Κίνα: ο «Κίτρινος Κίνδυνος», αλήθεια;
του Τιερί Μεϊσάν
Ο πρόεδρος Μπάιντεν μας ξαναπαίζει τον «Κίτρινο Κίνδυνο»: «η Κίνα φέρεται να κλέβει τις πατέντες μας, να ενθαρρύνει τη διαφθορά και να καταστρέψει το περιβάλλον πριν μας επιβάλει το ολοκληρωτικό της καθεστώς. Ευτυχώς οι Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ θα προστατεύουν τις δημοκρατίες και την ειρήνη. Αλλά πώς να εξηγήσει κανείς τη συμμαχία μεταξύ Πεκίνου και Μόσχας που θα έπρεπε να νιώθει τον ίδιο φόβο; Μα είναι απλά μια συμμαχία δικτατοριών».
Σε όποιον έζησε τον Ψυχρό Πόλεμο, αυτή η αφήγηση ακούγεται φάλτσα.
Το κινέζικο σχέδιο των Δρόμων Μεταξιού είναι μια παγκόσμια επιτυχία. Παρά όλες τις επικρίσεις (διαφθορά των τοπικών ελίτ, υπερχρέωση των χωρών εταίρων, παραβιάσεις των περιβαλλοντικών δικαιωμάτων), οι χώρες που συμμετέχουν γνωρίζουν ισχυρή ανάπτυξη.
Πώς να μην εκπλαγούμε που τα δυτικά προγράμματα αναπτυξιακής βοήθειας δεν πέτυχαν μετά την αποαποικιοποίηση;
Και πάνω απ’ όλα, πώς να μην εκπλαγεί κανείς, που αφού για δεκαετίες επαίνεσε τα πλεονεκτήματα όλων των διεθνών ανταλλαγών, η Δύση καταγγέλλει αυτήν την επιτυχία;
Οι σχέσεις μεταξύ της Δύσης και της Κίνας στον 21ο αιώνα δεν είναι μια διαδοχή qui-pro-quo, αλλά παρανοήσεις μονόπλευρης κατεύθυνσης. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αρνούνται να κατανοήσουν τον κινεζικό τρόπο σκέψης και συνεχίζουν να προβάλλουν τα ίδια τα ελαττώματα τους στο Πεκίνο.
Ανταγωνισμός στους δρόμους του μεταξιού
Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, αθετώντας τις πολιτικές του προκατόχου του Ντόναλντ Τραμπ, ανακοίνωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα «ανταγωνιστούν» με την Κίνα, προκαλώντας κραυγές στο Πεκίνο. Έπεισε την G7 να ξεκινήσει τη μάχη για τη διατήρηση του «προβαδίσματος των δημοκρατιών» έναντι του κινεζικού «ολοκληρωτικού» συστήματος. Υπακούοντας στην προσταγή της, η Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκίνησε να αναπτύσσει το αντισχέδιο της «Παγκόσμιας Πύλης» (Global Gateway). Αύριο, ο πρόεδρος Μπάιντεν θα προεδρεύσει μιας παγκόσμιας συνόδου κορυφής για τη δημοκρατία με τη συμμετοχή της Ταϊβάν (η πρώην δικτατορία του Tchang Kai-shek) για να δώσει ιδεολογικό περιεχόμενο σε αυτή την αντιπαράθεση.
Στη φαντασία μας, στον Ψυχρό Πόλεμο η άθεη ΕΣΣΔ αντιτασσόταν στην πιστή Δύση ή ο κομμουνισμός στον καπιταλισμό. Στην πραγματικότητα, επρόκειτο να αποτρέψει ένα μπλοκ με πολιτισμό αλληλεγγύης από το να ασκήσει οικονομική επιρροή στο μπλοκ που ελεγχόταν από τους Αγγλοσάξονες της ατομικιστικής κουλτούρας. Αυτή τη φορά, δεν θα είναι πλέον θέμα διεκδίκησης του δικαιώματος άσκησης θρησκείας και ελεύθερης επιχείρησης, αλλά υπεράσπισης της δημοκρατίας. Εντέλει, είναι πάντα θέμα καρικατουρίσματος μιας δύναμης ικανής να ανταγωνιστεί οικονομικά τους Αγγλοσάξονες, χθες της ΕΣΣΔ, σήμερα της Κίνας.
