Μεταναστευτικό: Φυλλορροεί το Σύμφωνο, εκλιπαρεί η Κομισιόν

Μεταναστευτικό: Φυλλορροεί το Σύμφωνο, εκλιπαρεί η Κομισιόν


του Βαγγέλη Σαρακινού

Αναταράξεις στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εξακολουθεί να προκαλεί το Σύμφωνο του ΟΗΕ για την «Ασφαλή, Ομαλή και Τακτική Μετανάστευση», το οποίο εγκρίθηκε πριν λίγο στην σύνοδο του Διεθνούς Οργανισμού στο Μαρακές. Μία μετά την άλλη, αρκετές ευρωπαϊκές χώρες αποχώρησαν ωστόσο από αυτό. Την ίδια ώρα, η Κομισιόν, για να μην φύγει άπρακτη, καθώς ολοκληρώνεται σε λίγους μήνες η θητεία της, σχεδόν εκλιπαρεί για ευρωπαϊκή λύση, σε όποια σημεία υπάρχει συμφωνία των κρατών-μελών.

Το μεταναστευτικό, μετά το ξέσπασμα της προσφυγικής κρίσης του  2015, αναδείχθηκε στο βασικότερο πρόβλημα των ευρωπαϊκών λαών, καθώς μαζί με την συνεχιζόμενη πολιτική λιτότητας, αποδομεί την κοινωνική συνοχή και οδηγεί τις λαϊκές κυρίως μάζες σε «λαϊκιστικά» και «ακροδεξιά» κινήματα.

Η ΕΕ, παρά τις ειδικές συνόδους για το θέμα, δεν έχει καταφέρει να καταλήξει σε μια κοινά αποδεκτή συμφωνία, τόσο για τον περιορισμό των μεταναστευτικών ροών, όσο και για την διαχείριση των μεταναστών και προσφύγων που καταφέρνουν να φτάσουν σε ευρωπαϊκά εδάφη.

Η ευρωπαϊκή αντιμετώπιση του θέματος, υπό το πρίσμα των αντικρουόμενων συμφερόντων των χωρών μελών, έχει διχάσει την Ενωμένη Ευρώπη σε τρία στρατόπεδα. Υπάρχουν οι χώρες που έχουν οφέλη και αυτές είναι στον αναπτυγμένο Βορρά, τα κράτη που αντιμετωπίζουν μόνο προβλήματα από την μετανάστευση και αυτά είναι οι χώρες πρώτης εισόδου στον Νότο, αλλά και εκείνα που, αφού δεν έχουν οφέλη, δεν θέλουν να συμμετέχουν στην ζημιά.

Ήταν στραβό το κλήμα …

 
Οι πρώτες συστηματικές ευρωπαϊκές αντιδράσεις ξεκίνησαν αμέσως μετά το άνοιγμα των συνόρων από την Μέρκελ, η οποία ήθελε με αυτόν τον τρόπο να τροφοδοτήσει την γερμανική οικονομία με φτηνό εργατικό δυναμικό. Πρωτεργάτες της αντίδρασης υπήρξαν χώρες της κεντρικής και πρώην Ανατολικής Ευρώπης (Πολωνία, Τσεχία, Ουγγαρία), χώρες δηλαδή που είχαν τις τελευταίες δύο δεκαετίες το «προνομιακό δικαίωμα» μετανάστευσης στην Δυτική Ευρώπη και κυρίως στην Γερμανία.

Έντονες αντιδράσεις υπήρξαν και στο εσωτερικό της Γερμανίας, οι οποίες εκφράστηκαν με την άνοδο της ακροδεξιάς Εναλλακτικής και τις συνεχιζόμενες εκλογικές ήττες της Μέρκελ, που την ανάγκασαν να δρομολογήσει τελικά την συνταξιοδότησή της. Παραλλήλως ακροδεξιά και εθνικιστικά σχήματα άρχισαν να κερδίζουν πολιτικό έδαφος και να γίνονται ρυθμιστές των εξελίξεων σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη, ακόμη και στην Σουηδία. Κάπως έτσι προέκυψε η Ομάδα του Βίζεγκραντ και η συμμετοχή των ακροδεξιών στην κυβέρνηση της Αυστρίας.

Αυτό που άλλαξε ωστόσο καθοριστικά τα πράγματα ήταν η αλλαγή κυβέρνησης στην Ιταλία. Επιβάλλοντας traffic control στα πλοία των ΜΚΟ στην κεντρική Μεσόγειο και κλείνοντας γι αυτά τα ιταλικά λιμάνια, ο Σαλβίνι διεθνοποίησε για πρώτη φορά το μεταναστευτικό, καθιστώντας το ευρωπαϊκό και όχι ιταλικό πρόβλημα.

Οι ανέτοιμες Βρυξέλλες

 
Η έκρηξη της μεταναστευτικής κρίσης, με την μαζική είσοδο προσφύγων από την Συρία και οικονομικών μεταναστών από το σύνολο σχεδόν της Ασίας και της Αφρικής, έφερε στην επιφάνεια και τα δομικά προβλήματα των Ευρωπαϊκών Συνθηκών για τον έλεγχο της μετανάστευσης και την «προστασία» των συνόρων.

