Η εθνική μας πτώση σαν σε όνειρο

Η εθνική μας πτώση σαν σε όνειρο


του Πέτρου Πιζάνια*

Οι Έλληνες πολίτες, στην πλειονότητά τους, από την κατάλυση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος το καλοκαίρι του 2015, μάλλον βιώνουν την αίσθηση της βύθισης. Όπως ακριβώς συμβαίνει στα όνειρα μικρών παιδιών με επαναλαμβανόμενο μοτίβο την πτώση σε ένα γκρεμό, ή τον κίνδυνο πτώσης από την προσπάθεια να ανεβούν μια πολύ απότομη ανηφόρα όπου ανά πάσα στιγμή μπορεί να κατρακυλήσουν πίσω. Τελικά κατρακυλάνε αν δεν ξυπνήσουν εγκαίρως.

Ο λόγος, νομίζω, αυτής της αίσθησης βύθισης δεν είναι μόνο τα οικονομικά της πλειονότητας, τα οποία όντως καταρρέουν σταθερά από την αρχή του μνημονίου, αλλά εξίσου της πολιτικής και ηθικής ματαίωσης και περαιτέρω της ανημπόριας να αντιστρέψουν συλλογικά αυτή την σταθερή έκπτωση της ζωής. Δηλαδή καμία ελπίδα, κανένα ρεαλιστικά διαφαινόμενο διέξοδο. Και ας κανοναρχούν τα περισσότερα ΜΜΕ και η κυβέρνηση τους καθημαγμένους πολίτες πως όλα πάνε και κυρίως ότι όλα στην χώρα θα πάνε καλά, αν και από τον Αύγουστο και εκείθεν.

Έως τότε, αλλά στην πραγματικότητα και μετά την τυπική έξοδο από το 3ο μνημόνιο και την είσοδο στα ήδη ψηφισμένα πλεονάσματα και τα μέτρα λιτότητας σε βάρος αποκλειστικά των κοινωνικά αδύναμων, το (α)πολιτικό παιχνίδι είναι απλώς επιδίωξη δημιουργίας εντυπώσεων, καλλιέργεια ψευδαισθήσεων ελπίδας και το ιδανικό εδραίωση αυταπατών: να οι τράπεζες πέρασαν την δοκιμασία, να και οι δείκτες της οικονομίας (που όμως δεν ανυψώνονται), να και η ρύθμιση του χρέους (που δεν πρόκειται να ξεπεράσει την λογιστική τυπικότητα), να και οι επενδύσεις (που όμως δεν υπάρχουν εκτός του περίφημου Ελληνικού, την ληστρική Fraport κτλ).

Αν και η σύγκρουση με όρους αντιμνημονιακούς έχει εξαντληθεί, ωστόσο οι αιτίες και οι συνέπειες, εντέλει η ιστορία, είναι εδώ κοινωνικά ζώσα αλλά ιδεολογικά και πολιτικά άφωνη. Με εντυπωσιακό τρόπο από την κατάλυση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος τελείωσε η έως τότε ζωηρή δημόσια συζήτηση για τις αιτίες και τις συνέπειες της επιβολής των μνημονίων, καθώς και οι όποιες κοινωνικές αντιδράσεις.

Ξεπλένει μνημονιακές πολιτικές

Έκτοτε ο ΣΥΡΙΖΑ, με την επίδειξη ενός ολοκληρωμένου πολιτικού καιροσκοπισμού, ενός αψεγάδιαστου ατομικού κυνισμού, εμβάθυνε την αρχική κατάλυση της πολιτικής κυριαρχίας της χώρας και την εκκένωση της λαϊκής κυριαρχίας. Σταθεροποίησε και διεύρυνε κοινωνικά το καθεστώς παραδειγματικής αποπτώχευσης των μεσαίων και των αδύναμων Ελλήνων και Ελληνίδων, το οποίο επιδίωκαν οι δανειστές. Πουλάει ό,τι δημόσιο αγαθό του ζητήσουν ιδίως οι Γερμανοί. Ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ με την πολιτική του κατόρθωσε αφενός να ξεπλύνει τις μνημονιακές πολιτικές των κομμάτων που κυβέρνησαν και συγκυβέρνησαν από το 2009 και αφετέρου να εξευτελίσει ακόμη και το όνομα της Αριστεράς.

Σήμερα ό,τι ουσιώδες για την Ελληνική Δημοκρατία και τους πολίτες ωθείται προς τον χώρο της αποσιώπησης. Και από εκεί στην λήθη με βασικό μοχλό το δημόσιο λόγο κατά κανόνα πολύ χαμηλού πολιτιστικού επιπέδου, από τον οποίο ελάχιστοι πολιτικοί και λίγοι δημοσιογράφοι εξαιρούνται. Ποια πολιτική επιλογή απομένει στους πολίτες, φυσικά σε εκείνους που είναι καθημαγμένοι; Μάλλον καμία προς το παρόν. Ο λόγος προκύπτει πρωτίστως από το γεγονός πως η ελληνική κοινωνία, πέρα από ένα 30-35%, το οποίο είναι ταυτισμένο με την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων, πορευόταν συλλογικά επί δεκαετίες κυρίως μέσω των πολιτικών κομμάτων.

