Περί νομίσματος συνέχεια….

Περί νομίσματος συνέχεια….

 

 

του Όθωνα Κουμαρέλλα

Επανερχόμενος στα ζητήματα του εθνικού νομίσματος, μολονότι η επικαιρότητα έχει κάμποσο από black Friday, κοινωνικά μερίσματα και «δίκαιους» «αριστερούς» εκπλειστηριασμούς -ηλεκτρονικούς παρακαλώ- περιουσιακών στοιχείων, κατά τη γνώμη μου, το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι, ότι χρησιμοποιεί ένα «σκληρό» νόμισμα όπως το ευρώ, αλλά ότι χρησιμοποιεί ένα ξένο καθ’ ολοκληρίαν νόμισμα, το οποίο, για να καλύψει τις στοιχειώδεις ανάγκες της οικονομίας της, το δανείζεται.

Στο πρόσφατο παρελθόν και σε ημερίδα για το χρέος αποδείχθηκε, με συγκεκριμένα στοιχεία από τις πιο επίσημες πηγές, ότι το χρέος της χώρας υπερδιογκώθηκε και μας οδήγησε αναπόδραστα στη χρεοκοπία του 2009 ακριβώς λόγω του γεγονότος, ότι ήμασταν υποχρεωμένοι να δανειζόμαστε για να αποπληρώνουμε τα παλαιότερα χρέη που ήταν σε δραχμές και μετατράπηκαν σε μια νυχτιά σε ξένο νόμισμα. Όχι διότι αυτό ήταν σκληρό, ή μαλακό, αλλά διότι απλά έχοντας παραδώσει το εκδοτικό δικαίωμα σε ξένα κέντρα, δεν είχαμε τρόπο να το βρίσκουμε, παρά μόνο μέσω δανεισμού.

Για να μπορούσε η ελληνική οικονομία να ανταπεξέρχεται στις ανάγκες της και να αποπληρώνονται ταυτόχρονα αυτά τα χρεολύσια και οι τόκοι των παλαιότερων δραχμικών δανείων (που μετετράπησαν σε ευρώ), χωρίς να αυξάνεται το αρχικό της χρέος, αποδείξαμε ότι θα έπρεπε να εξασφαλίζονται πρωτογενή πλεονάσματα ετησίως και για πάρα πολλά χρόνια, της τάξης του 5% και άνω. Πόθεν;

Εφ’ όσον αυτό ήταν αδύνατο για οποιαδήποτε χώρα να το πετύχει, πολύ περισσότερο για μια χώρα όπως η Ελλάδα, με συνεχώς αποσυντιθέμενη παραγωγική βάση ως πρώτιστη πολιτική επιλογή, ήταν μαθηματικά βέβαιο, ότι θα φθάναμε γρήγορα στη χρεοκοπία. Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 απεκάλυψε το πρόβλημα και επιτάχυνε απλά τις εξελίξεις.

Συνεπώς η αδήριτη ανάγκη καθιέρωσης εθνικού (κρατικού χαρακτήρα) νομίσματος προκύπτει από την πρώτιστη εθνική υποχρέωση να ανακτήσουμε τη νομισματική κυριαρχία ως πρώτο βήμα της κατάκτησης της εθνικής μας ανεξαρτησίας, κι όχι διότι το ευρώ είναι πολύ σκληρό για τα «κυβικά» μας. Μπορεί αυτό πράγματι να συμβαίνει και δεν το αμφισβητώ. Αλλά αδυνατώ να κατανοήσω πως ένα νόμισμα που δεν υπάρχει σήμερα και για πρώτη φορά θα καθιερωθεί και θα κυκλοφορήσει (ας πούμε η νέα δραχμή) μπορεί να χαρακτηριστεί «σκληρό», ή «μαλακό». Σε σχέση με τι «σκληρό», ή «μαλακό» αλήθεια;

Η «σκληρότητα», ή η «μαλακότητα» του νέου νομίσματος, όπως και του κάθε άλλου θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο αυτό θα καταστεί αξιόπιστο, δηλαδή περιζήτητο, καθώς και από τις πολιτικές επιλογές και τα συμφέροντα που θα έλθουν αυτές να εξυπηρετήσουν. Εξαρτάται δηλαδή, από τις πολιτικές που θα το συνοδεύσουν και από την επιτυχία αυτών των πολιτικών.

