Mεγάλη η σύγχυση στο κατάστρωμα του…. Τιτανικού!

Mεγάλη η σύγχυση στο κατάστρωμα του…. Τιτανικού!

του Όθωνα Κουμαρέλλα

Θα ήταν ευχής έργον αν μπορούσε ο καθένας μόνος του και όλοι μαζί να κατανοούσαμε επί τέλους, ότι είμαστε μέρη ενός ευρύτερου συνόλου και η ευημερία του καθενός απ’ εμάς  εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ευημερία του ευρύτερου περίγυρού μας.

Θα ήταν ευχής έργον να κατανοούσαμε πόσο απλούστερα και τελικά καλύτερα θα ήταν τα πράγματα για όλους μας αν ξεκαθαρίζαμε και συμφωνούσαμε σε απλές έννοιες και σε ακόμα πιο απλές αρχές λειτουργίας μιας Κοινωνίας που θέλει να ευημερεί στο σύνολό της, εκτός κι αν μας ενδιαφέρει μόνο το δικό μας ατομικό συμφέρον και προσπαθώντας να το υπερασπίσουμε, οχυρωνόμαστε πίσω από δογματικές αντιλήψεις, εγκλωβιζόμενοι όλο και πιο πολύ στον ατομικό μας μίζερο μικρόκοσμο, καταγγέλλοντας πάντα τους άλλους για ότι κακό μας συμβαίνει. Οι μεν καταγγέλλουν το Κράτος και τον παρεμβατικό του χαρακτήρα, φτάνοντας στο άκρο να κατηγορούν τους απλούς εργαζόμενους εκεί, οι δε τους βουλιμικούς επιχειρηματίες και οτιδήποτε έχει να κάνει με την ατομική προσπάθεια.
Η πραγματικότητα είναι απλή: μια Κοινωνία για να μπορεί να ευημερεί πρέπει να είναι συνεκτική και να ενδιαφέρεται για την ευημερία όλων, τόσο σε επίπεδο συνόλου, όσο και σε…
επίπεδο κάθε επί μέρους ατόμου – μέλους της – και αυτό δεν μπορεί να συμβεί, ούτε «από τα ‘πάνω» από κανένα Κράτος «πατερούλη», που θα καταπνίγει στο όνομα του κοινού «καλού» κάθε ατομική προσπάθεια και πρωτοβουλία, αρνούμενη να αναγνωρίσει και να εκμεταλλευτεί τα ταλέντα της ίδιας αυτής Κοινωνίας, οργανωμένη έκφραση της οποίας αποτελεί, ούτε από την άλλη πλευρά είναι δυνατό να υπάρξει ευημερούσα Κοινωνία, αν αφεθεί σε έναν εξοντωτικό ανταγωνισμό μεταξύ των μελών της, ή των συμφερόντων επί μέρους υποσυνόλων της, χωρίς την ύπαρξη εξισορροπητικών μηχανισμών παρέμβασης και θεσμών αποκατάστασης και αποφυγής υπερβολών, που οδηγούν σε αδικίες και σε κατάτμηση του κοινωνικού ιστού και πιο απλά, αποτροπής πρακτικών που οδηγούν τους λίγους και επιτήδειους να ζουν και να ευημερούν πλουτίζοντας, σε βάρος των πολλών που καταδικάζονται με αυτόν τον τρόπο σε μίζερη και αναξιοπρεπή ζωή.
Ένα είναι το μεγάλο πρόβλημα της σημερινής Ελληνικής Κοινωνίας: η πλήρης σύγχυση ιδεών και αντιλήψεων, που καλλιεργήθηκε και εμπεδώθηκε μεταπολεμικά από επιτήδειους, ή και ανίκανους και μορφωτικά ανεπαρκείς πολιτικούς, αλλά και από το σύνολο αυτών που αποτελούν τη πολιτική, οικονομική και πνευματική ηγεσία της χώρας.
Πλήρης σύγχυση ιδεών και αντιλήψεων, που οδηγεί στην εξ’ ίσου πλήρη αδυναμία στοιχειώδους οραματισμού, μακροπρόθεσμης στοχοθέτησης και επεξεργασίας των στρατηγικών επίτευξης των στόχων, με ξεκάθαρες επιλογές των τακτικών, που πρέπει να ακολουθηθούν.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα της πλήρους σύγχυσης που επικρατεί ως κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου και αποτελεί τη τροχοπέδη για ένα πραγματικό άλμα προς τα ’μπρος: τη Γραφειοκρατία και τη Διαφθορά.