Η «παγίδα του Θουκυδίδη»
Οι Αγγλοσάξονες ορίζουν αυτή την πολιτική στιγμή ως παγίδα του Θουκυδίδη, με αναφορά στον αρχαίο ιστορικό που έγραψε την ιστορία των πελοποννησιακών πολέμων. Το 2017, ένας διάσημος Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας, καθηγητής Γκράχαμ Άλισον, εξήγησε ότι «Αυτό που έκανε τον πόλεμο αναπόφευκτο ήταν η ανάπτυξη της αθηναϊκής δύναμης και ο συνακόλουθος φόβος στη Σπάρτη».
Ομοίως, η ανάπτυξη της Κίνας πανικοβάλλει την «Αμερικανική Αυτοκρατορία» η οποία προετοιμάζεται για πόλεμο[1].
Δεν πειράζει που αυτό το σκεπτικό αγνοεί τις πολιτισμικές διαφορές και εφαρμόζει μια ελληνική αντίληψη στην Κίνα. Η Ουάσιγκτον είναι πεπεισμένη. Ξέρει ότι απειλείται από το Πεκίνο. Αν ο καθηγητής Άλισον δεν θα ήταν ένας από τους συμβούλους του Κάσπαρ Βάινμπεργκερ στο Πεντάγωνο τη δεκαετία του 1980 και αν ήταν πιο καλλιεργημένος, θα είχε καταλάβει ότι οι Κινέζοι δεν σκέφτονται καθόλου όπως οι Αμερικανοί. Θα άκουγε το Πεκίνο που διαμαρτυρόταν για οποιοδήποτε ανταγωνιστικό σχέδιο και υποστήριζε συμφωνίες «win-win». Δεν θα είχε ερμηνεύσει αυτό το αξίωμα με την αγγλοσαξονική έννοια, δηλαδή να εξασφαλίσει την επιτυχία του ενός χωρίς να βλάψει τον άλλον, αλλά με την κινεζική έννοια.
Παλαιότερα, όταν ο Αυτοκράτορας έπαιρνε μια απόφαση, δεν μπορούσε να την επιβάλει στις επαρχίες του παρά μόνο αν βεβαιωνόταν ότι όλοι έβρισκαν τον λογαριασμό τους. Καθώς ορισμένα από τα διατάγματά του δεν είχαν κανένα αντίκτυπο σε αυτήν ή εκείνη την επαρχία, έπρεπε να δημιουργήσει κάτι που η τελευταία να ενδιαφέρεται. Η εξουσία του αυτοκράτορα δεν μπορούσε να διατηρηθεί παρά μόνο εάν δεν άφηνε κανέναν έξω, συμπεριλαμβανομένου του μικρότερου. Σήμερα, όποτε η Ουάσιγκτον μιλάει για «ανταγωνισμό» με το Πεκίνο, η Κίνα απαντά ότι αποκλείεται, ότι δεν αποδέχεται κανέναν ανταγωνισμό ή πόλεμο, αλλά επιδιώκει την αρμονία μεταξύ όλων μέσω σχέσεων win-win.