Όταν οι πολίτες στο εσωτερικό της χώρας δεν θα έχουν άλλη δυνατότητα να συναλλάσσονται παρά υποχρεωτικά μόνο με αυτό το νόμισμα, -όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα με το ευρώ- δηλαδή, θα πρέπει να πληρώνουν τους φόρους τους, τις δαπάνες τους για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, τις δόσεις των δανείων τους, αλλά και για τα βασικά καταναλωτικά αγαθά, όπως καύσιμα, αλλά και προϊόντα καθημερινής χρήσης, τότε θα είναι οι ίδιοι οι πολίτες που θα σπεύσουν να το προμηθευτούν. Και θα το προμηθεύονται διότι οι μισθοί τους, οι συντάξεις κτλ σε αυτό το νόμισμα θα κατατίθενται, αλλά και όλες οι πληρωμές του δημοσίου για την κάλυψη των υποχρεώσεών του προς τον ιδιωτικό τομέα με αυτό το νόμισμα θα πραγματοποιούνται. Συνεπώς δεν θα υπάρχει στο εσωτερικό της χώρας άλλη ανταγωνιστική προς το νέο νόμισμα επιλογή.

Φυσικά τον πρώτο καιρό, ποσότητες χαρτονομισμάτων σε ευρώ που βρίσκονται σε θυρίδες, «στρώματα» κτλ, ενδεχομένως διακινηθούν σε επίπεδο παραοικονομίας, αλλά και αυτές οι ποσότητες σταδιακά θα καταλήξουν σε κάποια τράπεζα, δηλαδή επί της ουσίας στη νέα νομισματική αρχή, και θα αποσυρθούν από την κυκλοφορία, αντικαθιστάμενες από αντίστοιχες ποσότητες του νέου νομίσματος, ενώ αυστηροί έλεγχοι θα αποτρέψουν την εξαγωγή τους στο εξωτερικό, τουλάχιστον σε μεγάλες -και άρα ανιχνεύσιμες- ποσότητες.

Οι συναλλαγές της χώρας με το εξωτερικό θα εξακολουθήσουν να γίνονται όπως πάντα με ξένο συνάλλαγμα (κυρίως δολάρια, αλλά και ευρώ), κι εδώ σημαντικό ρόλο παίζει το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών της χώρας, το οποίο σήμερα είναι ισοσκελισμένο, συνεπώς κίνδυνος αδυναμίας χρηματοδότησης των αναγκαίων εισαγωγών σε προϊόντα και αγαθά πρώτης ανάγκης δεν υφίσταται. Ακόμα κι αν θεωρήσουμε, ότι λόγω των αβεβαιοτήτων που θα δημιουργηθούν και ενδεχόμενων αντιμέτρων από τους δανειστές, το ισοζύγιο αυτό επιβαρυνθεί και γίνει ελλειμματικό, πάλι αρκεί η ύπαρξη συναλλαγματικών αποθεμάτων από τις ήδη κυκλοφορούσες ποσότητες χαρτονομισμάτων σε ευρώ εντός της χώρας (περίπου 25 δις). Σε αυτά προστίθενται τα σε ρευστό αποθεματικά των τραπεζών, αλλά και τα διατηρούμενα στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών αποθεματικά σε ομόλογα ασφαλείας (κυρίως Μ. Βρετανίας και Λουξεμβούργου, περίπου 48 δις ευρώ) τα οποία είναι άμεσα μετατρέψιμα στις διεθνείς αγορές, για να καλυφθούν οι ανάγκες, χωρίς τον φόβο δημιουργίας ελλείψεων σε βασικά καταναλωτικά αγαθά.