Είχα γράψει παλιότερα: «Όλοι βάλουν εναντίον του πολιτικού συστήματος, κατηγορώντας τους πολιτικούς ότι υπέθαλψαν ή ανέχτηκαν τη παρανομία και τη διαφθορά, αν δεν είναι οι ίδιοι διεφθαρμένοι.
Όμως όλοι μένουν στα επιφαινόμενα ψάχνοντας να βρουν αποδιοπομπαίους τράγους, το ποιοι έκλεψαν και πως θα επιστραφούν τα κλεμμένα και αναρωτιούνται γιατί δεν εφαρμόζονται οι Νόμοι.
Αν ο πολιτικός που ισχυρίστηκε δημόσια, ότι το νόμιμο είναι και ηθικό, κατέστρεψε με τον τρόπο αυτό τη καριέρα του, θα πρέπει να μας προβληματίσει γιατί ολόκληρη η Κοινωνία δεν πιστεύει σ’ αυτή την ισότητα, που θα έπρεπε λογικά να ισχύει, αντίθετα πιστεύει, ότι η νομιμότητα πολλές φορές αντιστρατεύεται την Ηθική (και η Ηθική τη νομιμότητα). Μήπως η “αφελής” αυτή ρήση του γνωστού πολιτικού, απεκάλυψε άθελά του το πραγματικό πρόβλημα της σημερινής ελληνικής κοινωνίας (και συνεπακόλουθα οικονομίας);
Φοβάμαι, ότι κανείς ή πολύ λίγοι ασχολούνται με το πραγματικό αίτιο της σημερινής κατάστασης, που δεν είναι η μη τήρηση των Νόμων και η ατιμωρησία, αλλά το ίδιο το υπάρχον διάτρητο, πολυδαίδαλο και πολλές φορές αλληλοαναιρούμενο Νομικό πλαίσιο, που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την παρανομία και πολύ περισσότερο, ότι το ίδιο αυτό νομοθετικό πλαίσιο στηρίζεται όχι στις αρχές του δικαίου και της ηθικής για να μπορεί να εμπνέει το σεβασμό της Κοινωνίας και των πολιτών, αλλά σε μια απολύτως ανήθικη βάση, εξυπηρέτησης πελατειακών σχέσεων, τοπικιστικών ή συντεχνιακών συμφερόντων, ή συμφερόντων ομάδων που βρίσκονται ψηλά στην κοινωνική και οικονομική ιεραρχία, ενώ σε πολλές περιπτώσεις αντιστρατεύεται την ίδια τη λογική.
Η υφιστάμενη Νομοθεσία, αντί να ξεδιαλύνει και να καθορίζει με σαφήνεια τις σχέσεις της Πολιτείας με τους πολίτες, δηλαδή τις αρμοδιότητες και ευθύνες του ίδιου του Κράτους και να ζητά από τους πολίτες την ανταπόκριση από τη πλευρά τους στις δικές τους ευθύνες, προσπαθεί να μεταθέσει όλα τα βάρη και τις ευθύνες σ’ αυτούς, δημιουργώντας έτσι έναν παράδοξο αντικρατισμό: Όλοι, αδυνατώντας εντέλει να αναλάβουν τα βάρη και συνολικά τις ευθύνες, δεν σέβονται το Κράτος, προσπαθούν να διαφύγουν με κάθε πρόσφορο τρόπο και οι πολίτες λειτουργούν ως άτομα – ιδιώτες πλέον, αποποιούμενοι οποιαδήποτε ευθύνη τους αναλογεί, περιμένουν για το παραμικρό από τη Πολιτεία τις λύσεις που δεν έρχονται, αποκτώντας ανάποδα κρατικιστική αντίληψη και νοοτροπία και ενώ υβρίζουν το Κράτος, το θέλουν ύψιστο “πατερούλη” και “προστάτη”. Με τη σειρά της η Πολιτεία αντιμετωπίζει τη Κοινωνία αφ’ υψηλού, ως γνήσιος “προστάτης”, ικανή με μια εξ’ ίσου παράδοξη καχυποψία να σε τυλίξει σε μια κόλλα χαρτί και με μια ακατανόητη αδυναμία ανταπόκρισης στις στοιχειώδεις και αυτονόητες υποχρεώσεις της, διαχέει μέσω του Νόμου, τις δικές της ευθύνες στο κοινωνικό σύνολο, απορυθμίζοντας τελικά και τη Κοινωνία και την Οικονομία, με τις ετεροβαρείς σε βάρος των πολλών και υπέρ των ολίγων ισχυρών διακρίσεις.