Η «πανουργία» της Κίνας
Θα μπορούσε κανείς να πιστέψει ότι η Δύση τρομάζει από την ξαφνική οικονομική ανάπτυξη της Κίνας. Η συμφωνία που συνήφθη μεταξύ του Deng Xiaoping και των πολυεθνικών των ΗΠΑ ωφέλησε τους χαμηλότερους μισθούς και προκάλεσε μια τεράστια μετεγκατάσταση δυτικών εργοστασίων προς την Κίνα. Οι μεσαίες τάξεις εξαφανίζονται στη Δύση ενώ έχουν αναπτυχθεί στην Κίνα και τώρα στο μεγαλύτερο μέρος της Ασίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία χαιρόταν πριν από είκοσι χρόνια για αυτό το φαινόμενο, άρχισε το 2009 να επικρίνει την οργάνωση της κινεζικής οικονομίας. Στην πραγματικότητα, αυτές οι κριτικές υπήρχαν και πριν, αυτό που άλλαξε το 2009 είναι ότι έγιναν αρμοδιότητα των Βρυξελλών βάσει της Συνθήκης της Λισαβόνας. Ανάλογα με την περίπτωση, αφορούν την κλοπή διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, τη μη συμμόρφωση με τα περιβαλλοντικά πρότυπα ή ακόμα και τον κινεζικό οικονομικό εθνικισμό.
Η απόκτηση δυτικής τεχνογνωσίας αναλαμβάνεται απόλυτα από το Πεκίνο. Οι πατέντες είναι μια σχετικά νέα πρακτική στον κόσμο. Εφευρέθηκαν πριν από δύο αιώνες στην Ευρώπη. Μέχρι τότε θεωρούταν ότι κανείς δεν ήταν ιδιοκτήτης μιας εφεύρεσης· ότι έπρεπε να ωφελήσει όλους. Οι Κινέζοι το θεωρούν ακόμα. Μη έχοντας σκοπό να κλέψουν κανέναν, υπογράφουν εμπορικές συμφωνίες με μεταφορά τεχνολογίας. Μετά την κρατούν και την αναπτύσσουν.
Τα προηγούμενα χρόνια, οι Δυτικοί μετέφεραν τις ρυπογόνες βιομηχανίες τους στην Κίνα. Σήμερα προσβάλλονται που αυτή η χώρα έχει χαμηλότερα περιβαλλοντικά πρότυπα από τα δικά τους, αλλά δεν σκοπεύουν να επαναπατρίσουν τις ρυπογόνες βιομηχανίες στην πατρίδα τους.
Η πολιτιστική παρεξήγηση κορυφώθηκε στην πρόσφατη COP26 στη Γλασκώβη. Η Δύση απαιτεί απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές στην παγκόσμια οικονομία, ενώ οι Κινέζοι σκοπεύουν να καταπολεμήσουν τη ρύπανση. Ως εκ τούτου, το Πεκίνο υπέγραψε κοινή δήλωση [2] με την Ουάσιγκτον για να δείξει ότι δεν ήθελε να ταπεινώσει τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό διασφαλίζει ότι οι δύο χώρες βρίσκονται στην ίδια γραμμή χωρίς να διευκρινίζουν τίποτα και χωρίς να έχουν καμία συγκεκριμένη δέσμευση. Ποτέ Κινέζος διπλωμάτης δεν είπε όχι σε κανέναν, επιπλέον αυτή η λέξη δεν υπάρχει στη γλώσσα τους. Από κινεζικής σκοπιάς, αυτή η κοινή δήλωση είναι ένα διπλωματικό «Όχι», από την πλευρά των ΗΠΑ, είναι απόδειξη ότι όλος ο κόσμος πιστεύει στην ανθρωπογενή αιτία της υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Όσον αφορά τις κατηγορίες για οικονομικό εθνικισμό, οι Κινέζοι δεν το έκρυψαν ποτέ: είναι εθνικιστές και δεν έχουν χωνέψει ακόμα την αποικιοκρατία της οποίας υπήρξαν αντικείμενο. Αν έχουν προσηλυτιστεί στον καπιταλισμό στο διεθνές εμπόριο, παραμένουν εθνικιστές στην παραγωγή τους.
Δεν υπήρξε ποτέ εξαπάτηση, ούτε θέληση για εξαπάτηση, από την πλευρά των Κινέζων· απλώς η αυτοπεποίθηση των Ηνωμένων Πολιτειών και των εταίρων τους να πιστεύουν ότι όλοι λογίζονται σαν αυτούς, να περιφρονούν τις διακριτικές προειδοποιήσεις που τους απηύθυνε το Πεκίνο.