Σταδιακά κι όσο η κατάσταση θα σταθεροποιείται και η οικονομία της χώρας θα βελτιώνει τα σημαντικά στοιχεία που αφορούν στην απασχόληση και την παραγωγική της ανασύνταξη, τόσο θα βελτιώνεται επίσης και η προοπτική του Ισοζυγίου Εξωτερικών Συναλλαγών και τόσο μειωμένη θα είναι η ανάγκη ύπαρξης συναλλαγματικών αποθεμάτων. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να τονιστεί η αναφορά του τέως διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Προβόπουλου, στο τέλος του 2012, που ενώ προέβλεπε τους γνωστούς λιμούς και καταποντισμούς στην περίπτωση καθιέρωσης εθνικού νομίσματος για το πρώτο διάστημα, προσπαθώντας να κρατήσει στοιχειωδώς τη σοβαρότητά του, όριζε αυτό το διάστημα σε περίπου 18 μήνες. Μετά από αυτό -ο ίδιος ο Προβόπουλος παραδέχονταν- η κατάσταση θα ομαλοποιούνταν και θα μπαίναμε σε τροχιά ανάπτυξης. Από πουθενά δεν τεκμαίρεται, ότι θα χρειαστεί ένα διάστημα σταθεροποίησης 1,5 χρόνου. Παρ’ όλα αυτά ακόμα κι αν το κάνουμε αποδεκτό ως πιθανή εξέλιξη, πάλι τα συναλλαγματικά αποθέματα είναι επαρκή για να καλυφθούν οι ανάγκες σε εισαγωγές σε αυτό το διάστημα, με δεδομένο ότι δεν απαιτούνται στην περίπτωσή μας συναλλαγματικά αποθέματα για τη στήριξη της αξίας του νέου νομίσματος στις διεθνείς αγορές.

Περί ισοτιμίας και πάλι

Αφού για πρώτη φορά θα κυκλοφορήσει το νέο εθνικό -κρατικού χαρακτήρα- νόμισμα, η νομισματική (δημόσια) αρχή που θα αναλάβει το όλο εγχείρημα θα καθορίσει και την ισοτιμία του, σε σχέση με το νόμισμα που θα έχουμε στις τσέπες μας (εν προκειμένω το ευρώ) μέχρι το προηγούμενο βράδυ της κυκλοφορίας του άπαξ. Όλα τα εισοδήματα, μισθοί, συντάξεις, αξίες πάγιων περιουσιακών στοιχείων, τιμές προϊόντων, θα προσαρμοστούν άμεσα με αυτή τη διοικητικά (αναγκαστικά, διότι δεν μπορεί να γίνει αλλιώς) καθορισμένη ισοτιμία στο νέο νόμισμα. Αυτό λοιπόν που μας ενδιαφέρει κυρίως και πρωταρχικά είναι η εξασφάλιση της αγοραστικής δύναμης του νέου νομίσματος στο εσωτερικό της χώρας, διότι προφανώς κανείς δεν θα ήθελε να χάσει από αυτή τη διαδικασία. Επίσης, μας ενδιαφέρει η κυκλοφορία ικανής ποσότητας χρήματος για την αποκατάσταση της αναγκαίας ρευστότητας για την εφαρμογή αναπτυξιακής πολιτικής και αποκατάστασης της κοινωνικής δικαιοσύνης (αποκατάσταση συντάξεων, εν γένει εισοδημάτων, κράτους πρόνοιας κτλ).

Προφανώς η νομισματική αρχή που θα καθορίσει τους όρους της κυκλοφορίας του νέου νομίσματος και θα καθορίσει την ισοτιμία του, θα λάβει υπ’ όψη της μια σειρά από παραμέτρους, ανάλογα με τους ευρύτερους οικονομικούς στόχους και τις πολιτικές που θα ήθελε να εξυπηρετήσει. Ακριβώς είναι αυτές οι πολιτικές (και τα συμφέροντα που θα έλθουν να εξυπηρετήσουν), που θα καθορίσουν και την περαιτέρω νομισματική πολιτική και τη σχέση του νέου νομίσματος με τα άλλα των χωρών που κατά κύριο λόγο θα συναλλασσόμαστε. Και αφού καθοριστεί αυτή η ισοτιμία, τι νόημα έχει να έλθουμε την επαύριο μόλις και να την αλλάξουμε είτε ανατιμώντας, είτε υποτιμώντας το νέο νόμισμα; Το σκάφος θα πλεύσει και έχει όλες τις προοπτικές να είναι καλοτάξιδο ακόμη και σε φουρτουνιασμένες θάλασσες.