Η ατιμωρησία λοιπόν προκύπτει, όχι τόσο από την αδυναμία των μηχανισμών, αλλά από το “ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω” (και προφανώς πολλάκις με το αζημίωτο).
Αν εξετάσουμε προσεκτικά κάθε Νόμο που διέπει σχέσεις του οποιουδήποτε πολίτη με το Κράτος, θα διαπιστώσουμε πολύ γρήγορα ότι η αυστηρότητα εξαντλείται, αφού ο πολίτης θεωρείται a priori ύποπτος τέλεσης αδικήματος, ενώ ο υπάλληλος που καλείται να εφαρμόσει το Νόμο κινδυνεύει να θεωρηθεί ότι υπονομεύει το Δημόσιο Συμφέρον, εάν δεν εφαρμόσει τη χειρότερη εκδοχή σε βάρος του πολίτη, ταυτόχρονα όμως και παράλληλα διατάξεις του ίδιου Νόμου, επιτρέπουν στους έχοντες πρόσβαση στα κέντρα λήψης των αποφάσεων, να τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης.
Άραγε υπάρχει Νόμος που ψηφίστηκε ποτέ από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, που να μην δημιουργεί γραφειοκρατία, προκειμένου να διαφυλάξει το περίφημο Δημόσιο Συμφέρον; Και για να επιτευχθεί αυτό να μην προβλέπει εξευτελιστικές για τον πολίτη διαδικασίες, υπογραφές, πιστοποιητικά, βεβαιώσεις, παράβολα και από την άλλη πλευρά πρόστιμα και ποινές αδικαιολόγητες για απλές τυπικές παραβάσεις χωρίς συνέπεια, που μπορεί να οφείλονται είτε σε άγνοια, είτε σε απλή αμέλεια, αμέλεια που με τη σειρά της μπορεί να οφείλεται στην απέχθεια που δημιουργείται στον πολίτη με τη παραμικρή του επαφή με το Κράτος και εξ’ αιτίας αυτού να προσπαθεί να την αποφύγει με κάθε τρόπο και που όλα αυτά καθιστούν την ανάπτυξη της διαφθοράς αναπόφευκτη;
Αν είναι αλήθεια αυτό που πολλοί καταμαρτυρούν, ότι δηλαδή ο λαϊκισμός βρίσκεται στο DNA των πολιτικών, πράγματι αυτοί τον εξαντλούν ψηφίζοντας Νόμους που φαίνονται δρακόντειοι για να προστατέψουν τα δημόσια αγαθά, στη πράξη όμως έχουν σκοπό να διαχέουν ευθύνες, για τη κατασπατάληση αυτών των αγαθών (και που ανήκουν οι ευθύνες αυτές αποκλειστικά στο Κράτος), συνολικά στη Κοινωνία και να αποσείουν εκείνες των πολιτικών που αποδεικνύονται κατώτεροι των περιστάσεων.
Φταίει ο δημόσιος υπάλληλος για τη ταλαιπωρία των πολιτών και όχι η στρεβλή Νομοθεσία που ο ίδιος υπάλληλος καλείται να εφαρμόσει.
Φταίει ο πολίτης που δεν ζητάει αποδείξεις για να υποχρεώσει τον επαγγελματία να πληρώσει τον φόρο που του αναλογεί, αλλά κανείς δεν νοιάζεται γιατί ο πολίτης να υποχρεώνεται να πληρώνει τουλάχιστον 23% πιο ακριβά τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που χρειάζεται, χωρίς κανένα επί της ουσίας δικό του όφελος.
