα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις.
Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. προς το παρόν αδυνατεί, να απαντήσει πειστικά στη πολεμική που δέχεται από όλες τις πλευρές και δείχνει να θέλει να πατάει σε δύο βάρκες. Από τη μια πλευρά, στη καταγγελία των δανειακών συμβάσεων και στην υιοθέτηση μιας φιλολαϊκής πολιτικής εξόδου από τη κρίση και από την άλλη πλευρά, στην επιμονή σε μια λογική ότι η έξοδος από τη ζώνη του ευρώ θα σημάνει καταστροφή.
Έτσι φαίνεται, να μη μπορεί, να απαντήσει στη χωρίς προηγούμενο προπαγανδιστική επίθεση διλημματικού χαρακτήρα, που δέχεται ο ελληνικός λαός, προκειμένου να υποκύψει στη μοίρα του, αποδεχόμενος τη πολιτική των μνημονίων, της κατοχής της χώρας και του εξανδραποδισμού του, στο όνομα της παραμονής στη ζώνη του ευρώ, αφού με τη στάση του υπονοεί, ότι μια έξοδος απ’ αυτή και η καθιέρωση εθνικού νομίσματος θα σημάνει μια μεγάλη καταστροφή για τη χώρα και δέχεται, ότι δεν μπορεί εν πολλοίς, να υπάρχει ζωή εκτός ευρωζώνης και Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αποδέχεται το δίλημμα όπως τίθεται, ευρώ ή δραχμή και δεν κατανοεί τη πραγματική του βάση, δηλαδή, τι χώρα θέλουμε. Θέλουμε μια χώρα ελεύθερη και δημοκρατική με το λαό της να παράγει και να ευημερεί, απολαμβάνοντας τους καρπούς του μόχθου του, ή στο όνομα μιας θολής ευρωπαϊκής ιδέας και του κοσμοπολιτισμού, αποδεχόμαστε μια χώρα υποτελή, προσάρτημα σε ευρύτερα υπερεθνικά κέντρα και το λαό της να μοχθεί εξαθλιούμενος και εξευτελιζόμενος ως (λαθρο)μετανάστης στο δικό του τόπο;
Με αυτό τον τρόπο και παρά το μεγάλο ρεύμα υποστήριξης που δημιουργήθηκε, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κινδυνεύει τελικά, αν δεν βρει ένα τρόπο να εκφραστεί ενιαία και πειστικά, να ξεφουσκώσει τάχιστα και το αποτέλεσμα των εκλογών, να αποτελέσει, μια δραματική για τον ελληνικό λαό, έκπληξη σε βάρος του.
Το Ενιαίο Παλλαϊκό Μέτωπο (Ε.Πα.Μ.), παρά τις αντίξοες συνθήκες μέσα στις οποίες διεξήγαγε το προεκλογικό του αγώνα, με το κρυστάλλινο λόγο του και ως φορέας της μόνης ρεαλιστικής εναλλακτικής πρότασης εξόδου από τη κρίση, κατάφερε να καταγραφεί ως μια υπαρκτή πολιτική δύναμη, ικανή να παίξει στο μετά τις εκλογές διάστημα σημαίνοντα ρόλο στις εξελίξεις. Αν και δεν έχει αποφασιστεί ακόμα από τα μέλη του η συμμετοχή του στη νέα εκλογική αναμέτρηση, σε κάθε περίπτωση, θα δώσει το παρόν στη προεκλογική μάχη στηρίζοντας κριτικά το αντιμνημονιακό «μέτωπο», παρεμβαίνοντας θετικά με προτάσεις και συμμετέχοντας ενεργά σε κάθε εκδήλωση στη βάση του λαϊκού κινήματος.
Όθων Κουμαρέλλας
Αρχιτέκτονας Μηχανικός
β’ συντονιστής Πολιτικής Γραμματείας του Ε.Σ.Σ. του Ε.Πα.Μ.

Αφήστε ένα σχόλιο