Με δεδομένο ότι το νέο αυτό νόμισμα δεν υπάρχει στις αγορές για να δεχθεί άμεσα κερδοσκοπικές επιθέσεις και οι «παίχτες» προκειμένου να το βρουν σε ικανές ποσότητες, θα πρέπει να αποταθούν στον εκδότη του για να το αποκτήσουν, το νόμισμα αρχικά θα παραμένει αρκετά σταθερό μέχρις ότου η ίδια η πορεία της οικονομίας θα του προσδώσει την αντίστοιχη δυναμική.

Αν η οικονομία πάει χάλια και το νόμισμα θα ακολουθήσει μια αντίστοιχη πορεία. Αντίθετα εάν η οικονομία δείξει γρήγορα σημάδια ανάκαμψης και δημιουργήσει προσδοκίες, τότε και το νόμισμα θα σταθεροποιείται και θα γίνεται περιζήτητο. Δεν πάει ανάποδα! Η ευρωστία της οικονομίας καθορίζει την αξία του νομίσματος και όχι η «υψηλή» αξία του νομίσματος την ευρωστία της οικονομίας. Απόδειξη είναι, ότι το επιβαλλόμενο έξωθεν «σκληρό» ευρώ μας καταδίκασε στην απόλυτη οικονομική καχεξία και τη σταδιακή καταστροφή!

Κι εδώ ερχόμαστε στο κρίσιμο σημείο. Τι είδους οικονομία επιθυμούμε;

Επιθυμούμε μια «εξωστρεφή», ανταγωνιστική τάχα, οικονομία, που θα παράγει φτηνά προϊόντα προς εξαγωγή; Δηλαδή να δώσουμε τη δυνατότητα σε μεγάλες πολυεθνικές να φέρουν εδώ τα εργοστάσιά τους και με όρους Μπαγκλαντές, να παράγουν φτηνά προϊόντα; Τότε θα ακολουθήσουμε υποτιμητικές πολιτικές ακόμα μεγαλύτερης απαξίας εισοδημάτων και αμοιβών, για να έχουμε υποτίθεται κέρδος στο επίπεδο του ανταγωνισμού. Να γίνουμε ανταγωνιστικοί βρε παιδί μου! Έτσι, θα διευκολύνουμε ακόμα περισσότερο τη φυγή των νέων μας που απαιτούν μια καλύτερη σταδιοδρομία στο εξωτερικό, θα αφήνουμε την όποια τεχνογνωσία είχε αποκτηθεί στο παρελθόν να χάνεται και θα διευκολύνουμε ταυτόχρονα την εισαγωγή φτηνού εργατικού δυναμικού από τις εμπόλεμες περιοχές της Μέσης Ανατολής, ή της Αφρικής.

Τουτέστιν οφείλουμε να συνεχίσουμε την ίδια πολιτική «μεταρρυθμίσεων» που μας επιβλήθηκε με τα μνημόνια με διαφορετικά μέσα, έστω και με δικό μας εθνικό νόμισμα. Την εσωτερική διαδικασία υποτίμησης, απλά θα την υποκαταστήσουμε με την αντίστοιχη «εξωτερική».

Σε αυτήν την περίπτωση η μετάβαση σε εθνικό νόμισμα θα καταστεί «δώρον – άδωρον» και ως καθαρά ταξική επιλογή θα έλθει επί της ουσίας να εξυπηρετήσει γεωπολιτικούς σχεδιασμούς και κερδοσκοπικές προσδοκίες κέντρων πολύ μακράν της Ελλάδας σε σύμπραξη με τυχοδιωκτικά συμφέροντα εντός της χώρας.