Φταίει αυτός που αυθαίρετα χτίζει το σπίτι του, όπως θα το ήθελε και όχι ο επαίσχυντος Πολεοδομικός Νόμος, που απαλλάσσει τη Πολιτεία από τις ευθύνες της για ένα ανθρώπινο, καθαρό και αισθητικά άρτιο οικιστικό περιβάλλον, επιβάλλοντας αποκλειστικά στους πολίτες να δεχθούν ένα σύνολο καταπιεστικών διαδικασιών έκδοσης αδειών, ρυθμίσεων, κανόνων δόμησης, φορολογίας κτλ. την ίδια στιγμή που υφίσταται τις παγιδεύσεις του ίδιου του Νόμου (π.χ. ημιυπαίθριοι) και καλούνται να οικοδομήσουν σε περιοχές χωρίς να υφίστανται οι στοιχειώδεις υποδομές, κοινόχρηστοι χώροι, πλατείες, σχολεία, χώροι πρασίνου, όταν τα ίδια τα δάση δεν έχουν ακόμα και σήμερα προσδιοριστεί και επαφίεται στη βούληση του κάθε δασάρχη να αποφασίζει τι είναι δάσος και τι όχι, αφήνοντας στο απυρόβλητο τις βίλλες των λίγων αλλά ισχυρών. Αλλά ο μικρός θα πληρώσει τόσο πρόστιμο επί της αξίας του ακινήτου γιατί, για να αυξήσει το λειτουργικό του χώρο, έκλεισε τον ημιυπαίθριο, που του πούλησε ο εργολάβος, αφού έτσι το προβλέπει ο Νόμος, που φτιάχτηκε ακριβώς για να μπορεί να χτίζει και να πουλάει με υπερκέρδος ο εργολάβος. Και οι αυστηρές πολεοδομικές διατάξεις για το θεαθήναι, ότι τάχα ισχύουν για να προστατεύουν το οικιστικό περιβάλλον ως Δημόσιο αγαθό. Επιτρέπεται όμως να χτίζονται πολυκατοικίες ύψους 20 και πλέον μέτρων σε δρόμους πλάτους μόλις 8 μ. μετατρέποντας τα διαμερίσματα κάτω του τρίτου ορόφου σε ανήλια υπόγεια, κατά τα άλλα απαγορεύεται η κατασκευή χώρων κύριας χρήσης σε υπόγεια. Ω τι υποκρισία και τι ιησουϊτισμός!  Διυλίζουμε τον κώνωπα, αφήνοντας την κάμηλο να περάσει ελεύθερα!
Αλλά πρώτιστο μέλημά μας η Εφαρμογή του Νόμου! Ποιού αλήθεια Νόμου;
Το πρόβλημα όμως δεν είναι η μη εφαρμογή των Νόμων και η ατιμωρησία, που η άρχουσα επιχειρηματική και πολιτική τάξη και οι πληρωμένοι τους κονδυλοφόροι προσπαθούν να μας πείσουν, ενοχοποιώντας το σύνολο της Κοινωνίας, αλλά ο ίδιος ο Νόμος και οι στρεβλώσεις που δημιουργεί στη φυσιολογική κοινωνική λειτουργία και εξέλιξη».
Ας ξεκαθαρίσουμε, λοιπόν, τι θέλουμε ως νοήμονα όντα και πολιτισμένοι άνθρωποι μέλη μιας Κοινότητας που θέλει να ευημερεί, ας ξεκαθαρίσουμε το ρόλο και της Ευθύνες του Κράτους, ως ένα μηχανισμό έκφρασης και εργαλείο επιβολής της Κοινής μας βούλησης, ας ξεκαθαρίσουμε και τις δικές μας τις ευθύνες απέναντι στη Κοινότητα όλων μας, ας ξεκαθαρίσουμε τι αποτελεί Κοινή ωφέλεια και δημόσιο Αγαθό και τι ανήκει στη σφαίρα του ιδιωτικού, που ο οποιοσδήποτε μπορεί να προσδοκά ατομικό κέρδος, διευκολυνόμενος μάλιστα προς τούτο, από την ίδια τη Κοινότητα και μετά ας φτιάξουμε από την αρχή τους Νόμους που θα διευκολύνουν να πετύχουμε τους στόχους μας:
Τι για όλους μας αποτελεί Δημόσιο και Κοινωνικό αγαθό, θα πρέπει να προσφέρεται σε όλους και να προστατεύεται από όλους;
Είναι ο αέρας που αναπνέουμε; Είναι ο γαλανός ουρανός, οι παραλίες και τα δάση μας; Είναι το νερό που πίνουμε; Και πως διασφαλίζονται αυτά ως Δημόσιο και Κοινωνικό αγαθό;
Μα στις μέρες μας, η ζωή είναι πολύ πιο απαιτητική, από τη διασφάλιση των παραπάνω μόνο ως Δημοσίων Αγαθών (που έτσι κι αλλιώς ακόμα κι αυτά τα αυτονόητα αμφισβητούνται ως τέτοια) .