Η όποια κοινωνία των πολιτών, ιδίως τα συνδικάτα, υπήρξαν από τον εμφύλιο πόλεμο εξάρτημα καθεστώτων. Και από τη πτώση της Χούντας έως σήμερα εξελίχθηκαν βαθμιαία σε κομματικά νευρόσπαστα. Με την περίοδο του μνημονίου κατέρρευσε η αξιοπιστία όλου του παλαιού κομματικού και συνδικαλιστικού συστήματος και αυτό εκφράστηκε με τόλμη από την πλειονότητα των πολιτών από τις εκλογές του 2012 έως και το δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015.

Με την ενσωμάτωση του ΣΥΡΙΖΑ στο μνημόνιο και από εκεί στο παλαιό κομματικό καθεστώς, ολοκληρώθηκε η υπαγωγή του συνόλου των κομμάτων εξουσίας και των δορυφόρων τους, μαζί και του πολιτικού τους προσωπικού, στο καθεστώς των εκτελεστικών οργάνων άσκησης της ξένης -πρωτίστως γερμανικής- επικυριαρχίας. Αυτό κατέστησε πρωτεύον ένα παλαιότερο δευτερεύων χαρακτηριστικό του πολιτικού μας συστήματος. Εξαφανίσθηκε κάθε διαφοροποίηση (ιδεολογική, πολιτική, κοινωνική κ.α.) στο εσωτερικό του πολιτικού συστήματος με αποτέλεσμα αυτό να πολτοποιηθεί.

Τι μας απομένει;

Έτσι σήμερα, προκειμένου να νομιμοποιήσουν τα κόμματα τον λόγο ύπαρξής τους στην ελληνική κοινωνία ως κάτι άλλο από εκτελεστικοί μοχλοί, καθημερινά σκιαμαχούν, στρεψοδικούν, κοκκορομαχούν, αλληλοδιαβάλλονται απευθείας ή μέσω δημοσιογράφων. Αποσιωπούν την καλπάζουσα καθίζηση της χώρας που ξεκινάει από την εκτεταμένη φτώχεια και περιθωριοποίηση και φτάνει έως τις απαρχές απώλειας εδαφικής επικράτειας.

Ως πολίτες, λοιπόν, βρισκόμαστε ενώπιον ενός πολιτικού συστήματος με πλήρως απολιτικό χαρακτήρα, επειδή είναι υποτελές. Ωστόσο, δεν παύει να διαχειρίζεται τις τύχες της χώρας καταστρέφοντάς την κάθε ημέρα ως κυβέρνηση. Και η αντιπολίτευση υπόσχεται παρόμοιο μέλλον όταν θα έρθει στα πράγματα. Τί μας απομένει ως πολίτες αυτής της χώρας εκτός από τον πανικό και την απάθεια;

Όσο οδυνηρή και να είναι η καθημερινότητα, νομίζω πως αν οι Έλληνες θέλουν απλώς να ζουν με προστατευτικό πλαίσιο τον οικογενειακό ατομισμό, αυτό που απομένει είναι η συνέχιση της βύθισης και προσχηματικά η αναμονή κάποιου Αϊ Γιώργη να σκοτώσει το θεριό. Αν πάλι οι Έλληνες, ένα μέρος τους, πιστεύουν στον ρόλο τους ως πολιτών φορέων της λαϊκής κυριαρχίας τότε πρέπει να αναζητηθούν τα μέσα ώστε ως πολίτες να εκφράσουμε εμείς οι ίδιοι το δικαίωμα αντίστασης στην πτώση της χώρας. Το δικαίωμα αυτό είναι πολιτικά, θεσμικά και ηθικά κατοχυρωμένο τόσο από την ιστορία μας όσο και από το Σύνταγμα.

* Ο Πέτρος Πιζάνιας είναι ομότιμος καθηγητής ιστορίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Σπούδασε ιστορία στο Παρίσι στην E.H.E.S.S. και έχει υπάρξει επισκέπτης καθηγητής σε διάφορα γαλλικά πανεπιστήμια, διευθυντής μεταπτυχιακού προγράμματος καθώς και κάτοχος της Έδρας Unesco. Έχει συγγράψει βιβλία και άρθρα σχετικά με τη νεότερη ελληνική ιστορία. Τελευταίο βιβλίο του «Η ιστορία των Νέων Ελλήνων. Από το 1400 έως το 1820» (εκδόσεις της Εστίας). Διευθύνει από το 2001 την έρευνα με τίτλο ο «Ερμής των Νέων Ελλήνων» μια ψηφιακή βάση προσωπογραφικών δεδομένων 47.550 προσώπων, στην οποία περιλαμβάνονται μέλη της Φιλικής Εταιρείας, τα μέλη των Εθνοσυνελεύσεων, οι μαχητές και άλλα στελέχη της Ελληνικής Επανάστασης.

από το «https://slpress.gr/»

 

Ένα σχόλιο

Αφήστε ένα σχόλιο