Εάν αντίθετα, η επιδίωξή μας -πολιτικά και κοινωνικά- είναι η ανάκτηση της εσωτερικής αγοράς και η παραγωγική ανασυγκρότηση, με στόχο τη δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη και την ευημερία του συνόλου του πληθυσμού, τότε οφείλουμε να ακολουθήσουμε πολιτική ενίσχυσης των εισοδημάτων και της δημιουργίας τζίρου, ταυτόχρονα με την υλοποίηση ενός ευρέος προγράμματος δημοσίων επενδύσεων στην κατεύθυνση εφαρμογής ενός ολοκληρωμένου μεσομακροπρόθεσμου χωροταξικού (γεωπολιτικού, πολιτικού, κοινωνικού, οικονομικού -πολιτισμικού τελικά) ανασχεδιασμού της χώρας.

Άρα το πρώτο ζητούμενο για μια ταχεία οικονομική ανάκαμψη σε εντελώς νέες σύγχρονες βάσεις, που θα απελευθερώσει τις υγιείς κοινωνικές δυνάμεις, είναι η ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, μαζί με ένα ευρύ πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, για τη δημιουργία ευνοϊκού περιβάλλοντος -και- ιδιωτικών επενδύσεων στην παραγωγή (σε μια «νεκρή» αγορά κανείς δεν επενδύει, πέραν του πλιάτσικου από τα κοράκια).

Όμως ένα τέτοιο ζητούμενο δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με το ευρώ. Τελεία!

Ωστόσο και με εθνικό νόμισμα η επίτευξη της οικονομικής ανάκαμψης και της ευημερίας συνολικά του πληθυσμού, μόνο με την εφαρμογή συνακόλουθων πολιτικών μπορεί να επιτευχθεί. Τελικά το εθνικό νόμισμα είναι το αναγκαίο κλειδί για να ανοιχτεί η πόρτα του σπιτιού μας. Είναι η αναγκαία συνθήκη, αλλά δεν είναι από μόνη της ικανή.

Αυτό σημαίνει λογικά και εφ’ όσον επιθυμούμε ταχεία ανασυγκρότηση -αναφορικά με τη νομισματική πολιτική- εάν έχουμε ανακτήσει οριστικά τη νομισματική κυριαρχία, δυνατότητα επίτευξης όσο το δυνατόν ευνοϊκότερων τιμών στις εισαγωγές πρώτων υλών, κεφαλαιουχικού εξοπλισμού (μηχανήματα, εργαλεία κτλ που αδυνατούμε να παράγουμε στη χώρα), καυσίμων και όλων των άλλων προϊόντων που είναι αναγκαία για την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας και την ουσιαστική ανάκαμψή της με όρους, ταυτόχρονα, κοινωνικής δικαιοσύνης.

Εδώ και σε μια αγορά που διψάει για ρευστότητα και υποφέρει από ύφεση και αποπληθωρισμό, το να προβλέπουμε υποτίμηση του νομίσματος και πληθωρισμό με το νέο εθνικό νόμισμα, εάν δεν γίνεται σκόπιμα για αποπροσανατολισμό και εκφοβισμό των πολιτών, δείχνει άγνοια των στοιχειωδών λειτουργιών μιας (πραγματικής) οικονομίας, ανεπίτρεπτη για ειδικούς.

Δεν γνωρίζω τι λένε τα «εγχειρίδια», αλλά η περίφημη «ανταγωνιστικότητα» θα έλθει μετά και μέσα από την ταχεία αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας και πόρων, χωρίς να απαιτηθούν νομισματικά μέσα για την επίτευξή της (υποτίμηση του νέου νομίσματος). Αυτό θα επιδιωχθεί μόνο αν προεξοφλούμε, ότι είναι νομοτελειακό να αποτύχουν οι πολιτικές που θα ακολουθηθούν.