Μήπως η Ποιοτική Παιδεία, που θα προσφέρεται σε όλους ανεξαιρέτως, είτε είναι πλούσιοι είτε είναι φτωχοί και μέσα από ένα αξιόπιστο και αξιοκρατικό σύστημα αξιολόγησης η Κοινωνία θα αναδεικνύει και θα εκμεταλλεύεται τα Ταλέντα της; Και πως αλήθεια εξασφαλίζεται η Παιδεία ως Δημόσιο Αγαθό; Μπορεί η ιδιωτική επιχειρηματική δράση με τελικό και απόλυτα θεμιτό σκοπό τη κερδοφορία, να προσφέρει και με ποιο τρόπο στη διασφάλιση της Παιδείας ως Δημόσιου Αγαθού;
Άραγε η Υγεία του Ανθρώπου, είναι ένα Αγαθό που αφορά σε όλους ανεξάρτητα τη κοινωνική, ή την οικονομική βαθμίδα που ανήκουν; Είναι λοιπόν, ένα Δημόσιο Αγαθό που θα πρέπει να διασφαλίζεται για όλα τα μέλη μιας ευημερούσας Κοινωνίας; Ή οι πλούσιοι, ενδεχομένως αυτοί που θεωρούν τον εαυτό τους εξυπνότερο, ή ικανότερο έχουν μεγαλύτερο δικαίωμα από τους υπόλοιπους, που μπορούν να το διασφαλίζουν με τα χρήματα που διαθέτουν; Ή μήπως θα πρέπει να συμφωνήσουμε στην αναγκαιότητα ύπαρξης ενός αξιόπιστου και ποιοτικού Δημόσιου Συστήματος Υγείας για όλους και όχι μόνο για τους πλούσιους; Μπορεί η ιδιωτική επιχειρηματική δράση με τελικό και απόλυτα θεμιτό σκοπό τη κερδοφορία, να προσφέρει και με ποιο τρόπο στη διασφάλιση της Υγείας ως Δημόσιου Αγαθού;
Είναι δυνατό να αποδεχθούμε τον πολλαπλασιασμό της τιμής βασικών αγαθών, όπως του ηλεκτρικού ρεύματος για να γίνει δυνατή η είσοδος ιδιωτών επιχειρηματιών στην  αγορά π.χ. της ενέργειας και με τι κοινωνικά ανταλλάγματα; Και με τα χρυσοπληρωμένα από τον ελληνικό λαό, τους φορολογούμενους πολίτες αν θέλετε, δίκτυα τι θα συμβεί, πως θα αποτιμηθεί η ίδια η επένδυση του ελληνικού λαού μέσω του κράτους σε αυτά και με ποιο τρόπο θα υπάρξει αποζημίωση;  Δεν θα πρέπει τα δίκτυα να παραμείνουν δημόσια και οι επιχειρηματίες που θέλουν να τα εκμεταλλευτούν, να πληρώνουν πέραν τους νόμιμους φόρους και ενοίκιο στον πραγματικό ιδιοκτήτη, όπως τα χρηστά συναλλακτικά ήθη επιβάλλουν, αλλιώς κι εγώ που έχω πρόσβαση στο πρωθυπουργικό γραφείο γίνομαι μεγιστάνας της ενέργειας, χωρίς 1 ευρώ από τη τσέπη μου, αφού όλο και κάποιες τράπεζες γνωρίζοντας το «βύσμα» μου θα χρηματοδοτήσουν την «επένδυσή» μου, εσείς όμως;
Μπορούμε να αναφέρουμε μια σειρά από δράσεις και κοινωνικές αναγκαιότητες, που έχουν κατά βάση Οικονομικό αντίκτυπο και βρίσκονται στο επίκεντρο της διελκυστίνδας και πρέπει τελικά να αποφασίσουμε το χαρακτήρα τους ως Δημόσια Αγαθά ή όχι.

 

Αλλά αν αποφασίσουμε ότι κάποια πράγματα όπως η Παιδεία, η Υγεία, η Δημόσια Ασφάλιση και η Πρόνοια και πολλά άλλα, που ενδεχομένως τα δεχθούμε ως Δημόσια Αγαθά, τότε θα πρέπει να πάψουμε να μεμψιμοιρούμε και να δεχθούμε το κόστος, πληρώνοντας τους φόρους και τις εισφορές μας, γιατί προφανώς όπως ο Στρατός μόνο έλλειμμα παράγει, αλλά κανείς δεν σκέπτεται να τον καταργήσει, ούτε να αναθέσει τη φύλαξη των συνόρων σε ιδιωτικές εταιρείες (μέχρις στιγμής τουλάχιστον), εφ’ όσον όλοι θεωρούμε ότι υπάρχει θέμα Εθνικής Ασφάλειας, έτσι και τα Σχολεία «έλλειμμα» θα παράγουν, όπως και τα Νοσοκομεία, αλλά και οι αστικές Συγκοινωνίες, εφ’ όσον τις θεωρούμε αναγκαίες. Το θέμα βέβαια που θα προκύψει προς επίλυση και είναι όντως πελώριο, είναι η Ορθολογική Διαχείριση και πως διασφαλίζεται, δηλαδή πως η Κοινωνία μας, ώριμη πια, μπορεί να την Επιβάλει……………

Αφήστε ένα σχόλιο