Η Συνθήκη του Δουβλίνου, η οποία προβλέπει την επαναπροώθηση των παράτυπων μεταναστών στις χώρες εισόδου, πέρα από την ανεπάρκειά της για την αντιμετώπιση του προβλήματος, αμφισβητήθηκε έντονα, κυρίως από την Ιταλία. Την ίδια ώρα, η κυβερνητική κρίση στην Γερμανία, ανάγκασε την Μέρκελ να αναλάβει πρωτοβουλίες για μια ευρωπαϊκή συμφωνία, η οποία κατέληξε σε διμερείς και τριμερείς συμφωνίες με τις πρόθυμες και αδύναμες, λόγω άλλων συνθηκών, κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Ισπανίας.

Μία άτυπη και μία έκτακτη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ δεν έφεραν συνολική ευρωπαϊκή λύση, αν και υιοθετήθηκαν κάποια από τα ζητήματα που έθεταν όσοι αντιδρούσαν στο υφιστάμενο καθεστώς. Σήμερα, λίγους μήνες πριν την λήξη της θητείας της η Επιτροπή επιδιώκει να ξεμπλοκάρει τις διαπραγματεύσεις, προωθώντας τμηματική συμφωνία των ευρωπαϊκών χωρών, εκεί που αυτό είναι δυνατό.

Το πάνε λίγο-λίγο

 
Την περασμένη εβδομάδα, ο αρμόδιος Επίτροπος Αβραμόπουλος, κάλεσε αρχικά τους Ευρωπαίους να συμφωνήσουν στην ενίσχυση του ευρωπαϊκού οργανισμού προστασίας των συνόρων, της γνωστής Frontex. Οι Βρυξέλλες έχουν προτείνει ήδη την αύξηση του δυναμικού της στα 10.000 άτομα και την επέκταση της εντολής της. Και αυτή η πρόταση όμως συναντά αντιδράσεις.

Ήδη Ευρωπαίοι διπλωμάτες κρίνουν ότι δεν είναι ρεαλιστικές οι προσδοκίες για άμεση αύξηση της δύναμης της Frontex, εξαιτίας του κόστους που συνεπάγεται για τα κράτη-μέλη. Πρόβλημα υπάρχει όμως και με την επέκτασης της εντολής της Frontex, καθώς εκφράζονται ανησυχίες για τον περιορισμό της εθνικής κυριαρχίας. Το περίεργο βέβαια είναι, ότι οι ενστάσεις δεν γίνονται από τις χώρες που αφορά άμεσα, αυτές δηλαδή που έχουν εξωτερικά σύνορα (Ελλάδα, Ισπανία) αλλά από χώρες της κεντρικής Ευρώπης.

Η Επιτροπή πρότεινε πάντως την αποσύνδεση των συνολικά επτά  νομοθετικών κειμένων για τη μετανάστευση, τα οποία αποτελούν μεν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στην ΕΕ, δεν υπάρχει καμία περίπτωση ωστόσο να υιοθετηθούν συνολικά. Αντ’ αυτών προτείνει την υιοθέτηση μόνον εκείνων στα οποία υπάρχει ευρύτατη συμφωνία, μπας και πετύχει κάτι.

Διχασμός και για το Σύμφωνο

 
Κοινή θέση δεν υπάρχει όμως στην ΕΕ ούτε για το Σύμφωνο του ΟΗΕ για την Ασφαλή Μετανάστευση το οποίοι επικυρώθηκε, αλλά με διαρροές, στην ειδική σύνοδο του Διεθνούς Οργανισμού στο Μαρακές.

Εκτός από τις ΗΠΑ, που το απέρριψαν εξαρχής και εξακολουθούν να το κάνουν, κρίνοντας ότι έχει ως στόχο «την ενίσχυση της παγκόσμιας διακυβέρνησης σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών» αρκετές χώρες ανάμεσά τους και ευρωπαϊκές φεύγουν από το  Σύμφωνο του ΟΗΕ, το οποίο είχαν αρχικά εγκρίνει.

Η προεδρεύουσα της ΕΕ Αυστρία, η Βουλγαρία, η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Τσεχία, η Σλοβακία, η Εσθονία και η Λετονία έχουν ήδη αποχωρήσει, ενώ η Ιταλία δεν παρέστη και θα αποφασίσει αργότερα το Κοινοβούλιό της. Το ίδιο θέμα το οποίο είχε αποτελέσει αντικείμενο ενδοκυβερνητικής διαφοράς άφησε σήμερα τον πρωθυπουργό του Βελγίου Μισέλ με κυβέρνηση μειοψηφίας, καθώς αποχώρησαν οι Φλαμανδοί εθνικιστές.

Σημειώνεται ότι το Σύμφωνο του ΟΗΕ έχουν απορρίψει η Ελβετία, παρότι ο ένας από τους κύριους διαπραγματευτές του ήταν ο Ελβετός αντιπρόσωπος στα Ηνωμένα Έθνη, το Ισραήλ, η Δομινικανή Δημοκρατία, καθώς και η Αυστραλία, η οποία επικρίνεται συχνά για την μεταναστευτική πολιτική της.

από το «https://slpress.gr/»

 

Αφήστε ένα σχόλιο