Όσον αφορά στο καθεστώς ισοτιμιών που θα επιλεγεί τη στιγμή της καθιέρωσης του νέου εθνικού νομίσματος, αυτό θα πρέπει να μας εξασφαλίζει ελευθερία επιλογών σε συνθήκες που εν πολλοίς μας είναι άγνωστες σήμερα. Έτσι ένα καθεστώς ρυθμιζόμενης διακύμανσης της ισοτιμίας (Managed Floating with no predetermined path for the exchange rate – https://www.imf.org/external/np/mfd/er/2004/eng/0604.htm), φαίνεται να προσιδιάζει καλύτερα σε αυτήν την πρώτη μεταβατική φάση καθιέρωσης και κυκλοφορίας του νέου νομίσματος. Αλλά αυτό είναι ζήτημα που θα αποφασιστεί τη στιγμή της εισαγωγής του νέου νομίσματος, ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες και τις πολιτικές που θα επιλεγούν να εξυπηρετηθούν πρώτες και με πρώτο κριτήριο την μη ύπαρξης ανάγκης στήριξης του νέου νομίσματος με συναλλαγματικά αποθέματα, τα οποία θα πρέπει εφ’ όσον υπάρχουν -και υπάρχουν- να χρησιμοποιηθούν, το πρώτο κρίσιμο διάστημα, για τη στήριξη του εξωτερικού ισοζυγίου στο βαθμό που παραστεί ανάγκη προς τούτο.

Αλλά η σύγχυση καλά κρατεί

Διαβάζω σε διάφορες αναλύσεις για τον τρόπο μετάβασης, ότι μέχρι να κυκλοφορήσουν τα νέα χαρτονομίσματα θα σφραγιστούν τα υπάρχοντα σε κυκλοφορία χαρτονομίσματα του ευρώ. Δεν γνωρίζω που στηρίζουν τέτοιες απόψεις οι προτείνοντες, που οδηγούν σε παραχάραξη και ακύρωση των σε κυκλοφορία ποσοτήτων χαρτονομίσματος. Αυτό που είναι περισσότερο από βέβαιο είναι ότι τέτοιες απερίσκεπτες -με ανύπαρκτη επιστημονική τεκμηρίωση- θέσεις μόνο σύγχυση προκαλούν, οδηγούν σε κατατρομοκράτηση των πολιτών και στον πλήρη αρνητισμό τους απέναντι στην καθιέρωση εθνικού νομίσματος.

Διότι, τι νόημα έχει η ακύρωση μέσω της σφράγισής τους των χαρτονομισμάτων σε ευρώ; Να πάρουν τη θέση των ελλειπόντων στην αρχή χαρτονομισμάτων του νέου εθνικού νομίσματος; Τέτοια ανάγκη όμως δεν υπάρχει, αλλά ακόμη και αν υπήρχε, η προσέγγιση αυτή είναι τουλάχιστον αφελής.

Μέχρις ότου κυκλοφορήσει το νέο χαρτονόμισμα, οι συναλλαγές με φυσικό χαρτονόμισμα (ολοένα και πιο περιορισμένες φυσικά, αφού οι περισσότερες συναλλαγές θα γίνονται ηλεκτρονικά), θα μπορούν να γίνονται κανονικά σε ευρώ, τα οποία σταδιακά θα συγκεντρώνονται στις τράπεζες και θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακόμα και ως συναλλαγματικό απόθεμα. Η καθολικοποίηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, λύνει το πρόβλημα της σπανίδας χαρτονομισμάτων στη φάση της μετάβασης, ενώ τα ήδη εφαρμοζόμενα capital controls, αλλά και οι συνολικά εφαρμοζόμενες πολιτικές, έχουν οδηγήσει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού σε πλήρη εξοικείωση με τον ηλεκτρονικό τρόπο συναλλαγών.

Από τη στιγμή που θα μπορεί να κυκλοφορήσει (σε ικανές ποσότητες) το νέο εθνικό νόμισμα, θα καθιερωθεί οριστικά και αποκλειστικά η κυκλοφορία του. Έτσι, όλες οι συναλλαγές, είτε ηλεκτρονικές, είτε με φυσικό χαρτονόμισμα θα γίνονται αναγκαστικά με αυτό (όπως ακριβώς έγινε την 1η Ιανουαρίου 2002 που κοιμηθήκαμε το βράδυ της 31ης Δεκεμβρίου 2001 με δραχμές και ξημερώσαμε την επαύριο με ευρώ). Η διαδικασία είναι απλή και γνώριμη, με τη μόνη διαφορά τη σπανίδα τώρα στην κυκλοφορία χαρτονομισμάτων σε ευρώ, εξ ου και η ανάγκη μαζικής επέκτασης των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Προσωπικά έχω καιρό να συναντήσω ακόμη και μικρό κατάστημα που να μη διαθέτει POS.