Ο κινεζικός «ιμπεριαλισμός»
Η σημαντικότερη παρανόηση αφορά τη στρατιωτική ανάπτυξη της Κίνας. Σε λιγότερο από δέκα χρόνια, το Πεκίνο άρχισε να παράγει μαζικά πολύ εξελιγμένα όπλα. Ο Λαϊκός Στρατός, που στο παρελθόν ήταν πάνω απ’ όλα εργατικό δυναμικό στην υπηρεσία της κοινότητας, είναι σήμερα ένα σώμα ελίτ. Η στρατιωτική θητεία είναι υποχρεωτική για όλους, αλλά μόνο οι καλύτεροι από τους καλύτερους μπορούν να ελπίζουν ότι θα την ολοκληρώσουν και θα απολαύσουν τα οφέλη που προσφέρει. Πριν από μερικά χρόνια, από στρατιωτική άποψη, η Κίνα δεν άξιζε παρά μόνο με το μέγεθος του πληθυσμού της, σήμερα διαθέτει το πρώτο ναυτικό στον κόσμο και είναι σε θέση να κωφεύει και να τυφλώνει τους στρατούς του ΝΑΤΟ κονιορτοποιώντας τους δορυφόρους του.
Αλλά σε τι μπορεί να σκοπεύει αυτή η συσσώρευση ανθρώπων και όπλων; Η Κίνα έχει επενδύσει αστρονομικά ποσά για την κατασκευή των Δρόμων του Μεταξιού στο εξωτερικό. Πρέπει να διασφαλίζει την ασφάλεια του προσωπικού της και τις επενδύσεις της σε μακρινές χώρες. Περαιτέρω, όπως στην Αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα, θα πρέπει να εξασφαλίσει μόνιμα την ασφάλεια στους δρόμους αυτούς. Οι στρατιωτικές της βάσεις στο εξωτερικό εξυπηρετούν μόνο αυτούς τους δύο σκοπούς και καθόλου τον ανταγωνισμό με τις Ηνωμένες Πολιτείες ή την εισβολή στον πλανήτη. Για παράδειγμα, η βάση της στο Τζιμπουτί της έδωσε τη δυνατότητα να διασφαλίσει τη θαλάσσια τροφοδότηση της από τις επιθέσεις των Σομαλών πειρατών. Παρεμπιπτόντως, πρέπει να σημειωθεί ότι το Πεκίνο και η Μόσχα το πέτυχαν γρήγορα, ενώ το ΝΑΤΟ, που είχε αναλάβει την ίδια αποστολή, απέτυχε εντελώς[3].
Το Πεκίνο σκοπεύει το να μη ξαναζήσει τον διαμελισμό του λόγω των άνισων Συνθηκών που το έκαναν να καταληφθεί και να λεηλατηθεί από οκτώ ξένες δυνάμεις (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Βέλγιο, Ηνωμένες Πολιτείες, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ρωσία). Επομένως, είναι απολύτως θεμιτό να εξοπλιστεί στο ύψος του τι έχουν γίνει αυτές οι δυνάμεις. Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι σκοπεύει να συμπεριφερθεί όπως αυτοί, αλλά ότι σκοπεύει να προστατεύεται της από αυτές.
Μετάφραση Κριστιάν Άκκυριά
Πηγή: Ινφογνώμων Πολιτικά (Ελλάδα)
[1] Destined for War: Can America and China Escape Thucydide’s Trap?, Graham T. Allison, Houghton Mifflin Harcourt (2017).
[2] “U.S.-China Joint Glasgow Declaration on Enhancing Climate Action in the 2020s”, Voltaire Network, 10 November 2021.
[3] «Pirates, corsaires et flibustiers du XXIe siècle », par Thierry Meyssan, Оdnako (Russie), Réseau Voltaire, 25 juin 2010.
https://www.hereticalideas.gr/2021/12/china-kitrinos-kindynos-alitheia.html
Αφήστε ένα σχόλιο