Με την επίσημη κυκλοφορία του νέου εθνικού νομίσματος, όλες οι ποσότητες νομίσματος σε ευρώ που θα βρίσκονται ακόμα στην κυκλοφορία θα μπορούν μόνο να εξαργυρώνονται στις τράπεζες, στις οποίες θα μπορούν να ανοιχτούν λογαριασμοί σε ευρώ, με την κατάθεση αντίστοιχου ποσού σε ευρώ, εφ’ όσον κάποιος διαθέτει και δεν θέλει να τα μετατρέψει.

Οι υπάρχοντες καταθετικοί λογαριασμοί θα μετατραπούν στο νέο νόμισμα μόνον μετά από τη σύμφωνη γνώμη του καταθέτη, προκειμένου να αισθάνεται ασφαλής και μέχρις ότου αποκατασταθεί πλήρως η εμπιστοσύνη στο νέο νόμισμα.

Φυσικά ο έχων καταθετικό λογαριασμό σε ευρώ θα μπορεί να κάνει αναλήψεις μόνο στο νέο νόμισμα και στην τρέχουσα ισοτιμία. Όπως ακριβώς τα παλιά χρόνια επί δραχμής, όπου κάποιος είχε τη δυνατότητα να διατηρεί τραπεζικό λογαριασμό σε συνάλλαγμα. Φυσικά εάν θέλει να ταξιδέψει στο εξωτερικό, να στείλει στο παιδί του που σπουδάζει κτλ, θα μπορεί να χρησιμοποιήσει μέρος αυτού του συναλλαγματικού λογαριασμού σε ύψος που η νομισματική αρχή θα έχει προκαθορίσει κτλ. Ακόμη και σήμερα δεν υπάρχει ανεξέλεγκτη εξαγωγή χρημάτων από τη χώρα, ειδικά με τα capital controls που ισχύουν. Συνεπώς οποιαδήποτε ανησυχία περί αυτού είναι παντελώς αδικαιολόγητη.

Στην περίπτωση αυτή που κάποιος επιλέξει τη διατήρηση του λογαριασμού του σε ευρώ, θα μπορεί να έχει δεύτερο λογαριασμό στο νέο εθνικό νόμισμα, με τον οποίο θα εκτελεί τις καθημερινές του συναλλαγές με αυτό, θα εισπράττει τον μισθό του, θα πληρώνει τις υποχρεώσεις του (φόροι, ασφαλιστικές εισφορές, λογαριασμοί οργανισμών κοινής ωφέλειας, τις δόσεις του δανείου του εάν έχει κτλ), ενώ θα είναι διασυνδεδεμένος με χρεωστικές, ή πιστωτικές κάρτες κτλ. Για το λόγο αυτό, στη φάση της μετάβασης, καμία ανάγκη δεν υπάρχει σφραγίσματος των χαρτονομισμάτων σε ευρώ που σημαίνει οριστική παραχάραξη και ακύρωσή τους, πράγμα καθόλου επιθυμητό, για να μην πω καταστροφικό!

Επίλογος

Η μετάβαση σε νέο εθνικό νόμισμα είναι τεχνικά μια σχετικά εύκολη υπόθεση, ανεξάρτητα από τις όποιες διαφοροποιήσεις των «ειδικών» σε λεπτομέρειες της εφαρμογής του. Εν τέλει όλα θα κριθούν σε επίπεδο πολιτικών αποφάσεων και επιλογών.

Η μεγάλη δυσκολία είναι να πεισθούμε, ότι αυτό πρέπει να γίνει. Να πεισθεί και ο τελευταίος που δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο συμφέρον να στηρίζει την παρούσα ανωμαλία, ότι η αποκατάσταση της νομισματικής μας κυριαρχίας, μαζί με τη διαγραφή του ληστρικού χρέους, θα είναι προς το συμφέρον της χώρας μας, αλλά και για την μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού, που σήμερα χειμάζεται από την κρίση που τον καταδίκασαν σε μόνιμη βάση και για πολλές δεκαετίες, άνομα συμφέροντα και επιδιώξεις εντός και εκτός Ελλάδας.

 

Αφήστε ένα σχόλιο